Αιώνια έφηβη – μυστηριώδης γυναίκα – μοναχική πριγκίπισσα: τρεις μόνο χαρακτηρισμοί από το πλήθος άπειρων άλλων, που συνθέτουν την ανεξίτηλη προσωπικότητα της Κατερίνας Γώγου. Ηθοποιός – αλλά συνάμα και ποιήτρια, κορίτσι – αλλά συνάμα και γυναίκα, ανεξάρτητη – αλλά συνάμα και εξαρτημένη αποτελούσε και αποτελεί άξιο αντιπροσωπευτικό δείγμα θηλυκού γένους. Για την εποχή, κατά την οποία περιπλανήθηκε στο ταξίδι της ζωής, αποτελούσε εξαίρεση γυναίκας. Ουδέποτε ονειρεύτηκε, να υπηρετεί έναν ευκατάστατο σύζυγο, καθώς στεκόταν στα πόδια της με τη δική της δύναμη και κυρίως με τη δική της ικανότητα. Το στίγμα της γραφής της – μοναδικό, ο πλούτος της έμπνευσής της – ανεκτίμητος και η επιθυμία της για δημιουργία – ανεξάντλητη.
Η ωραία Κατερίνα γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου του 1940. Από μικρή διακρινόταν για το ανήσυχο πνεύμα της. Έτσι, από την παιδική της κιόλας ηλικία συμμετείχε σε θεατρικούς θιάσους, φτάνοντας με στέρεα βήματα στο μεγαλύτερο – για την εποχή – «εργοστάσιο παραγωγής ταινιών»… αυτό της Φίνος Φιλμ. Μεταξύ των ταινιών, στις οποίες ξεδίπλωσε το υποκριτικό της ταλέντο είναι: «Το ξύλο βγήκε απ’ τον παράδεισο», «Η δε γυνή να φοβείται τον άνδρα», «Μια τρελή τρελή οικογένεια», «Δεσποινίς Διευθυντής», «η ωραία του κουρέα», «Ο τρελός τα’ χει τετρακόσια» και πολλές άλλες. Οι ρόλοι που υποδυόταν, χαρακτηρίζονταν για την παιδική τους αφέλεια και το κωμικό τους στοιχείο. Πίσω από αυτή την αφέλεια όμως, η Κατερίνα έκρυβε καλά μία «ψαγμένη» ωριμότητα, που απ’ το επίπεδο της γραφής της… αγγίζει τα όρια της σοφίας.
Λένε πως, οι άνθρωποι που εκφράζονται γραπτώς είναι οι πιο ευαίσθητοι, αλλά και μοναχικοί όλων. Εντάσσονται σε αυτό το γνώριμο κύκλο, που περιλαμβάνει κάθε καλλιτέχνη, που ζει για να μετατρέπει την ευαισθησία του σε δύναμη, χωρίς όμως να το αντιλαμβάνεται και κυρίως χωρίς να το επιδιώκει. Μία από αυτούς τους καλλιτέχνες… του λόγου ήταν και η Κατερίνα Γώγου. Το ποιητικό της ταλέντο, ενώ ήταν ευρέως αναγνωρίσιμο, για εκείνη ήταν απλά μία έκφραση ψυχής και αντίληψης της ζωής, μέσα απ’ τα δικά της μάτια. Σε μια εποχή, όπου οι «ποιητές» της γενιάς της, αναλώνονταν σε δημόσιες σχέσεις, εκείνη απομόνωνε τη σκέψη της και τα αισθήματά της και έγραφε, μακριά από κάθε σαλόνι και κάθε σχέση διπλωματίας. Έχοντας στέκια στις γειτονιές των Εξαρχείων και των Πατησίων, παρακολουθούσε, αισθανόταν και αντιλαμβανόταν κάθε ερέθισμα… με το δικό της ιδιαίτερο τρόπο.
Το πλούσιο – αριθμητικά και ποιοτικά – έργο της απαρτίζεται από μελαγχολικά και βαθυστόχαστα στιχάκια. Στιχάκια… από εκείνα, που καθιστούν τη μία ανάγνωση ανώφελη και ανεπαρκή. Σύνολα λέξεων, εύστοχα ταιριασμένα, που αφήνουν περισσότερα από ένα νοήματα… σε πολλαπλούς αποδέκτες. Ποιος δεν έχει τραγουδήσει τα μελοποιημένα στιχάκια αυτής της γυναίκας; Ποιος δεν έχει ταυτίσει τους φίλους του με τα περίφημα δικά της «μαύρα πουλιά, που κάνουν τραμπάλα στις ταράτσες ετοιμόρροπων σπιτιών…»; Ποιος δεν έχει νιώσει, να κατακλύζει όλες του τις αισθήσεις το περίφημο δικό της «Ξύλινο παλτό»; Ποιος τελικά, δεν έχει κάνει «Τρία κλικ αριστερά» διαβάζοντας το ομώνυμο πρώτο της βιβλίο;
Χωρίς καμία αμφιβολία, υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι, που δεν πεθαίνουν ποτέ. Όσο υπάρχει μνήμη, υπάρχει και ζωή κι όσο υπάρχει ζωή, υπάρχει και έμπνευση για δημιουργία. Η Κατερίνα Γώγου ήταν από αυτές τις φιγούρες γυναικών, που χωρίς να το επιδιώκουν, θα κατέχουν για πάντα ξεχωριστή θέση στην ψυχή αυτών που κατέχουν γνώση του έργου της, άρα και της ψυχής της. Αν και το ταξίδι της ζωής της τελείωσε νωρίς, το μόνο σίγουρο είναι πως: όσο κι αν οι ουσίες την έκαναν να φαίνεται πως έφυγε εξαρτημένη, εκείνη ήταν – είναι και θα είναι… η πιο ανεξάρτητη, αληθινή και ελεύθερη φωνή στις δέσμιες ψυχές όλων!