Έτυχε να πέσω πάνω σε μία εικόνα, από αυτές που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο. Απεικόνιζε τον Αδόλφο Χίτλερ με ένα κειμενάκι δίπλα να εξαίρει την σημασία εκείνης της χρονιάς, διότι πλέον θα υφίστατο η κυκλοφορία των όπλων μόνο κατόπιν ειδικής άδειας. Μου φάνηκε παράξενο είναι η αλήθεια. Υπήρχε απόλυτη ταύτιση με τον socalled «ειρηνικό φιλελευθερισμό». Με μία γρήγορη ματιά ανακάλυψα μία φράση του Thomas Madison, ο οποίος υποστήριζε ότι τα μέσα εναντίον των εχθρών γίνονται τα όργανα της τυραννίας στην πατρίδα. Η γνώμη του αμερικάνου ήταν καλή, γιατί εξηγούσε την χαρά του δικτάτορα. Είναι όμως ταυτοχρόνως αντίθετη με την σημερινή κυριαρχούσα άποψη, στην οποία αρέσκεται ο δικτάτορας. Το ζήτημα μπερδεύει…
Συνειρμικά έρχεται στο νου μια παλαιά ιστορία του βουλευτή Χατζηπέτρου. Αυτός έβρισε κατά τη διάρκεια μιας αγόρευσης στην βουλή τον υπουργό Στάη. Ο λόγος ήταν πως ο φίλος του Χατζηπέτρου, Μεσηλινός, δεν έγινε καθηγητής ανατομίας. Υπέβαλλαν την παραίτηση τους και συναντήθηκαν στη σημερινή Νέα Χαλκηδόνα, πάνω από την οδό Αχαρνών. Ο Χατζηπέτρος είχε μυωπία, σκοτώθηκε, με το σοκ να πλημμυρίζει την αθηναϊκή κοινωνία. Όλα αυτά το 1904. Πέρασαν χρόνια από τότε πολλά, πάνω από αιώνας. Το debate όμως γύρω από τα όπλα δεν σταμάτησε. Απλώς στην Ελλάδα δεν ενδιαφερόμαστε.
Είναι πολλές οι φωνές που στηρίζουν την οπλοφορία και την οπλοκατοχή, θεωρώντας τα απόλυτα δείγματα πολιτισμικού εξευγενισμού (O Carlisle E. Moody, οικονομικός ιστορικός στο “College of Williamand Mary”, ισχυρίστηκε πως η μείωση της βίας στην Ευρώπη από το 1200 έως το 2010 είναι πιο στενά συνδεδεμένη με τη αύξηση της κατοχής όπλων). Άλλες αρκούνται στην υποβάθμισή των, ως βαρβαρότητα, με το ζήτημα να τελειώνει εκεί, αφού πως είναι δυνατόν να συζητούμε για κάτι «που έκαναν οι αμόρφωτοι παππούδες μας»; Πράγματι, υπερβάλλω, αλλά η ουσία είναι η ίδια. Και τότε, γεννώνται οι σκέψεις πως αυτή τη γνώμη της απαγόρευσης στηρίζει η ιδεολογία του Ναζισμού , η Βόρεια Κορέα, η Κίνα και κάθε απολυταρχία. Η καταγγελία της συζήτησης ως ανούσιας δεν επικροτείται, διότι δεν υπάρχει εύκολη λύση στον πυρήνα της αντιπαράθεσης. Κάποια προωθητική αναβάθμιση του νομικού συστήματος, ακόμη και τελειοποίηση της νομοτεχνικής δομής του δεν θα επέλυε το πρόβλημα. Η παράνομη διανομή όπλων θα συνεχιζόταν, οι εγκληματίες θα έβρισκαν είτε όπλο-πιστόλι ή θα χρησιμοποιούσαν – το απλούστατο- μαχαίρια και θα «καθάριζαν» τον δρόμο τους, ενώ το θύμα θα έψαχνε στον άλλο κόσμο το αγαθό της δίκαιης δίκης. Η καλύτερη αστυνόμευση είναι ένα επιχείρημα, αλλά καταλήγουμε σε καθεστώς «αστυνομοκρατίας» που μάλλον Όργουελ θυμίζει παρά ελεύθερη κοινωνία.
Τέτοιες σκέψεις θα έχουν απασχολήσει σίγουρα οποιονδήποτε δεν μεγάλωσε σε «περιβάλλον θερμοκηπίου». Όταν τα πράγματα αποκτούν χρώμα μελάνης, ένα όπλο σώζει το θύμα βιασμού, ξυλοδαρμού, κλοπής (αποτρεπτικά), ή δολοφονίας. Από την άλλη μεριά, όταν το όπλο πέσει στα χέρια ενός μη αποδεδειγμένα (ακόμη τουλάχιστον) φρενοβλαβή, ο αθώος θα πληρώσει το λάθος του νομοθέτη. Αν μια ζωή χαθεί έτσι, μετά ποιος αξίζει να συζητήσει για το βάρος των τύψεων που βαραίνουν τόσο την κυβέρνηση όσο και την κοινωνία που ψήφισε αυτή τη κυβέρνηση;
Συνιστά αναμφισβήτητα προβληματική τόμων ανάλυσης. Θα περιοριστούμε στα βασικά σημεία αυτής. Μερικά θετικά. Μερικά αρνητικά. Σχεδόν κωδικοποιημένα. Η συνήθεια, ή παράδοση, ή κουλτούρα οπλοφορίας παίζει κάποιο ρόλο. Στην Ελλάδα, μπορούμε να πούμε ότι τα όπλα κέρδισαν την επανάσταση του ‘21. Για να τα αποκτήσουν, έπαιζαν πολλές φορές κλεφτοπόλεμο. Αργότερα, αν και υπήρχαν, η θέα των ήταν αποκρουστική, εφόσον και ο θεσμός της μονομαχίας μετά το περιστατικό του Χατζηπέτρου εξέλειψε, με τον νόμο να καταργεί τους κανόνες μονομαχίaς, αφού πρώτα έπεσαν σε αχρηστεία.
Σήμερα, μολονότι στην επαρχία σχεδόν όλοι έχουν καραμπίνες στα σπίτια τους, η οπλοφορία-οπλοκατοχή γενικά απαγορεύεται. (Οξύμωρο έτσι; Ας ήταν το μόνο.) Δυνάμεθα να ισχυριστούμε πως ο νόμος είναι αρκετά περιοριστικός, αν και επιτρέπει εύκολα την απόκτηση καραμπίνας κυνηγιού, με την προσθήκη τόσων πολλών προϋποθέσεων απόκτησης άδειας πιστολιού, το οποίο σύμφωνα με την πρακτική δεν δίδεται στον καθένα. Το εύχρηστο πιστόλι είναι εκείνο που αποτελεί το μήλον της έριδος. Η καραμπίνα, δύσχρηστη μεν, anti-marketing δε, αποθαρρύνει τους επίδοξους Δον Κορλεόνε, οι οποίοι εδώ που τα λέμε κάπου το χάνουν, αφού βλέπουν ότι ο Μάικλ δεν «βάφει με αίμα τα χέρια του» φανερά. Μόνο ο Βίτο το έκανε, και τούτο στην αρχή. Όπως και να ‘χει, το όραμα του Tony Montana καλά κρατεί. Στην Αμερική, όπου τον ρόλο των εγχώριων Υποχθόνιου και Snik ενστερνίζεται ο Future, υπάρχουν 90 όπλα ανά 100 πολίτες. Το Τέξας, σε ρομαντισμούς Άγριας Δύσης επέτρεψε σε 1 εκατομμύριο πολίτες να οπλοφορούν φανερά. Στην Ελβετία όπου η νομοθεσία είναι επίσης χαλαρή, αντιστοιχούν 25 όπλα ανά 100 πολίτες αυτή τη στιγμή, με το δημοψήφισμα του 2011 να απορρίπτει πιο αυστηρές προϋποθέσεις.
Οι έρευνες του 2013 δείχνουν πως οι ΗΠΑ κατέχουν ακόμη τον τίτλο των περισσότερων επιθέσεων με όπλα εν συγκρίσει με ευρωπαϊκά κράτη, ενώ χώρες όπως η Κολομβία και η Βενεζουέλα τρώνε την χώρα του απερχόμενου Obama για πρωινό στα ποσοστά της ένοπλης βίας. Τέτοιες μετρήσεις όμως είναι για αιθεροβάμονες εγωιστές, πείσμονες να επιβάλλουν κάποια ιδεοληψία των. Δεν σταθμίζουμε τα ανόμοια, δεν ταυτίζουμε την διαφορετικότητα. Το «δυο μέτρα και δύο σταθμά» επισκιάζουν την αλήθεια. Στις χώρες γενικευμένης ανομίας είναι εύλογο να υπάρχουν περισσότερα κρούσματα ένοπλης βίας από ότι στις ευνομούμενες. Συνεπώς, τέτοια επιχειρήματα αποσύρονται για χαλαρό τζόκινγκ(!) όταν εξετάζονται σοβαρά, όπως και εκείνα που αποδεικνύουν δήθεν την μείωση των δολοφονιών με όπλα, εξ αιτίας των σκληρότερων νόμων της κυβέρνησης, την στιγμή που ανέβηκαν με γεωμετρική πρόοδο οι δολοφονίες με κουζουνιμάχαιρα, επί παραδέιγματι. Από ένα σημείο και έπειτα, η εγκληματική διάθεση δεν εξαρτάται από τα μέσα, αλλά από την περιρρέουσα κοινωνικοπολιτική κατάσταση και φυσικά την παιδεία. Έτσι παρατηρούμε πως στην Τζαμάικα, το Ελ Σαλβαδόρ, την Ονδούρα, τη Γουατεμάλα κλπ αυξάνεται η βία και οι δολοφονίες χωρίς απαραίτητα να αλλάζουν και οι νόμοι περί όπλων.
Κάποιος που έχει αποφασίσει να σκοτώσει στη χώρα μας, θα το κάνει και με μία καραμπίνα, δια της έκδοσης άδειας κυνηγιού, ή με ένα ψαροντούφεκο για το οποίο δεν ζητείται άδεια. Υπάρχει απόφαση ελληνικού δικαστηρίου που ονομάζει όπλο ένα καπάκι σκουπιδοτενεκέ! Και αυτό γιατί ήταν το μέσο της ένοπλης βίας. Το αναμάσημα των ιδίων φορτισμένων λέξεων (όπλα->θάνατος) τελικά μας απομακρύνει από την ουσία τους θέματος.
Σημειωτέον πως η αυστηρότητα των νόμων περί όπλων μήτε μειώνει την πληθώρα των όπλων που κυκλοφορούν, μήτε την ένοπλη βία, όπως έδειξε μία έρευνα του 1993 στη Journal of Quantitative Criminology Vol. 9, No. 3. Συνεπώς θα καταλήξουμε σε τρία βασικά επιχειρήματα και συνάμα αντεπιχειρήματα:
1) Όπλα και Διακυβέρνηση: Οι υπέρμαχοι των όπλων υποστηρίζουν πως τα όπλα διατηρούν την ελευθερία των πολιτών απέναντι σε μία τυραννική διακυβέρνηση. Το αντεπιχείρημα είναι πως καλλιεργούν την μονομέρεια, εχθρό της κοινωνικής αλληλεγγύης, και με την κοινωνικά χωρισμένη, θεμελιώνεται ισχυρότερα η εξουσία ενός καταχραστή της εξουσίας χωρίς να μειώνεται η δυνατότητα επιβολής της θέλησης του.
2) Όπλα και ελευθερία (υπό τη φιλελεύθερη έννοια του όρου): Θεμέλιο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας είναι μεταξύ άλλων το δικαίωμα του λόγου. Αν κάποιος κατέχει όπλο ασχολείται με την καθημερινότητα του άνευ ανησυχίας ή φόβου απειλών. Ως προς τα λεκτικά επιχειρήματα όμως, άπαξ και το όπλο εμφανιστεί στο μέσον των ηχητικών αντιδράσεων του ομιλούντος όλα εξοβελίζονται, και επικοινωνούν τα όπλα με διαφορετικό τρόπο, αν και εφόσον ο ακροατής ή συνδαιτυμόνας δεν ήθελε να «ακούσει ανοησίες(!)». Εδώ και πάλι (διότι συντελεί σε καίριο συλλογισμό των υποστηρικτών των όπλων) αντικρούεται πως υπό το πρίσμα της καντιανής ηθικής αυτό το σκεπτικό δεν εδράζεται πραγματολογικά. Ποιος είπε όμως ότι η ηθική συνιστά σταθερά της κοινωνικής συμβίωσης χωρίς καμία εξαίρεση;
3) Όπλα και Παρανομία: Εδώ γυρίζουμε στα προειρημένα με το «θερμοκήπιο». Στο δρόμο οι εγκληματίες θα βρουν τρόπους επίθεσης, ο αθώος πολίτης όμως δεν είναι υποχρεωμένος να «λιώνει στο γυμναστήριο» για να αντιμετωπίσει την πιθανότητα επίθεσης. Ένα όπλο ισορροπεί την μοίρα των διαπλεκομένων. Τι γίνεται όμως αν πέσει σε χέρια φρενοβλαβών; Σε χέρια αψίθυμων; Εν τέλει εις τας χείρας των «τρελών του χωριού»; Δεν υπάρχει απάντηση.
Τα όπλα θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Το ίδιο και οι εγκληματίες, μαζί με τους αθώους νεκρούς, σκεπασμένους το ανήσυχο χώμα των να τυραννά βάναυσα όσους έμειναν πίσω.
Αν θέλεις έναν κόσμο με λιγότερη βία, και κατηγορείς τα όπλα δεν λέγεσαι σοβαρός, αφού η βία δεν συνάδει με τα όπλα. Αν θέλουμε όμως ένα κόσμο με λιγότερους αθώους νεκρούς τότε ναι, τα όπλα έχουν τον ρόλο τους, μικρό ή μεγάλο. Δεν μπορούμε να δώσουμε απαντήσεις εύκολες. Όποιος το κάνει, συνήθως βιάζεται. Μπορούμε όμως να προβληματιστούμε για ένα ζήτημα που κατά καιρούς γονιμοποιεί τον διάλογο, έχοντας πάντοτε υπ’ όψιν πως στην άλλη μεριά του Ατλαντικού για αυτό συζητούν. Αυτή η εποχή ενδείκνυται ώστε να κάνουμε τον απολογισμό μας. Τα όπλα μπορεί να έσωζαν την κατάσταση εναντίον των επιθέσεων του ISIS, αλλά τι άλλο θα προκαλούσαν;
μία ευχή:
Να μην ξεχαστούν ποτέ οι Δολοφονημένοι στο Bataclan…
**Το κείμενο συνετάχθη πριν τις φρικιαστικές επιθέσεις του ISIS στις Βρυξέλλες.