Μια λευκή κόλλα χαρτί
επάνω της αποσυντίθενται οι λέξεις
γράφω, επιμένω να σκοτώνω το λόγο
τίποτα δεν θα μείνει
από μια ρηχή ποίηση, γερασμένη.
Χορταίνω το μυαλό με ιδέες
η κόλλα γεμίζει νεκρά γράμματα
διαβάζω, ασυνάρτητες σκέψεις
κανείς δεν θα τις δώσει σημασία.
Μετά η ευμετάβλητη ψυχή μου
ταξιδεύει στα ουράνια
ψάχνει τον οίστρο των άλλων
αντιγράφει, απατώ τον εαυτό μου.
Στη χώρα μου ανθίζουν
μυρτιές κι’ ασφόδελοι
κρίνα και γιούλια και γαζίες
αχ, πόσο όμορφα είναι όλα γύρω
μα να πεθαίνουν πάνω στο άσπρο χαρτί
από μας, τους ατάλαντους…