Σε κρέμασαν χειμώνα
σ’ ένα ερμάρι
με συντροφιά τη ναφθαλίνη
σα να ήσουν κάνα ρετάλι
δε σου βαλαν κοντά ούτε ασπιρίνη.
Με τα παλτά τους τώρα
και με τη κρεμάστρα
και κάτι άλλα ρούχα γιορτινά
δεν βλέπεις πια τ’ άστρα
και κρεμασμένος μένεις, παντοτινά.
Φορέματα, πουκάμισα, κουστούμια
ξεκρεμιούνται
σ’ επίσημες μέρες και αργίες
εσένα πια δε σε θυμούνται
μόνο γελάς με τις γραβάτες τις αστείες.