Του Νίκου Τσούλια
Το ερώτημα είναι προφανώς το ίδιο με το «γιατί δεν υπάρχουν σήμερα μεγάλοι διανοούμενοι». Και οι ερμηνείες και οι όποιες απαντήσεις μπορούν να δοθούν με την ίδια μέθοδο ανάλυσης˙ απλώς στο χώρο της εκπαίδευσης έχουμε και πρόσθετες / ειδικές αναφορές.
Το έλλειμμα στο χώρο της διανόησης και του στοχασμού είναι απόρροια συγκεκριμένων παραγόντων. Το γενικό πολιτισμικό και κοινωνικό περιβάλλον των σημερινής ιστορικότητας χαρακτηρίζεται από παρακμιακές αντιλήψεις και πρακτικές. Οι δυνάμεις της αγοράς έχουν διαμορφώσει ένα προνομιακό γι’ αυτές πεδίο, εκείνο του καταναλωτισμού και της χωρίς όρια συσσώρευσης υλικών αγαθών με ολοένα και μεγαλύτερες ανισότητες εδώ και πολλές δεκαετίες, πεδίο το οποίο ο κόσμος της εργασίας δεν το αμφισβήτησε στο βασικό πυρήνα του αλλά μόνο σε επιμέρους πλευρές του.
Στη σφαίρα της πολιτικής έχουμε την απόλυτη ήττα των κομμάτων του κομμουνιστικού ρεύματος αλλά και την πλήρη «απορρόφηση» της όποιας αμφισβήτησης και αυτόνομης δημιουργικότητας είχε η σοσιαλδημοκρατική κυβερνητική εκδοχή στην Ευρώπη έναντι του κεφαλαίου. Έτσι σήμερα στο χώρο της θεωρίας και του στοχασμού αναπτύσσονται εύκολα και ανέξοδες αριστερίστικες ιδεοληψίες, που δεν μπορούν να διαμορφώσουν ένα ιδεολογικό κίνημα ουσιαστικής αντιπαλότητας με την κρατούσα αγοραία εκδοχή της ιστορίας.
Στη χώρα μας μάλιστα έχουμε για πρώτη φορά ένα κόμμα της αριστεράς (ομού με ένα εθνικιστικό κόμμα…) στη διακυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να εμφανίζονται κάποια ίχνη προοδευτικού ιδεολογικού αξιακού φορτίου στην άσκηση της πολιτικής. Και το πιο εντυπωσιακό γεγονός είναι ότι δεν υπάρχουν ούτε κάποια μεμονωμένα πρόσωπα διανοούμενων, τα οποία να θέσουν έστω μερικά θεωρητικά ζητήματα για τα μεγάλα προτάγματα των καιρών μας. Μπορούν να θεωρηθούν προοδευτικοί στοχασμοί οι δημαγωγίες και οι λαϊκισμοί ή οι ιδεοληψίες και οι γλωσσικοί αυτοσχεδιασμοί; Ποιος από το κυβερνητικό σχήμα (ή και έξω απ’ αυτό) έχει προωθημένο θεωρητικό λόγο, που να ανοίγει προοπτικές στο πεδίο μιας αριστερής κυβερνητικής πολιτικής; Έχουμε δει έστω και ένα κείμενο από τα μεγαλόσχημα στελέχη του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. για το πώς αντιμετωπίζεται συνολικά η κρίση στη χώρα μας στις δεδομένες συνθήκες και στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Μπορεί να φανταστεί κάποιος την κ. Κωνσταντοπούλου ή τον κ. Κουράκη ή τον κ. Φλαμπουράρη ή τον κ. Βούτση ή … να καταθέτει μια ολοκληρωμένη ιδεολογική θεώρηση για το τι σημαίνει αριστερά σήμερα σε μια κυβερνητική πολιτική και πώς μπορεί αυτή η πολιτική να συνδέεται με έναν μετασχηματισμό της κοινωνίας, που τόσο πολύ εύκολα επαγγέλλεται και πουλάει ανέξοδα το «Αριστερό Ρεύμα» του κ. Λαφαζάνη;
Και ενώ στους παλιότερους καιρούς ήταν η παραδοσιακή αριστερά εκείνη που τροφοδοτούσε τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά με ιδεολογικές θεωρήσεις αλλά και με στελέχη, σήμερα γίνεται το αντίθετο. Έτσι είδαμε, για παράδειγμα, τον Κ. Τσουκαλά να μετακινείται ιδεολογικά με αντίτιμο μια θέση στην Ευρωβουλή, αλλά χωρίς και αυτό να σημαίνει τίποτα ουσιαστικό για την προαγωγή της πολιτικής θεωρίας και της ιδεολογίας από το κυβερνητικό σχήμα ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. Αντίθετα είδαμε το Υπουργείο Άμυνας του εθνικιστή Π. Καμμένου να μοιράζει φυλλάδια στους μαθητές / στις μαθήτριες για να τονώσει το πατριωτικό τους φρόνημα, μια κίνηση απόλυτα αναχρονιστική και βαθιά αντιδραστική.
Τρίτος βασικός παράγοντας είναι η παντελής έλλειψη μιας ολοκληρωμένης πολιτικής εκπαιδευτικής πρότασης για τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, με στόχο το πέρασμα από τη σημερινή «οικονομία της πληροφορίας» στην «κοινωνία της γνώσης και της μάθησης» και τη δημιουργία ενός σχολείου ουμανισμού. Όταν οι πολιτικές παρεμβάσεις της «αριστερής διακυβέρνησης» οριοθετούνται στα δευτερεύοντα και στα επιμέρους στοιχεία της εκπαίδευσης, όταν δεν υπάρχει ένα έστω γενικό σχεδίασμα για την ουσία της αγωγής, πώς μπορεί να τροφοδοτηθεί να γονιμοποιηθεί ο χώρος της παιδαγωγικής;
Δυστυχώς η ανανέωση της πολιτικής ζωής και των εκφραστών της δεν συνοδεύτηκε, όπως συνήθως γίνεται, με την άνοδο δημιουργικών κοινωνικών δυνάμεων ούτε, πολύ περισσότερο, με ένα ιδεολογικό προοδευτικό πολιτικό κίνημα ή με ένα μορφωτικό ρεύμα. Η κρίση – και μόνο αυτή – έδωσε τη δυνατότητα σε μια έκφραση της αριστεράς να έλθει στη διακυβέρνηση της χώρας. Δυστυχώς δεν κομίζει τίποτα ελπιδοφόρο για την ελληνική κοινωνία, παρά μόνο μια φλυαρία που προσομοιάζει με αλαλία αφού, αν στύψεις τον εύκολα εκφερόμενο πολιτικό λόγο των στελεχών της, δεν μένει καμιά απόγευση ουσίας! Αλλά και στη Βουλή των Ελλήνων βλέπει κανένας αξιόλογες φωνές, δρέπει κάποιους καρπούς μιας στοχαστικής και εμβριθούς ανάλυσης; Ο λόγος των αντιπροσώπων του Έθνους μας μπορεί να θεωρηθεί έστω κατ’ υποψία διαπαιδαγωγικός ή είναι πλήρως αντιπαιδαγωγικός και στο περιεχόμενο και στο ύφος; Πώς μπορούν να καλλιεργηθούν άραγε φωνές και προσωπικότητες μεγάλων παιδαγωγών; Πώς μπορούμε «να δούμε» έναν Γληνό ή έναν Δελμούζο, έναν Κουντουρά ή έναν Τριανταφυλλίδη;