Το ποίημα ανήκει στη συλλογή “Μαραμπού”, δεν κυκλοφόρησε όμως στην αρχική έκδοση του 1933, αλλά προστέθηκε στη δεύτερη (1947), μαζί με τα ποιήματα «Coaliers» και «Μαύρη λίστα».
«Καφάρ» είναι η θλίψη, η μελαγχολία, μια κατάσταση πλήρους απάθειας και κατατονίας, μια κατάσταση ζωντανού θανάτου (από το γαλλικό cafard). Η επιλογή του γαλλικού όρου – γραμμένου με ελληνικούς χαρακτήρες – είναι βεβαίως ειρωνική: ο εξωτισμός της λέξης ορίζει ακριβώς την αιτία της θλίψης, την έλλειψη του εξωτισμού από τη ζωή του ποιητή, o οποίος έχει «των αναχωρήσεων τη μανία», αλλά είναι φυλακισμένος «στην ίδια πολιτεία παντοτινά».
Το ποίημα κινείται στο κλίμα του γνωστότερου «Mal du Départ», επίσης από το “Μαραμπού”. Ο Καββαδίας ξαναπιάνει εδώ το πνεύμα του παλαιότερου ποιήματος, πνεύμα βεβαίως που διαχέεται ευρέως στην ποίησή του. Το mal du départ είναι η αδημονία, η κλειστοφοβία, η ασφυξία που κατακλύζει τους ναυτικούς στη στεριά· είναι όμως, από την ανάποδη, και η αφόρητη νοσταλγία της επιστροφής, της αγκύρωσης, που τους κατατρύχει όταν βρίσκονται στη θάλασσα. Πρόκειται δηλαδή για τη θεμελιώδη αντίφαση και αμφισημία του ναυτικού.
Ολόκληρο το άρθρο μπορείτε να το διαβάσετε στο http://antonispetrides.wordpress.com
Με το ποίημα αυτό εγκαινιάζεται η στήλη “Λωτοφάγοι”, όπου θα αναδημοσιεύονται άρθρα από την ομώνυμη σελίδα του Επίκουρου Καθηγητή Κλασικής Φιλολογίας Αντώνη Πετρίδη.