Του Νίκου Τσούλια
Μήπως στη χώρα μας δεν κατοικούμε όλοι στον ίδιο κόσμο; Μήπως η πρόσληψη της πραγματικότητας διαθλάται τόσο πολύ από την προκατάληψη ή από την κομματική αγκύλωση που μας οδηγεί στη βίωση «παράλληλων συμπάντων»; Μήπως η ιδεολογική καθαρότητα διαμορφώνει στερεότυπα που αναιρούν ή έστω αμφισβητούν τον ορθολογισμό και την κριτική σκέψη;
Γιατί θέτω όλα αυτά τα «βαθυστόχαστα» και πάντως βαρύγδουπα ερωτήματα; Δεν μπορώ να κατανοήσω καθόλου την ανάδειξη της αριστείας ως μείζονος εκπαιδευτικού και πολιτικού θέματος με την παράλληλη δαιμονοποίησή του από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας. Θεωρώ ότι κάποιος μπορεί να έχει θετική ή αρνητική ή όποια ενδιάμεσης μορφής γνώμη για το εν λόγω ζήτημα, χωρίς η όλη συζήτηση να παίρνει το σχήμα μετωπικής και μείζονος αντιπαράθεσης.
Και επειδή διαπιστώνω ότι ο Υπουργός Παιδείας όλο έρχεται και επανέρχεται με ιδεολογικά τσιτάτα επί του θέματος, καταθέτω μερικές σκέψεις. Άλλωστε, είναι τόσο έντονο το πάθος του κ. Μπαλτά κατά της αριστείας που παρασύρεται η γλώσσα του και διαπράττει τα λεγόμενα «εν τη ρύμη της γλώσσας» λάθη – και κατά τη δική του έκφραση – και τελικά οδηγήθηκε να μιλήσει περί «ρετσινιάς της αριστείας». Είναι ακριβώς όμως αυτά τα λάθη που εκδηλώνουν συνήθως ό,τι βαθιά πιστεύουμε και δεν εκφράζουμε για κάποιους λόγους σκοπιμότητας.
Θεωρώ ότι ο Υπουργός (θα πρέπει να) γνωρίζει ότι η αριστεία δεν αντιμάχεται τη συνεργασία μεταξύ των μαθητών / μαθητριών˙ το αντίθετο, την προάγει αφού η πολύ καλή μαθησιακή δυνατότητα των άριστων μαθητών συνεργεί στην ερωτηματοθεσία, στην κοινή αναζήτηση και στην αλληλοστήριξη των μελών μιας ομάδας. Ο άριστος μαθητής από καταβολής εκπαιδευτικού συστήματος ήταν συνήθως συνεργός των άλλων μαθητών και μάλιστα συχνά βοηθούσε το έργο της διδασκαλίας. Ο άριστος μαθητής συνήθως έχει και μιας μορφής αναπτυγμένο ουμανιστικό αξιακό κώδικα και έχει τέτοια προσωπικότητα που γνωρίζει την αξία της ομάδας, της συνεργασίας και της αλληλεγγύης και μάλλον ρέπει προς την ταπεινότητα παρά προς την αλαζονεία.
Πιστεύω ότι σ’ όλους τους καιρούς των εκπαιδευτικών συστημάτων και σ’ όλες τις χώρες, εμείς οι εκπαιδευτικοί χαιρόμαστε και καμαρώνουμε για τους άριστους μαθητές. Και να πω και μια προσωπική μου «προσέγγιση – αδυναμία». Πιστεύουμε ότι έχουμε και τη δική μας προσωπική διδασκαλική συμβολή στην αριστεία του μαθητή και ως εκ τούτου νιώθουμε μια συναισθηματική ικανοποίηση, μια ψυχική ευφορία αλλά και μια μικρή υπερηφάνεια. Θέλω να τονίσω ότι όσες φορές ταλαντευόμαστε για ένα δύσκολο θέμα επιζητούμε κυρίως την άποψη αυτών των μαθητών, χωρίς ποτέ να μειώνουμε κανέναν άλλο μαθητή.
«Όλοι ίσοι, όλοι διαφορετικοί», είναι η γνωστή φράση – σύμβολο που καταδεικνύει την ισότητα και τη διαφορετικότητα ως ουσιώδεις ανθρωπιστικές και δημοκρατικές αξίες. Και είναι η απαρχή για τη θεώρηση του σύγχρονου προοδευτικού σχολείου. Το σχολείο που οραματίζεται και για το οποίο αγωνίζεται το εκπαιδευτικό κίνημα είναι το σχολείο που συμπεριλαμβάνει όλους τους μαθητές σεβόμενο και προάγοντας την ιδιαιτερότητά τους και τη διαφορετικότητα τους, το σχολείο που διαπαιδαγωγεί και που καλλιεργεί συνολικά τον πολιτισμό κάθε κοινωνίας. Και για να συμπεριλαμβάνει το σχολείο κάθε διαφορετικότητα των μαθητών οφείλει να έχει διαφοροποιημένα προγράμματα διδασκαλίας και επίσης διαφοροποιημένες παιδαγωγικές μεθόδους˙ άλλωστε, «δεν υπάρχει τίποτε πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων» (Αριστοτέλης). Η Ελλάδα πόρρω απέχει απ’ ένα τέτοιο σχολείο. Αντίθετα έχει ένα μάλλον μονολιθικό εκπαιδευτικό σύστημα με βασική λειτουργία του την περίφημη «ex cathedra διδασκαλία», που έχει εξαντλήσει προ πολλού την ιστορική της αποστολή.
Στις χώρες της Ευρώπης και στις περισσότερες αναπτυγμένες χώρες «πέραν» της έννοιας της αριστείας έχει προαχθεί και η έννοια της χαρισματικότητας. Καλλιεργούνται και ενθαρρύνονται οι περιπτώσεις χαρισματικών μαθητών και αποτελούν μάλιστα συστατικό στοιχείο της Ειδικής Παιδαγωγικής. Γίνονται εκπαιδευτικές έρευνες και σ’ αυτό τον τομέα αλλά στη χώρα μας δεν έχουμε ούτε καν θεσπίσει την έννοια της χαρισματικότητας! Είναι δυνατόν οι άλλες χώρες να έχουν έναν «άλφα» εκπαιδευτικό βηματισμό και εμείς να κινούμαστε αντίρροπα έχοντας και την αυταρέσκεια ότι είμαστε οι μόνοι που ξέρουμε την παιδαγωγική ορθότητα; Όσοι ερευνητές έχουν αποπειραθεί να μελετήσουν το ούτως ή άλλως υπαρκτό ζήτημα των χαρισματικών μαθητών βρίσκονται ενώπιον απόλυτου κενού ή μετατοπίζονται προς το συγγενές αλλά διαφορετικό πεδίο των αριστούχων μαθητών.
Στη δεκαετία του 1980 υπήρχε ένα ρεύμα στους κόλπους της εκπαιδευτικής κοινότητας για αναίρεση των Πρότυπων σχολείων. Αλλά έχει τρέξει πολύ νερό στο αυλάκι των εκπαιδευτικών πραγμάτων και δεν πρέπει να μένουμε σε εμμονές και σε αγκυλώσεις. Η ζωή μετασχηματίζει πολλά παιδαγωγικά ζητήματα. Είμαστε «υποχρεωμένοι» να μένουμε σταθεροί στις βασικές μας παιδαγωγικές αξίες και στα μεγάλα εκπαιδευτικά δημοκρατικά προτάγματα αλλά και να αλλάζουμε σε ζητήματα που η ίδια η πραγματικότητα τα μετασχηματίζει, αλλιώς κινδυνεύουμε να μένουμε έξω από τις γενικότερες εξελίξεις των σύγχρονων κοινωνιών. Οφείλουμε να δώσουμε το πραγματικό περιεχόμενο και στα Πειραματικά και στα Πρότυπα σχολεία. Όταν ένας θεσμός δεν λειτουργεί σωστά, τον διορθώνουμε˙ δεν τον καταργούμε. Είναι επίσης αρκετά αφελής (αν δεν είναι σκόπιμη…) η άποψη ότι αυτοί οι δύο τύποι σχολείου αλλοιώνουν τη λειτουργία των άλλων σχολείων.
Στο ζήτημα της αριστείας υπεισέρχεται και η ιδεολογική αντιπαράθεση μεταξύ αριστεράς και δεξιάς, όπου στο αξιακό δίπτυχο «ελευθερία – ισότητα», η μεν δεξιά τονίζει την ελευθερία η δε αριστερά την ισότητα. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη και αυτή την αντίθεση μπορούμε να προάγουμε και τις δύο ουσιώδεις ουμανιστικές αξίες δίνοντας τη δυνατότητα σ’ ένα «ενιαίο σχολείο» εκείνη τη «διαφοροποιητική λειτουργία» που θα εκπαιδεύει και θα διαπαιδαγωγεί ουσιαστικά όλους τους μαθητές.
Εξαιρετικό!