Σήμερα η Διδακτική δεν υπόσχεται πλέον στο δάσκαλο την τέλεια μέθοδο που θα του εξασφαλίσει την επιτυχία στο διδακτικό του έργο. Την ομοιομορφία, τον κομφορμισμό, τη δυσκαμψία και τη μονολιθικότητα, όλα αυτά τα παγιωμένα μοντέλα της παλιάς διδακτικής, έχουν διαδεχθεί η πολυφωνία και η περιορισμένη ισχύς των διδακτικών σχημάτων. Ο ικανός και ευρηματικός δάσκαλος αναπτύσσει πλήθος μεθόδων και ικανοτήτων και τις εφαρμόζει αποτελεσματικά στις ανάλογες περιστάσεις. Οι ενέργειές του πρέπει να είναι στοχευμένες, συστηματικές και καλά οργανωμένες. Σκοπός των ενεργειών αυτών είναι η κατάκτηση της γνώσης από το μαθητή και η απόκτηση διαφορετικών δυνατοτήτων που θα του επιτρέψουν να ανταποκριθεί στις ανάγκες της ζωής. Κατά συνέπεια, στο σύγχρονο σχολείο το φαινόμενο της διδασκαλίας προσεγγίζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε η μάθηση να πηγάζει από τους μαθητές, να είναι “μαθητοκεντρική”. Σύμφωνα άλλωστε με τον J. Piajet, “οι μαθητές μαθαίνουν όταν ενεργοποιούνται μέσα σε ένα περιβάλλον πλούσιο σε ερεθίσματα”.
Για το σκοπό αυτό, ο μαθητής πρέπει να κατευθύνεται στις πηγές και στα μέσα κατάκτησης της γνώσης, να δίνεται προτεραιότητα στο διάλογο και να καταργηθεί η αυθεντία. Επιβάλλεται να κατανοηθεί πως η διδασκαλία απευθύνεται πλέον στην “ολική έκφραση” του μαθητή -γνωστική, συναισθηματική, ψυχοκινητική- και το σύγχρονο σχολείο εναντιώνεται στο πνεύμα της ομοιομορφίας. Η διδακτική μεθοδολογία στο πολυπολιτισμικό ευρωπαϊκό σχολείο του 21ου αιώνα χρειάζεται να διαφοροποιηθεί από τις δομές της γενικής και ειδικής διδακτικής του παραδοσιακού σχολείου και ο δάσκαλος να χρησιμοποιεί στο σχεδιασμό της εργασίας του νέες πρακτικές, οι οποίες -ενδεικτικά- προσδιορίζονται ως εξής:
- Αρχή της συμμετοχικής και ομαδικής εργασίας.
- Αρχή της αυτενέργειας και της δημιουργικότητας.
- Διάλογος και κατάρρευση της αυθεντίας.
- Αντιδιδακτικός ρόλος του εκπαιδευτικού.
- Αντιαυταρχική διδασκαλία.
Παράλληλα, η αναγκαιότητα της ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών στην εκπαιδευτική διαδικασία δηλώνεται και τεκμηριώνεται σε πολλές σύγχρονες έρευνες. Η ενσωμάτωση αυτή απαιτεί αλλαγή στις διδακτικές μεθόδους με κεντρικό στόχο το δάσκαλο. Έχει αναγνωριστεί πλέον ο κρίσιμος ρόλος που καλείται να διαδραματίσει ο εκπαιδευτικός στο σχεδιασμό του μαθησιακού περιβάλλοντος, καθώς και η σημαντική συμβολή του στο αποτέλεσμα της οποιασδήποτε καινοτομίας. Βασικός ρόλος των νέων τεχνολογιών στη μάθηση είναι να συμβάλουν στη δημιουργία νέων μορφών διδασκαλίας, μέσα από τις οποίες οι μαθητές θα κατευθύνονται σε υψηλότερα επίπεδα κατανόησης. Οι νέες τεχνολογίες θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν για να στηρίζουν τις προσπάθειες των μαθητών για κατανόηση και όχι για μηχανική απομνημόνευση, για να προάγουν την εννοιολογική αλλαγή και τη γνωσιακή ευελιξία.
Η εισαγωγή της τεχνολογίας στα σχολεία δεν αποτελεί αυτοσκοπό, αλλά ούτε και πανάκεια στη λύση των προβλημάτων που απασχολούν τη σύγχρονη εκπαίδευση. Υπάρχουν, ωστόσο, ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες είναι απαραίτητες για την επιτυχή ένταξη της τεχνολογίας στο αναλυτικό πρόγραμμα των σχολείων όλων των βαθμίδων. Ορισμένες από αυτές είναι οι ακόλουθες:
- Ο υπολογιστής ως εργαλείο σκέψης και αντίληψης.
- Εκπαίδευση των δασκάλων στην αποτελεσματική χρήση της τεχνολογίας στα πλαίσια του αναλυτικού προγράμματος.
- Αναδόμηση του αναλυτικού προγράμματος με τρόπο ώστε να μπορεί να αξιοποιηθεί η τεχνολογία όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά.
- Επένδυση στην υλικοτεχνική υποδομή των σχολείων και των εκπαιδευτικών οργανισμών.
- Συνεχής αξιολόγηση, αναθεώρηση και βελτίωση τεχνολογικών καινοτομιών.
- Συμμετοχή των εκπαιδευτικών στις διαδικασίες οργάνωσης, εφαρμογής και αξιολόγησης της καινοτομίας.
- Χρήση δικτυακών τεχνολογιών για τη δημιουργία και υποστήριξη δυναμικών κοινοτήτων μάθησης.
*Η Μαρία Μποβολή είναι φιλόλογος με ειδίκευση στη Διδακτική της Έκθεσης, μέλος της ερευνητικής ομάδας του Εργαστηρίου Τηλεκπαίδευσης και του Προγράμματος “My name is Teacher” και μεταπτυχιακή φοιτήτρια του Τμήματος Πληροφορικής.