Το ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού και της σχολικής βίας είναι εξαιρετικής σημασίας. Η ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων εκτιμά ότι πρέπει να δημιουργηθεί σε εθνική κλίμακα ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα που να αφορά την εκπαίδευση πάνω στα δικαιώματα και τις διακρίσεις, την επίλυση συγκρούσεων και την σχολική διαμεσολάβηση. Είναι γνωστό, ότι αυτή τη στιγμή, υπάρχουν πολλά τέτοιου είδους προγράμματα στα σχολεία για την εκπαίδευση μαθητών και εκπαιδευτικών (αντιφασιστική και αντιρατσιστική εκπαίδευση, εκπαίδευση στα δικαιώματα, επίλυση συγκρούσεων, επικοινωνία χωρίς βία, πρόληψη ψυχικής υγείας, δυναμική ομάδας) χωρίς όμως να έχουν μια εγκεκριμένη και σταθερή μορφή και να είναι κομμάτι του εκπαιδευτικού προγράμματος. Η εκπαίδευση στον τομέα αυτό, πρέπει να είναι βιωματική και όχι μόνο με τη μορφή διαλέξεων.
Επί της ουσίας, μαζί με την ευαισθητοποίηση, να δίνεται χώρος στα παιδιά να σχετίζονται μεταξύ τους αλλά και με τους δασκάλους, και να μπορούν να συζητούν γι’ αυτά που πραγματικά τους απασχολούν στις σχέσεις τους και στην καθημερινότητά τους. Ταυτόχρονα, βέβαια, χρειάζεται η αντίστοιχη βιωματική εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση καθηγητών και δασκάλων — και αυτή σε σταθερή βάση ώστε να μπορούν να εκπαιδεύσουν τους μαθητές. Σ’ αυτή τη διαδικασία, πρέπει να συμμετάσχουν και οι γονείς και σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή η εκπαιδευτική διαδικασία οφείλει να αρχίζει από το νηπιαγωγείο, καθώς δίνεται πολλές φορές η εντύπωση ότι το θεωρούμε αυτονόητο ή το παραλείπουμε.
Με λίγα λόγια, η βάση για την αντιμετώπιση του Βullying είναι η δημιουργία ενός δημοκρατικού σχολείου, όπου τα παιδιά μαθαίνουν να σχετίζονται, να επιλύουν συγκρούσεις, να αξιοποιούν τη διαφορετικότητα, να συμβιώνουν και αναπτύσσουν σχέσεις συνεργασίας και αλληλεγγύης. Στόχος της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι το παιδί να γίνεται αυτοδύναμο. Θυμάμαι, όταν έπαιρνα την ειδικότητα της παιδιατρικής, είχαμε συζητήσει για τις κυρώσεις του Πιαζέ – θετικές ή αρνητικές κυρώσεις με την έννοια του επαίνου ή της τιμωρίας – και ο οποίος έλεγε το εξής: να μην ξεχνάτε ότι οτιδήποτε κάνετε προς αυτή την κατεύθυνση είτε είναι έπαινος, είτε τιμωρία, πρέπει να στοχεύει την αυτοδυναμία του παιδιού προκειμένου να γίνει ένας άνθρωπος αυτοδύναμος, που να μπορεί να εκτιμά μόνος του όλα τα ζητήματα που προκύπτουν στη ζωή του (στο σχολικό περιβάλλον, στην οικογένεια, στην κοινωνία).
Όταν ένα παιδί γεννιέται, κουβαλά μέσα του από τη γέννηση τρεις ανισότητες. Το μορφωτικό επίπεδο των γονιών, το οικονομικό επίπεδο των γονιών και τον τόπο κατοικίας. Ας σκεφτούμε το εξής: μπορεί σε ένα παιδί όλα αυτά να είναι αρνητικά. Δηλαδή, ένα παιδί το οποίο βρίσκεται σε ένα ακριτικό χωριό από γονείς με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο και χωρίς οικονομικά μέσα υπολείπεται σε σχέση με ένα παιδί το οποίο ζει στο κέντρο της πόλης, οι γονείς του είναι μορφωμένοι και έχουν οικονομικές δυνατότητες. Όπως καταλαβαίνετε, ήδη από τη γέννηση το ένα παιδί υπερτερεί και το άλλο υπολείπεται. Αυτό, μπορεί ως ένα βαθμό να το αμβλύνει το σχολείο και βεβαίως να αμβλύνει και όλες τις παρεπόμενες αγωνίες που προκύπτουν από την ανατροφή, στην μία ή στην άλλη περίπτωση.
Επίσης, πολλές φορές συνηθίζουμε, όλοι εμείς που έχουμε σχέση με την εκπαίδευση, να θεωρούμε ότι είναι πολύ καλό πράγμα να λέμε σε όλους του τόνους ότι τα παιδιά χρειάζονται ίσες ευκαιρίες. Ότι είναι πολύ «προοδευτικό», πολύ «αριστερό». Δεν είναι, όμως, έτσι. Δεν μπορούμε απλώς να μιλάμε για ίσες ευκαιρίες σε ανθρώπους που έχουν άνισες αφετηρίες. Δεν μπορούν όλοι να γευτούν τα αγαθά που μπορεί να προσφέρει η πολιτεία, όταν αυτά τα παιδιά ξεκινούν από άνισες αφετηρίες. Αλλά σε πολλές περιπτώσεις χρειάζονται μεροληπτικές διακρίσεις προς όφελος των παιδιών που έχουν σοβαρά προβλήματα.
Όσον αφορά τη σχολική βία και τον σχολικό εκφοβισμό, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι αποτελούν την αντανάκλαση της κοινωνικής αδικίας στη σχολική πραγματικότητα. Η βία και ο εκφοβισμός στα σχολεία είναι, βασικά και πρωτίστως, καταστάσεις απόλυτα ανάλογες με την κοινωνική αδικία και την ανισότητα που παράγει και διαρκώς ενισχύει αυτή πολιτικο-οικονομική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Και αυτό με τη σειρά του έχει άμεσο αντίκτυπο στο πολύ κακό εκπαιδευτικό σύστημα, παρ’ όλες τις προσπάθειες που γίνονται από τους εκπαιδευτικούς. Και εδώ εμπλέκεται ως ένα βαθμό, σημαντικό όχι όμως απόλυτο, η φτώχεια και ο υποσιτισμός, το 1,5 εκατομμύριο ανέργων, τα 3 εκατομμύρια ανθρώπων που βρίσκονται στα όρια της φτώχειας…
Στην Ιατρική, λέμε ότι όταν έχεις έναν άνθρωπο άρρωστο, δεν θεραπεύεις την αρρώστια αλλά τον άνθρωπο. Αν έχεις τρεις ανθρώπους που έχουν έλκος, δεν μπορείς απλώς να δώσεις το ίδιο φάρμακο, την ίδια συνταγή και στους τρεις, θεωρώντας ότι έκανες το καθήκον σου. Ο ένας μπορεί να έπαθε έλκος επειδή έχασε τη δουλεία του, άλλος επειδή υπέστη μία απώλεια.
Η βία και ο εκφοβισμός στα σχολεία σε μεγάλο βαθμό είναι γεννήματα – θρέμματα του φασισμού και του ρατσισμού, που καλλιεργούνται σε όλη την κοινωνία με πάρα πολλούς τρόπους. Ο μη σεβασμός στη διαφορετικότητα σε όλα τα επίπεδα. Αν θέλαμε να πάμε λίγο πιο βαθιά, θα λέγαμε ότι βία και εκφοβισμό στα σχολεία γεννά η ανισότητα, ο ταξικός διαχωρισμός και ο εθνικός φανατισμός, οι ελλείψεις εκπαιδευτικών, οι ανύπαρκτες και διαλυμένες υποδομές, η υποβάθμιση, η κατηγοριοποίηση και το κλείσιμο σχολείων, το νέο σκληρό και εξετασιοκεντρικό σύστημα, η υποβαθμισμένη τεχνική εκπαίδευση, οι στρατιές εν δυνάμει ανέργων. Βία γεννά η έλλειψη τμημάτων ενισχυτικής διδασκαλίας και πρόσθετης διδακτικής στήριξης που στερούν τις ίσες ευκαιρίες και δυνατότητες από μαθητές των φτωχότερων οικογενειών. Βία γεννά η έλλειψη τμημάτων ένταξης και παράλληλης στήριξης που αφήνει όλους τους μαθητές με μαθησιακά προβλήματα και δυσκολίες αβοήθητους μπροστά στις ιδιαίτερες μαθησιακές και κοινωνικές τους ανάγκες. Τι θα κάνουν αυτά τα παιδιά; Πώς θα εκφράσουν το θυμό τους για αυτό που τους συμβαίνει; Βία γεννά η έλλειψη τμημάτων υποδοχής για τους μετανάστες και παλιννοστούντες μαθητές, που τους αφήνει να «παλεύουν» σε ένα ξένο, «ακατάληπτο» και κατά συνέπεια εχθρικό γλωσσικό περιβάλλον. Βία γεννά το «νέο Λύκειο», σκληρό και εξετασιοκεντρικό, ένα σχολείο «λαιμητόμος» για τους αδύναμους μαθητές και γι’ αυτούς που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα έξοδα των φροντιστηρίων.
Ας μην κρυβόμαστε, λοιπόν, συνέχεια πίσω από όρους που τείνουν να γίνουν ιδεολογήματα, βεβαίως δεν αγνοούμε τα ψυχολογικά και βιολογικά αίτια της σχολικής βίας. Βεβαίως, αναγνωρίζουμε ότι πρόκειται για ένα κοινωνικό – πολιτισμικό φαινόμενο, μια κατάσταση δηλαδή που προκύπτει ως αποτέλεσμα της ύπαρξης κοινωνικών ομάδων με διαφορετικά επίπεδα δύναμης και κύρους.
Αν θέλουμε λοιπόν πραγματικά να αντιμετωπίσουμε και ακόμα καλύτερα να προλάβουμε τις σοβαρότερες, σκληρότερες και πιο ανησυχητικές διαστάσεις της σχολικής βίας είναι ανάγκη πρώτα και βασικότερα να αγωνιστούμε συνολικά για ένα πιο δίκαιο δημόσιο σχολείο, για ένα σχολείο που θα πρεσβεύει πρώτο και καλύτερο την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δημοκρατία, την ισότητα και την ελευθερία, για ένα πραγματικά δημόσιο και δωρεάν σχολείο.
Παρ’ όλες αυτές τις προσπάθειες που μπορούμε να κάνουμε – και προς την κατεύθυνση που ανέφερα στο τέλος- να κρατάμε το εξής: ότι το σχολείο δεν αλλάζει αλλάζοντας μόνο το σχολείο. Το σχολείο είναι μια νησίδα μέσα στην κοινωνία. Για να αλλάξει το σχολείο, πρέπει να αλλάξουν και πολλά πράγματα μέσα στην κοινωνία. Μπορεί οι προσπάθειες αυτές να αμβλύνουν καταστάσεις, να προσεγγίζουν ένα καλύτερο μοντέλο που θα θέλαμε, εκείνο των ίσων ευκαιριών. Αλλά το σχολείο δεν αλλάζει, αλλάζοντας μόνο το σχολείο. Χρειαζόμαστε, ταυτόχρονα, μια μεγάλη κοινωνική αλλαγή.
Με την έννοια αυτή, θα έλεγα ότι χρέος των εκπαιδευτικών δεν είναι μόνο σε επίπεδο αντιμετώπισης αλλά και πρόληψης, βεβαίως, μέσα στο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Είναι η συμμετοχή τους και το φωτεινό τους παράδειγμα σε όλους εκείνους τους κοινωνικούς αγώνες που πραγματικά μπορούν να δώσουν απάντηση σε αυτή τη διάλυση της κοινωνίας. Να αγωνίζονται για την κοινωνική δικαιοσύνη. Μπορεί αυτός να είναι ένας μακροπρόθεσμος στόχος, αλλά είναι ο μόνος τρόπος, ταυτόχρονα, με όλες τις σημαντικές αυτές προσπάθειες που γίνονται από εσάς και εμάς. Να το κρατάμε αυτό.
Και, επίσης, να θυμόμαστε ότι οι εκπαιδευτικοί δημιουργούν αιωνιότητα, καθώς κανείς δεν γνωρίζει πόσο μπορεί να κρατήσει η επιρροή τους στο μέλλον.
Για το Δελτίο Τύπου πατήστε εδώ.