Βρισκόμαστε στο 1983
Είναι αρχή καλοκαιριού και βρίσκομαι για άλλη μία φορά μπακούρης ερωτικά, και κατά σύμπτωση το ίδιο και ο κολλητός μου φίλος Γιάννης.
Αρχίζουμε α συχνάζουμε στις pub των Εξαρχείων προς άγραν θηλέων, μεθοκοπώντας κάθε βράδυ στο DADA, υπό τους ήχους του John Mayall, του Albert King και άλλων, παρασυρόμενοι εις δημιουργικάς κουβέντας περί Σοφιστών, Ιπερρεαλιστών, Μηδενιστών και άλλων, κάθε φορά λησμονώντας τον πραγματικό λόγο που βρισκόμασταν εκεί. Η χειμαρρώδης αναζήτηση των στροβιλισμένων εγκεφάλων μας, πως τόκανε και μας αποπλανούσε από τη γενετήσια ορμή.
Ήταν λοιπόν συνηθισμένο φαινόμενο, να γυρνάμε άφραγκοι μετά την κατανάλωση ενός τελάρου μπύρες έκαστος, και μη έχοντας τον οβολόν δια τον ταρίφα, να ξεσολιάζουμε τα σανδάλια εκ Μοναστηρακίου και ως προσκυνητές της Κομποστέλα, να επιστρέφουμε πεζά βιγκλόνια, διανύοντας 8 προσκυνηματικά χιλιόμετρα από το κέντρο μέχρι το Π. Φάληρο !
Η μαμά ανήσυχη για τις δραστηριότητες του πρίγκιπος υιού έστεκε υπό τας γρίλιας της μπαλκονόθυρας και έσυρε ανήσυχο αγνάντι. Όταν δε κατέφθανα περί την πέμπτην πρωινήν, με ασπάζετο γογγύζουσα ως μάνα αντάρτη όστις επέστρεφε εκ της Γκιώνας, ίνα με νουθετήσει προς παράδοσιν των όπλων εις Βάρκιζαν !
Ένα βράδυ, περί την 3η ώρα, πετυχαίνουμε στα Εξάρχεια συνεργείο του Κ.Κ.,Ε. να αφισσοκολεί κάτι ολοκόκκινες αφίσσες που κάτι περι αντιλαικών μέτρων, κάτι καλούσε τους οικοδόμους δεν κατάλαβα !
Αποφασίζουμε να κάνουμε πλάκα στη μάνα μου !
Ξηλώνουμε μερικά χαρτόνια αφισών, και τα φοράμε στήθος – πλάτη σαν να πηγαίναμε σε πικετοφορία !
Βρίσκουμε και κάτι σαν κοντάρια στα σκουπίδια και γυρνάμε στις 5, σιγοτραγουδάμε την «τρίτη διεθνή» και κοντοστεκόμαστε έξω από την αυλόπορτα του σπιτιού μου, μιλώντας δυνατά για την «επανάσταση» που σχεδιάζαμε να κάνουμε ενώ τρικλίζαμε, από το πιοτό και το ξεποδάριασμα.
Μας βλέπει από τις γρίλιες, έρχεται κοντά και μας λέει να έλθουμε γρήγορα μέσα μη μας δουν οι πολισμάνοι ! Απαντούμε ότι ήλθε η ώρα να πάρουμε τα όπλα και κραδαίνουμε τα σκουπόξυλα !
Η μάνα μου βάζει τα κλάματα, λέει στο Γιάννη ότι με παρασέρνει, με κατηγορεί, ότι αλλιώς με μεγάλωσε και είναι έτοιμη να λιποθυμήσει !
Αποφασίζω, ότι το παρατράβηξα, της λέω μη στεναχωριέσαι μάνα, αύριο πρωί θα παραδώσω τα σκουπόξυλα, θα κάψω τις αφίσες και θα γραφτώ στη Νέα Δημοκρατία !
Με βάζει να ορκιστώ, και μας προσκαλεί να φάμε το γκιουβετσάκι που δεν το είχα αγγίξει, γιατί ήμουν απογοητευμένος ερωτικά !
Μετά το επεισόδιο αυτό, η ζωή μου πήρε άλλη τροπή !
Από το επόμενο βράδυ σταματήσαμε να πηγαίνουμε στο DADA.
Πηγαίναμε πλέον στην INDRIGA !!!