Αν όλα ήταν αλλιώς, αν ο κόσμος ήταν σπαρμένος με ροδοπέταλα, αν η άνοιξη δεν έκρυβε χειμώνες με χειμωνανθούς, αν γνωρίζαμε να προβλέπουμε το μέλλον και να αποφεύγουμε δυσχερείς καταστάσεις, αν ο κατατρεγμένος είχε στέγη, μία φωλιά για να κουρνιάσει και να αναπαυτεί από τις ταλαιπωρίες που του χάρισε σαν κατάρα η μοίρα του, αν όλοι οι άνθρωποι είχαν τις ίδιες ευκαιρίες στην παιδεία, γνώση, εκπαίδευση, ίσως να είχε άλλη όψη ο κόσμος μας. Αλλά, είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε ο κόσμος μας να ήταν διαφορετικός, ιδεατός, ή μας αρέσει έστω και από συνήθεια, από εγωισμό, από μοιρολατρία να βιώνουμε τις διαμορφωμένες καταστάσεις; Μήπως από πολέμιοι των δεινών της ανθρωπότητας καταλήξαμε ερωτευμένοι με αυτά και τα αποδεχτήκαμε με βουλιμία; Όλοι μας επιθυμούμε, τουλάχιστον η πλειονότητα, έναν δίκαιο βίο, μέχρι εκεί όμως, που δεν καταπατούνται και δε θίγονται τα κεκτημένα μας, μέχρι εκεί, όπου η ευτυχία των άλλων δεν ξεπερνά τη δική μας, μέχρι το σημείο που όλοι ποθήσαμε τις ίσες ευκαιρίες αλλά προτιμήσαμε τις άνισες, όταν αντικρίσαμε τον ματαιόδοξο κίνδυνο να απειλούνται τα συμφέροντά μας από τα αδύναμα οικονομικά στρώματα, από τους μετανάστες, από πλειονότητες στα όρια της φτώχειας και κάτω από αυτές που αποζητούν μία έντιμη κι αξιοπρεπή ζωή, όντας ακόλουθοι της απληστίας και της καταναλωτικής μανίας μας, αρνηθήκαμε έναν δίκαιο βίο.
«Πολιτεία που δεν έχει ως βάση την παιδεία είναι σαν οικοδομή πάνω στην άμμο» (Αδαμάντιος Κοραής). Η αναζήτηση μιας εφαρμοσμένης με όραμα και σαφές περιεχόμενο εκπαιδευτικής πολιτικής, χωρίς εντούτοις να αποστρέφεται τη φαντασία και τη δημιουργικότητα του εκπαιδευτικού, είναι το ζητούμενο για την ελληνική πραγματικότητα. Θα πρέπει να τονιστεί ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα και οι παιδαγωγικές προσεγγίσεις των χωρών ανά τον κόσμο, διαφοροποιούνται ανάλογα με τη φιλοσοφία και με τους πόρους κάθε κοινωνίας. Η επιστημονική εκπαιδευτική κοινότητα διαμέσου της εκπαιδευτικής έρευνας είναι αρμόδια για την ανεύρεση της κατάλληλης στόχευσης και κατεύθυνσης του εκπαιδευτικού συστήματος. Ωστόσο, η εκπαιδευτική διαδικασία αποτελείται από πολλές παράπλευρες πρισματικές προσεγγίσεις, οι οποίες είναι δύσκολο έως ακατόρθωτο να γενικευτούν σε κανόνα, καθώς ο κάθε εκπαιδευόμενος έχει προσωπικές ιδιαιτερότητες. Ως εκ τούτου, μία εκπαιδευτική έρευνα πολλάκις αδυνατεί να καταλήξει σε μία γνώση, η οποία θα είναι εφαρμόσιμη και γενικεύσιμη σε όλες τις περιπτώσεις. Η Νευτωνική θεώρηση της εκπαίδευσης επιζητεί γενικές αρχές, “παγκόσμιους κανόνες”, οι οποίοι θα μπορούν να εφαρμόζονται σε κάθε περίπτωση. Μέχρι στιγμής, όμως, δεν έχει επιτύχει σημαντικά αποτελέσματα στο πεδίο της εκπαίδευσης και στην ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης παιδείας στις σχολικές μονάδες. Αρκετές φορές, η εκπαιδευτική έρευνα έχει λοιδορηθεί, για το λόγο, ότι τα αποτελέσματά της δεν αποτελούν αποτελεσματικά στοιχεία στη βελτίωση των σχολικών πρακτικών και ως εκ τούτου παράγοντα αναβάθμισης των υπηρεσιών των σχολείων. Οι γενικεύσεις μπορεί να αποδειχτούν και επικίνδυνες, καθώς ο εκπαιδευτικός στερείται της προσωπικής πρωτοβουλίας, εμμένοντας προσκολλημένος στην καθ’ υπαγόρευση και κατά γράμμα ακολουθία ενός επιβαλλόμενου κανόνα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η απουσία ενός συγκεκριμένου, μελετημένου πλάνου, με τις εκάστοτε κυβερνήσεις να ξηλώνουν το έργο των προκατόχων τους και να εφαρμόζουν τις δικές τους πολιτικές, με στόχο να δείξουν ότι παράγουν έργο, αντιστρατεύεται τα θεμέλια της μάθησης. Όταν από τα πλέον επίσημα πολιτικά χείλη τονίζεται η σωστή κατά άλλα φιλοσοφία περί ισότητας, για να αναδειχτεί ως κυρίαρχη αρχή η μετριότητα που αντιστρατεύεται την αριστεία, τότε στρέφουμε την Εκπαίδευση σε επικίνδυνα μονοπάτια. Η λεγόμενη ιδεοληψία του «εξισωτισμού», διόλου ρηξικέλευθη, που επικρατούσε στα χρόνια της μεταπολίτευσης και αποτελεί αναμφισβήτητα έναν από τους παράγοντες που οδήγησε την κοινωνία μας στο σημερινό τέλμα, αναδύεται και πάλι ως το ορθό, με συνεπακόλουθο ένα αναξιοκρατικό κράτος, που τίθεται υπέρ της μάζας, βλέποντας ύποπτα τον άριστο μαθητή και εξισώνοντάς τον με έναν μέτριο.
Ολόκληρο το άρθρο στη σελίδα dkoboholis.blogspot.gr