Είμαστε εξοικειωμένοι πλέον ως Έλληνες, να ακούμε και να βλέπουμε πολλά προς εντυπωσιασμό και μόνο! Καμία πρωτοτυπία ΚΑΙ σε αυτή τη στιγμή κρίσης για τη χώρα μας, από τους συστηνόμενους, ως επαγγελματίες του είδους. Από ασεβή πρωτοσέλιδα με ένα κορμί να ξεψυχά, μέχρι τις φτωχές απόψεις του κάθε ακαλλιέργητου, ήταν όσα συνόδευσαν τον Παύλο Φύσσα στην τελευταία του κατοικία. Στην ακατάσχετη διαχρονική μπουρδολογία των δημοσίων σχέσεων λοιπόν, άλλοι μίλησαν για «ΝΙΚΗ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ» κι άλλοι για «ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΜΟΥ». Και οι δύο χαρακτηρισμοί, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, είναι επιεικώς γελοίοι και υποδηλώνουν το μορφωτικό και πνευματικό επίπεδο εκείνων, που τους χρησιμοποίησαν. Σύνηθες φαινόμενο για τους Έλληνες, να σπέρνουν συμπάθειες, για να θερίζουν αναξιοπρέπεια, ακολουθώντας την ευκολία της διπλωματικής οδού. Όμως, το «είναι» του καθενός είναι αυτό, που χαρακτηρίζει τη ζωή του τελικά, όσο κι αν αγωνίζεται για ένα μικροπρεπές «φαίνεσθαι».
Ένας ξεχώρισε, κατά τη δική μου κρίση, στον οχετό των ημερών και δε θα μπορούσε να είναι άλλος από τον πολιτικό καλλιτέχνη Γιάννη Αγγελάκα. Αποτελεί δείγμα ανθρώπου, που συνδυάζει λόγο με έργο, ανεπηρέαστος από τις εκάστοτε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες. Ιδίως, επί των δυσχερών ημερών μας, τέτοιου είδους άνθρωποι αποτελούν θησαυρό στη διάχυτη πενία σκέψεων, λόγων και έργων. Πιστός και ισορροπημένος στις αντιλήψεις του λοιπόν, εντυπωσίασε ουσιαστικά κι όχι επιφανειακά με μία φράση, που μακάρι, να υιοθετηθεί από όλους: «Να προσέχουμε το φασισμό, που κρύβουμε μέσα μας». Η κοινωνία εξάλλου, αποτελεί καθρέφτη της πλειοψηφίας ημών και δε θα μπορούσε να είναι σε καλύτερη κατάσταση από την υπάρχουσα, όσο μέλη αυτής είναι πολίτες, χωρίς αρχές, αξίες και ιδανικά.
Σε συνέντευξή του στο musicpaper.gr εκκίνησε μία δράση, που μακάρι να αποτελέσει κινητήρια δύναμη, για όσους πνίγονται στην απραξία και την επικίνδυνη για όλους αδιαφορία: «Θέλω να είναι ζωντανά τα πράγματα. Να κράζω και να με κράζουν και να ξεκινά ένας διάλογος. Έτσι προχωρούν τα πράγματα. Έτσι βράζουμε κιόλας. Αν δεν βράσουμε δε θα μαγειρέψουμε τίποτα». Ο τρόπος, που αντιλαμβάνεται βέβαια ο καθένας το εν λόγω «βράσιμο» διαφέρει κι έχει να κάνει με την κριτική του ικανότητα. Όσοι διαθέτουν ορθή κριτική ικανότητα, φυσικά και αντιλαμβάνονται το υγιές και δημιουργικό «βράσιμο» κι όχι το καταστροφικό. Πόσο χειρότερα και ισοπεδωτικά θα ήταν άλλωστε τα πράγματα, αν δεν υπήρχε, έστω κι αυτή η μειοψηφία ανθρώπων, που αποδεικνύουν και τιμούν εμπράκτως τα λόγια τους;!
Σε πρόσφατη συναυλία του στο Βύρωνα, ο Γιάννης Αγγελάκας έγινε αποδέκτης ενός αντιφασιστικού συνθήματος, με επαναστατική διάθεση. Η απάντησή του αφοπλιστική και ανάλογη του υψηλού επιπέδου, που διατηρεί τόσα χρόνια: «Εμένα δε μου αρέσει αυτό το σύνθημα. Η απάντηση πρέπει να είναι ψύχραιμη, να είναι προϊόν ορθής σκέψης και κυρίως χρειάζεται όλοι να προσέχουμε καθημερινά το φασισμό, που κρύβουμε μέσα μας». Η απάντηση στο πλήθος των αντιφασιστικών μηνυμάτων λοιπόν, βρίσκεται στον καθρέφτη μας και γόνιμο είναι, να καταστεί έκαστος ικανός, για να κρίνει το δικό του επίπεδο φασισμού στην καθημερινότητά του. «Λυπάμαι για όλους… Ξερνάμε την παράνοια και τον κυνισμό στα μούτρα μας», είπε ο Γιάννης Αγγελάκας και θα συνηγορήσω, με την ευχή να καταδικάζεται πάντα, οποιαδήποτε μορφής φασισμού, απ’ όπου κι αν αυτή προέρχεται.
Ο καθένας κρύβει μέσα του το δικό του ”είναι”, παρ’ όλο που αρκετές φορές επηρεάζεται από άλλους παράγοντες και ακολουθεί το ”δήθεν”. Έτσι,οι αδέκαστοι άνθρωποι, σαν τον Γ.Αγγελάκα πρέπει να αναδεικνύονται και να επιδοκιμάζονται.
Το «είναι» του καθενός είναι αυτό, που χαρακτηρίζει τη ζωή του τελικά, όσο κι αν αγωνίζεται για ένα μικροπρεπές «φαίνεσθαι». Νομίζω ότι τα περιλαμβάνει
όλα.