Του Νίκου Τσούλια
Αγάπησα την Έκθεση πολύ πριν συνειδητοποιήσω το ρόλο της. Και η αφετηρία ήταν στα παιδικά μου χρόνια. Στο Δημοτικό μου άρεσε να γράφω τις σκέψεις μου, ακόμα και χωρίς να τις ζητάει κάποιος, και ο δάσκαλός μου ενθουσιαζόταν. Η Έκθεση ήταν το πρώτο καταφύγιό μου απέναντι στην αυστηρότητα του σχολείου και ταυτόχρονα το ζωντανό ορμητήριό μου γιατί αποτελούσε τη φωτεινή ελπίδα κατάκτησης ενός δικού μου μέλλοντος καταπώς το ονειρευόμουνα. Η Έκθεση δεν με άγχωνε ούτε με φόβιζε καθόλου. Ήταν καλύτερη και από τη ζωγραφική.
Ίσως γιατί ήταν το «μάθημα» στο οποίο είχα τη δυνατότητα να εκφράσω την πάντα υπερχειλίζουσα φαντασία μου, ίσως γιατί έδινε σ’ εμένα το λόγο να εκφράσω κάτι απόλυτα δικό μου και όχι να ακούω τον δάσκαλο, όπως γινόταν στα άλλα μαθήματα. Όταν μάλιστα για πρώτη φορά ο δάσκαλος έκανε εκτεταμένη αναφορά σε μια έκθεσή μου, ένιωσα ότι «είχα ανοίξει πανιά», για να μπορώ να γράφω και να γράφω σ’ όλη μου τη ζωή. Ναι, από την άσκηση της Έκθεσηςένιωσα το μεγαλείο του γραψίματος και τη χαρά να απελευθερώνω τις σκέψεις μου και να τις καλλιεργώ, γιατί καθετί που εκθέτουμε συγκροτημένα προάγει το πνεύμα μας και την ελευθερία του.
Και όταν συνεχίστηκε η καλή μου σχέση με την Έκθεση πέραν του μικρού περίγυρου του Δημοτικού σχολείου του χωριού μου, ένιωσα – ναι θυμάμαι πολύ καλά αυτή την εικόνα – ότικατακτώ τον Κόσμο, ότι είμαι κάτι σαν τον Μέγα Αλέξανδρο! Μια μέρα λοιπόν στη Β΄ Γυμνασίου μπαίνει ο καινούργιος φιλόλογος στην αίθουσα και ρωτάει. «Ποιος είναι ο …». Σήκωσα δειλά το χέρι, αν και ήξερα περί τίνος επρόκειτο. «Σήκω να διαβάσεις την έκθεσή σου. Δεν έχω διαβάσει τόσο ζωντανή αφήγηση. Δεν έχω ξαναδεί τόσο μικρές προτάσεις και τόση αμεσότητα ανάμεσα στη σκέψη και στην πραγματικότητα». Ένιωθα ότι έθραυα τα σύνορα του χωριού μου. Ήταν μια από τις πιο όμορφες στιγμές στη ζωή μου…
Όταν άρχισα να γράφω τα πρώτα μου άρθρα σε επαγγελματικό επίπεδο για τις εφημερίδες που συνεργαζόμουνα το 1980, ξαναθυμήθηκα τη σχέση μου με την Έκθεση. Αναδύθηκαν οι σχολικές μου αναφορές. Ένιωθα μια περίεργη αυτοπεποίθηση και έδιωχνα τα σκοτάδια του φόβου και της αναστολής που είχαν γιγαντώσει τότε στα πρώτα μου άρθρα στη «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ». Και έκανα το ταξίδι της ζωής μου ταξίδι του γραψίματος. Εκατοντάδες και εκατοντάδες άρθρα έχουν «γεννηθεί» για εφημερίδες, για περιοδικά, για την ιστοσελίδα μου. Ακόμα και σ’ εκείνα τα άρθρα που ο κορμός τους ήταν ένα σώμα έρευνας ή μια βιβλιογραφική στήριξη για μένα το σημαντικότερο μέρος ήταν πάντα ο δικός μου πρωτογενής και αυθεντικός λόγος. Και ένιωθα και νιώθω πάντα ζωηρά ότι το νήμα ξεκίνησε εκεί στις πρώτες εκθέσεις του Δημοτικού και πιστεύω αταλάντευτα χωρίς καμιά απολύτως επιφύλαξη ότι η Έκθεση ήταν το μάθημα που έπαιξε το σημαντικότερο ρόλο στη ζωή μου… Γιατί μου καλλιέργησε τη δεξιότητα και την αυτοπεποίθηση να γράφω, να οργανώνω τη σκέψη μου και να κάνω το διάβασμα μια υπόθεση πολύ σοβαρή, που απαιτεί συστηματικότητα και πλήρη αφοσίωση.
Την ιδιαίτερη σχέση μου με την Έκθεση θα την ξαναβρώ ως νεοδιόριστος εκπαιδευτικός πλέον. Η αφορμή θα έλθει από έναν εξαίρετο παιδαγωγό / εκπαιδευτικό. «Θα μπορούσαν να εξετάζονται οι υποψήφιοι για τα πανεπιστήμια, ακόμα και για την Ιατρική σε ένα και μόνο μάθημα, την Έκθεση. Γιατί εδώ βρίσκεις το Όλον του μαθητή και τις δυνατότητές του. Δεν αναζητάς και δεν προάγεις μόνο τις γνώσεις του και τη μονομέρεια της απομνημόνευσης αλλά και την κριτική σκέψη του και τη δημιουργικότητά του». Ήταν ο Γυμνασιάρχης του σχολείου μου τη μοναδική χρονιά που δίδαξα και σε Γυμνάσιο στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, στην Εφύρα Αμαλιάδας. Μού είχε δώσει πολλές απόψεις του για την εκπαίδευση και συμβουλές για την παιδαγωγική συγκρότησή μου, που πάντα τις εύρισκα μπροστά μου. Αυτή όμως ήταν πολύ ξεχωριστή, μου είχε κάνει εντύπωση και χρόνια και χρόνια μετά συμφωνούσα με φοβερή ευκολία και μεγάλη προθυμία.
Τρεις δεκαετίες μετά και χωρίς να έχω ξεχάσει καθόλου αυτή την αναφορά του Γυμνασιάρχη μου – αντίθετα έχει γίνει ένα μικρό εκπαιδευτικό / μορφωτικό πρόταγμά μου – θεωρώ ότι η Έκθεση μπορεί να μετασχηματίσει τον εν πολλοίς στείρο ρόλο της αποστήθισης στη διαδικασία της μάθησης, να συνεργήσει σε μια εσωτερική μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος αλλά και να βοηθήσει σε μια αναβάθμιση των Πανελλαδικών εξετάσεων, η οποία αναβάθμιση θα «επιστρέψει» και ως μια σχετική απελευθέρωση του λυκείου.
Υ.Γ.
Επί της τελευταίας αναφοράς θα κατατεθεί μια πρόταση τον Σεπτέμβριο.