«Είτε γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί», Βενιαμίν Φραγκλίνος, Αμερικανός συγγραφέας. Κάπως έτσι, θα ήταν οι ιδανικοί εξελιγμένοι Νεοέλληνες, πόσο μάλλον οι εκπρόσωποι αυτών, οι οποίοι στην ανικανότητά τους, να γράψουν τη δική τους ιστορία, αμφισβητούν αρκετές από τις ματωμένες ηρωικές σελίδες της υπάρχουσας. Απ’ την άλλη, κατανοώ, ότι κάπως πρέπει να πασαλειφθεί η ΤΟΣΗ αποτυχία εκείνων, που επί 40 χρόνια, αδυνατούν να είναι αντάξιοι ακόμα και των ίδιων τους των λεγομένων, γενικά και ειδικά. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια δυστυχώς, γέννημα – θρέμμα «ανθρώπων», που εμείς επιλέξαμε, για να μας αντιπροσωπεύουν, εντός κι εκτός ελλαδικού χώρου.
Τα τελευταία 40 έτη, όποιος κι αν ανέλαβε το φαγοπότι με τις χίλιες μασέλες, στον πανέμορφο αυτό τόπο, το κατάφερε, εξαπατώντας με ψεύτικα μεγάλα λόγια, διαπίστωση που πηγάζει εκ του αποτελέσματος. Από άλλο ανέκδοτο φυσικά και οι εκκωφαντικές σειρήνες των εκάστοτε φανατισμένων οπαδών οποιασδήποτε παράταξης. Σε ένα αμάξι, με προκαθορισμένη και υποχρεωτική όπισθεν πορεία πλέον, είτε στρίψεις το τιμόνι του αριστερά, είτε δεξιά, είτε στο κέντρο, μόνο προς τα πίσω θα κατευθυνθεί, εφόσον ο οδηγός του έχει φορεμένη τη ζώνη του χειροπόδαρα. Μόνο, αν αναλάβουμε, να σπρώξουμε όλοι μαζί και ενωμένοι, θα καταφέρουμε να ανατρέψουμε την όπισθεν πορεία και να κινήσουμε επιτέλους προς τα εμπρός το σαραβαλάκι, μάρκας Ελλάς.
Ποια αξία αποκτούν λοιπόν, τα λογάκια αποπροσανατολισμού και υποτιθέμενης καλής θέσης και πρόθεσης κάθε οδηγού και συνοδηγού, αφού η ουσία βρίσκεται στο αποτέλεσμα, στην κατεύθυνση δηλαδή, που τελικά κινούμαστε όλοι; Μα, φυσικά, την αξία αυτού που τα εκστομίζει, αλλά και εκείνων που τα ενστερνίζονται. Δεν είναι λίγες οι φορές, που νιώθω, ότι στα τόσα ανοιχτά μέτωπα, στα οποία η Ελλάδα, ως κρατικός μηχανισμός, αδυνατεί να ανταποκριθεί, έστω και στοιχειωδώς, τα λογάκια του κάθε υπεύθυνου – ανεύθυνου εκπροσώπου μας, που εμείς καλοπληρώνουμε, όπως και κάθε πουλημένου δημοσιογραφίσκου, που εμείς κάναμε φίρμα, είναι απλά προμελετημένες ατάκες με δόλο. Ένα θορυβώδες πανηγύρι δηλαδή, που οργανώνει ένας, έχοντας και την πολυμελή του ορχήστρα για στήριξη, λες και δεν υπάρχει κάτι πιο ουσιαστικό να ασχοληθούμε και πρέπει όλοι να ζαλιζόμαστε απ’ τα φάλτσα του καθενός.
Πραγματικά, επί της παρούσης, που ζούμε σε κόσμο που κυριολεκτικά αιμορραγεί καθημερινά, δεν υποφέρεται πλέον, η εκτόξευση λεκτικών πυρών ΚΑΙ εκ των έσω, με κίνητρο την ψυχική αποδυνάμωση και τον αποπροσανατολισμό του φιλότιμου ελληνικού λαού. Είναι αυτός ο λαός, που μέσα στα χίλια στραβά της νοοτροπίας του, έχει δύναμη ψυχής μοναδική και παγκοσμίως αναγνωρίσιμη και επίφοβη. Πώς να συνεχίσει να πληρώνει την ανεπάρκεια του κρατικού μηχανισμού λοιπόν, είτε με αλληλεγγύη προς τους πρόσφυγες, είτε με φόρους, μέτρα, ΕΝΦΙΑ, χαράτσια και στο τέλος και με την ίδια του την υγεία και τη ζωή, αν στύβεται ψυχικά και ηθικά, καθημερινά;
Έστω κι αργά, ας φροντίσει έκαστος, από εδώ και στο εξής, να εμπλουτίζει την πολύτιμη μοναδική του προσωπικότητα, με ωφέλιμη ψυχική και πνευματική τροφή, για την ενίσχυση του εαυτού του, αλλά και των γύρω του. Οι λεκτικές ψευτομαγκιές, το μόνο που προσφέρουν είναι διχαστικές έριδες. Η ομορφιά κάθε ανθρώπου ξεκινά, εκεί που σιωπά το «φαίνεσθαι» και μιλά το «είναι». Δυστυχώς επτωχεύσαμεν, τόσο θεαματικά, που αποτελούμε περίγελο μίας Ευρώπης, που είναι για κλάματα. Οι επιλογές είναι δύο, λοιπόν: είτε θα σπρώξουμε μαζί ενωμένοι το σαραβαλάκι, μάρκας Ελλάς, είτε θα γκρεμοτσακιστούμε μέσα σε αυτό, ως διχασμένοι ηλίθιοι, με την υπαγορευμένη όπισθεν… που πανηλίθιοι μας έχουν επιβάλει!