Είναι πλέον ευρέως αποδεκτή, εύληπτη και κατανοητή η ύπαρξη μιας πραγματικότητας τόσο νοσηρής, αλλά και μεμπτής, η οποία διέπει την ακαδημαϊκή και, θα μπορούσε να προστεθεί, εν γένει πολιτική (=λαϊκή <λαός) ζωή της χώρας. Ο λόγος υφίσταται περί του φοιτητικού συνδικαλισμού και, για οιονδήποτε έζησε σε περιβάλλον τριτοβάθμιας εκπαίδευσης(ΑΕΙ-ΤΕΙ), αυτό το ρεαλιστικό «απείκασμα» της κοινωνίας μαρτυρά την πιο απεχθή τακτική μαζοποίησης, που ενορχηστρώθηκε με απώτατο στόχο τον ετεροπροσδιορισμό του πολιτικού βίου. Αυτή μάλιστα η πραγματικότητα δύναται να θεωρηθεί η –αν μη τι άλλο- εύλογη και κρατούσα αιτία της εξαχρείωσης και απαξίωσης της πολιτικής ζωής της χώρας, της αστάθειας, και εν τέλει της «κακοδαιμονίας». «Έχεις τη δύναμη και την επιλογή να στείλεις ένα ισχυρό μήνυμα στην πανελλήνια παραταξιακή μάστιγα, που σε θέλει υποτελή, άβουλο, μαζοποιημένο και υπηρέτη των μικροκομματικών της συμφερόντων;» είναι το ερώτημα που τίθεται αρχικά μεταξύ μας, και για το οποίο επιζητείται απάντηση. Δε δύνασαι όμως να φτάσεις σε αυτή αμέσως.
Το πολιτικό γίγνεσθαι, ως έννοια του μετέχειν στην πολιτική ζωή, θεμελιώνεται στην πρώτη επαφή του ατόμου με την ιδέα δημοκρατικοποίησης και, εφόσον η στείρα τεχνοκρατική λυκειακή παιδευτική διεργασία δεν εμπνέει την κοινωνική ενεργητικότητα, καθορίζεται εξ υπαρχής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Αν, λοιπόν, η παιδεία ορίζει τον πολιτικό εν συνόλω εθνικό βίο και τον τρόπο ζωής, η σημερινή μεταδημοκρατική δημοκρατία μας στοιχειοθετείται στην πρώτη επαφή του ατόμου με το «αντικείμενο» της πολιτικής έκφανσης, δηλαδή στα ΑΕΙ και ΤΕΙ. Με τι έρχεται, όμως, αντιμέτωπος εκεί ο φοιτητής;
Ήδη από την ημέρα της εγγραφής, η φοιτητειώσα νεολαία συναντά στο συγκεκριμένο χώρο τους διαχρονικούς κομματικούς «νταβατζήδες» των ελληνικών πανεπιστημίων. Αλλά, ας αφήσουμε τον Γιάννη Π.Α. Ιωαννίδη να μιλήσει για αυτό: «Πηγαίνοντας στη σχολή, περνούσα από μία καφετέρια με μπιλιάρδα. Εκεί ξόδευαν την ώρα τους πολλοί συμφοιτητές μου, που ήταν ενταγμένοι σε κομματικές νεολαίες. Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν, για τον οποίον κάποια χρόνια μετά μετείχα στο εκλεκτορικό σώμα, που τον έκρινε για μία θέση λέκτορος στο πανεπιστήμιο. Ήμουν ο μόνος που έδωσα αρνητική ψήφο. Έπειτα από καιρό, τον είδα βουλευτή. Οι καταστροφείς πήγαιναν να σώσουν τη χώρα!»*₁ Σήμερα, αναμφίβολα, στεκόμαστε μπροστά σε δύο αντίρροπες δυνάμεις: Πανεπιστήμιο-Κομματικές Νεολαίες. Πώς συμβιβάζονται τα δύο αυτά; Το ένα αφορά την επιστήμη, θρέφει την πρόοδο, ενώ το άλλο θρέφεται από τον κόπο των άλλων, δημιουργεί εξαρτήσεις, ζητά και παίρνει, καλλιεργεί τις πελατειακές σχέσεις. Γίνεται, λοιπόν, σαφές πως το κόμμα ζει σε βάρος του Πανεπιστημίου : «Αυτό εδώ το κτίριο θα φάει το άλλο»(Θεόδωρος Κολοκοτρώνης), το κτίριο που τότε ήταν παλάτι και τώρα είναι η Βουλή. Συμβαίνει τώρα, δυστυχώς, το αντίθετο. Εκείνο το κτίριο, η Βουλή, με τους νόμους της και τους κομματικούς άλλοτε νεολαίους τρώει, συγκεκριμένα κατασπαράσσει το ελεύθερο πανεπιστήμιο, επειδή είναι ο αληθής, ο ένας και μοναδικός εχθρός της. Γιατί; Επειδή στηρίζεται στην αξιοκρατία και όχι στη χρήσιμη γνωριμία!
Ένας εσμός από θεσιλάγνα κομματόσκυλα, που θυσιάζουν κάθε ίχνος αξιοπρέπειας και συναδελφικής αλληλεγγύης στο βωμό της συλλογής ψήφων, που προβαίνουν σε πρακτικές χρηματισμού, τραμπουκισμού, εκβιασμού και εκφοβισμού για να αντιμετωπίσουν τις αντίθετες με τις δικές τους απόψεις, που αυτοπροβάλλονται ως δημοκράτες (μέχρι να προταθεί κάτι που αντιτίθεται στη γραμμή των κομμάτων που τα χρηματοδοτούν), ενώ προβαίνουν σε διάλογο με «μπράβους» ή με καδρόνια (αναλόγως του ιδεολογικού χώρου, τον οποίο εκπροσωπούν), που έχουν μετατρέψει τον πανεπιστημιακό χώρο σε ένα άσυλο «κομματοπατέρων», παραταξιακής τρομοκρατίας, βανδαλισμού και ρύπανσης. Αυτή είναι η σημερινή ακαδημαϊκή πραγματικότητα.
Γεννάται, συνεπώς, ένα ερώτημα: Προς τι όλο αυτό; H απάντηση είναι απλή: H διαδικασία αυτή έχει ως στόχο να δημιουργήσει στρατούς άβουλων, πειθήνιων, μαζοποιημένων μελλοντικών ψηφοφόρων που θα ικανοποιούνται με τα λίγα, το ρουσφέτι, το δήθεν «φτιάξιμο» από τους άλλους, έχοντας ως αρχή το ιδανικό του ελάσσονος μόχθου.
Η κατάργηση των κομματικών παρατάξεων στα Πανεπιστήμια και ΤΕΙ, ως πανάκεια της οπαδοποίησης και του πλέον σε μορφή συνδρόμου εξοβελισμού καθεμιάς ανεξάρτητης σκέψης, προβάλει όχι μόνο από την κοινωνιολογική ανάλυση, αλλά και από την νομική θεωρία. Ο Καθηγητής Π.Δ.Δαγτόγλου, μιλώντας για τους φοιτητικούς συλλόγους, τονίζει την «πλήρη κομματικοποίηση της εκλογής και λειτουργίας των πανεπιστημιακών αρχών»*₂. Ίδια θέση παίρνει και ο Ανδρέας Δημόπουλος, παραθέτοντας πως «οι φοιτητικές παρατάξεις αντιστοιχούν σε πολιτικά κόμματα», από τα οποία λαμβάνουν τις κατευθυντήριες γραμμές. Μήπως, λοιπόν, καταστρατηγείται η Αρχή της Αυτοδιοίκησης των ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 16 παρ. 5 του Συντάγματος; Εδώ, αρμονικά προσιδιάζει η παράθεση της μειοψηφικής γνώμης του ΣτΕ στη απόφαση 2805/1984, που θεώρησε πως η αυτοδιοίκηση των ΑΕΙ «δεν περιλαμβάνει και το δικαίωμα των φοιτητών να συμμετάσχουν στην διοίκηση των ιδρυμάτων». Τέλος, αξίζει να αναφερθεί η προτροπή του τέως πρύτανη του ΕΚΠΑ κ. Φορτσάκη για κατάργηση των κομματικών παρατάξεων-φοιτητικών συλλόγων (παρόλο που, εν συνεχεία, ο ίδιος με την πρακτική του έσπευσε να αυτοαναιρεθεί)*₃. Το συμπέρασμα, λοιπόν, συνοψίζεται ως εξής: Το πανεπιστήμιο οφείλει να μεταποιηθεί από παρεπόμενο «καλτ» στοιχείο σε χώρο πρωτεύοντα, επιστημονικής γνώσης, πολιτικοποίησης, δημοκρατίας, εποικοδομητικού διαλόγου, αντιμετώπισης των προβλημάτων και εξεύρεσης λύσεων που ικανοποιούν όχι τις κυριαρχούσες παρατάξεις ατομικά, αλλά το σύνολο του φοιτητικού κόσμου, αντί για χώρο που συνιστά οχετό και αναδύει κομματική σήψη, κάτι που σήμερα συμβαίνει. Απώτατος στόχος ταιριάζει να είναι ΕΝΑ ΚΑΘΑΡΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ, μακριά από κομματικές πρακτικές που, αποσκοπώντας σε παραταξιακά οφέλη, το κρατούν έτη φωτός πίσω από το επίπεδο των άλλων ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, την ίδια στιγμή μάλιστα που η αποχή φτάνει το 50% στις φοιτητικές εκλογές.*4. Κατά συνέπεια, ελλείπει συλλήβδην η πίστη του φοιτητικού σώματος στο έργο τους.
Σε αυτό το σημείο είναι μάλλον ή ήττον έκδηλο το εκτυλιχθέν δραματικό σκηνικό: Απεμπόληση κάθε ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗΣ σκέψης άνευ κριτικής, ώστε να επικρατήσει η διάσπαση, ο χωρισμός σε ημέτερους και υμετέρους και η διαμάχη που περιστέλλει τις αρετές, ενώ υποδαυλίζει τα πάθη. Είναι ξεκάθαρα το σημείο εκκίνησης των εξαρτήσεων, του διογκωμένου κρατικού μηχανισμού, της εξάρτησης αν-«ελεύθερων» εξαρτημένων προσωπικοτήτων που τάζουν ό,τι μπορούν και πληρώνονται με την υποστήριξη όσων έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με την δημοκρατικότητα, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, απαιτεί το υψηλότατο επίπεδο κατάρτισης, ώστε να μην εκπίπτει σε οχλοκρατία. Συνεπώς, καταλήγουμε στην ατέρμονη εκμετάλλευση. Αυτή, ίδια και απαράλλακτη, έχει εγκαθιδρυθεί τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες σε συνειδήσεις, κυβερνήσεις και σκοπούς. Πρόκειται για ένα είδος πνευματικού βιασμού από πρώιμους κομματικούς παραγοντίσκους και πολιτικάντηδες, οι οποίοι επιδιώκουν με κάθε μέσο τον επηρεασμό συνειδήσεων, ώστε να εξυπηρετήσουν τα μικροκομματικά συμφέροντα, που επιτάσσουν οι ανώτεροί τους. Αν όμως επιθυμούσε ο κόσμος λαϊκή επιμόρφωση, θα επιμέναμε σε μοντέλα σοβιετικά-ναζιστικά, θα εκλιπαρούσαμε ινστρούχτορες να μας φωτίσουν και θα βιώναμε απόλυτα τον «μεταμεσαίωνα». «Χάσαμε κάτι;» Ναι, το ιδανικό του ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΥ-ΕΛΕΥΘΕΡΟΥ πνεύματος και του πύρινου διαλόγου. Αφαιρέθηκε η κατ’ ουσίαν δημοκρατικότητα και αυτό είναι το μέγιστο και το πρωταρχικό πρόβλημα. Για τούτο δε, ευθύνονται τόσο οι «δεξιοί» όσο και οι «αριστεροί»,είναι στοιχείο της εποχής και δεν τίθεται σε αμφισβήτηση όσο η κινητήριος δύναμη μένει αναλλοίωτη.
Καταλήγοντας, στο Πανεπιστήμιο του σήμερα ο φοιτητής ζει στο όνειρο του. Το όνειρο της αμερικανικής θλιβερής ταινίας του σεξουαλικού φετιχισμού, το όνειρο της δήθεν εστέτ ομορφιάς τύπου Οξφόρδης(περιτύλιγμα δηλαδή χωρίς ουσία μέσα του) ή ακόμα, ζει και το πανεπιστήμιο το ονειρικό, το πατροπαράδοτο, στο οποίο κυριαρχεί το «πήγαινε παιδί μου, επειδή έτσι λένε οι άλλοι», ενώ το «γιατί το λένε;» είναι απροσπέλαστο. Όλοι έχουν ένα πανεπιστήμιο των ονείρων τους, αλλά όχι των ονειρώξεων των κομματικών παρατάξεων!
Αυτό που, εν τέλει ζητείται, κατ’ εμάς, είναι μια ικμάδα ανεξαρτησίας, προσωπικής ελευθερίας σκέψης και δράσης, μιας τάσης που ουδέποτε έβλαψε τον υπερασπιστή της. Εξάλλου, η αυλαία πέφτει όταν αλλάξεις τις τρεμάμενες κουρτίνες, και όχι όταν κρυφτείς κι εσύ πίσω τους, ώστε να μη δεχτείς μόνος τα πυρά. Συνάγεται, λοιπόν, ως συμπέρασμα, πως ο χαρακτήρας διαπλάθεται κατά την ανεξάρτητη πάλη και όχι κατά την εύπεπτη κατάποση.
*₂: Συνταγματικό Δίκαιο,Ατομικά Δικαιώματα Α’ Τόμος σελ.797
*₃: http://www.tovima.gr/society/article/?aid=651696
*4: http://www.tovima.gr/society/article/?aid=593082
Ηλίας Παππάς – Σταύρος Χριστοδούλου