Αρχαία Ελληνικά: Τα είδη του ἂν
Το ἄν χρησιμοποιείται ως:
α) Δυνητικό· συντάσσεται με:
- Oριστική ιστορικού χρόνου (δυνητική οριστική):
Εἰ ταῦτα ἀπήγγειλέ τις, τί ἄν ἐποιήσατε;
- Eυκτική κάθε χρόνου, εκτός του μέλλοντα (δυνητική ευκτική):
Ὁ ἀγαθός ἀνήρ γένοιτ΄ ἄν ποτε καί κακός.
- Aπαρέμφατο κάθε χρόνου, εκτός του μέλλοντα (δυνητικό απαρέμφατο):
Κακόν ἄν οἰόμεθα τοῦτον ποιῆσαι.
- Mετοχή, εκτός της τελικής (δυνητική μετοχή):
Ἑώρα τό παρατείχισμα ῥᾳδίως ἄν ληφθέν.
Το δυνητικό απαρέμφατο και η δυνητική μετοχή ισοδυναμούν με δυνητική οριστική ή δυνητική ευκτική ανάλογα με τα συμφραζόμενα.
Το δυνητικό ἂν μπορεί να παραλειφθεί, όταν εννοείται εύκολα.
Βίᾳ οὔτ’ ἂν ἕλοις οὔτε κατάσχοις (ἄν) φίλον.
➤ Το ἂν με οριστική παρατατικού ή αορίστου είναι δυνατόν να δηλώνει κάτι που γινόταν κατ’ επανάληψη στο παρελθόν (επαναληπτική οριστική):
Ἀναλαμβάνων οὖν αὐτῶν τὰ ποιήματα διηρώτων ἂν αὐτοὺς τί λέγοιεν.
β) Αοριστολογικό· συντάσσεται με υποτακτική και μεταφράζεται «τυχόν», «ίσως» ή μένει αμετάφραστο. Aπαντά σε δευτερεύουσες πλάγιες ερωτηματικές (εισάγονται με το ὅπως), αναφορικές παραβολικές, αναφορικές υποθετικές, χρονικές υποθετικές και τελικές προτάσεις. Στις χρονικές υποθετικές προτάσεις που εισάγονται με τους χρονικούς υποθετικούς συνδέσμους ὅταν, ὁπόταν, ἐπὰν και ἐπειδὰν το ἂν είναι ενωμένο σε μία λέξη με τους χρονικούς συνδέσμους ὅτε, ὁπότε, ἐπεί, ἐπειδή:
Τοῦτ’ ἐξήτασεν, ὅπως ἂν ἡ πρᾶξις γένηται. [πλάγια ερωτηματική]
Μή πέλθητε, πρίν ἄν ἀκούσητε. [χρονική υποθετική]
Ὡς ἄν μάθῃς, ἀντάκουσον.[τελικό]
Ὁποῖα ἂν τὰ ἐπιτηδεύματα τῶν ἀνθρώπων ᾖ, τοιοῦτον ἀνάγκη ἐστὶ καὶ τὸ φρόνημα ἔχειν.[αναφορική]
γ) Υποθετικό· συντάσσεται με υποτακτική και εισάγει δευτερεύουσες υποθετικές προτάσεις, οι οποίες μαζί με την απόδοση σχηματίζουν υποθετικό λόγο που δηλώνει το προσδοκώμενο ή την αόριστη επανάληψη στο παρόν και στο μέλλον:
Ἐάν ἐθέλῃ, πειράσομαι. [προσδοκώμενο]
δ) Ερωτηματικό· εισάγει δευτερεύουσες πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις ολικής άγνοιας οι οποίες εκφέρονται με υποτακτική:
Σκέψασθε ἂν ἀρέσκῃ τὸ λεχθέν.