Του Νίκου Τσούλια
Η έννοια και το σημασιολογικό φορτίο της ηθικής είναι από τα πιο ταλαιπωρημένα γλωσσικά και πολιτισμικά ζητήματα στην ιστορία του ανθρώπου. Ο καθένας δίνει το δικό του περιεχόμενο και αυτοπροσδιορίζει τη δική του θέση σχεδόν εξ ορισμού ως την ηθική, τη σωστή, τη δίκαιη κλπ κλπ. Πρόκειται ουσιαστικά όχι απλά και μόνο για γλωσσικό έλλειμμα αλλά για μείζον ζήτημα μόρφωσης και παιδείας. Η συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί προσδιορίζει το εύρος και την ποιότητα της (μη) επικοινωνίας μας και του (μη) διαλόγου μας.
Ας δούμε δύο όψεις του θέματός μας. Στην καθημερινή μας ζωή οι έννοιες του ηθικού και του ανήθικου προσδιορίζονται εν πολλοίς από τη σωστή ή μη συμπεριφορά μας στον ερωτικό και μάλλον στο σεξουαλικό τομέα (μοιχεία…) – ως απόρροια μιας θρησκευτικής μάλλον εκδοχής – και όχι στο πολύ μεγαλύτερο εύρος του «καλού» που θέτει η έννοια της ηθικής. Στην πολιτική ζωή, οι έννοιες αυτές οριοθετούνται κατά το μάλλον ή ήττον στο αν γίνεται κλοπή χρημάτων και όχι στο όλον πεδίο της λειτουργίας μιας πολιτείας. Έτσι, ένας πολιτικός χαρακτηρίζεται ανήθικος, όταν κάνει οικονομικές ατασθαλίες αλλά όχι και όταν βλάπτει το δημόσιο συμφέρον από σκοπιμότητα ή από δημαγωγία.
Αυτό ζούμε στις ημέρες μας. Το πολιτικό παιχνίδι έχει γίνει γλωσσικό παιχνίδι – όχι με την έννοια του Βιντγκενστάιν προφανώς – με σκοπό την εξαπάτηση των πολιτών. Έτσι, η κυβέρνηση ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ., για παράδειγμα, ισχυρίζεται ότι δεν μειώνει ονομαστικά τους μισθούς και τις συντάξεις, αλλά την ίδια στιγμή κάνει περικοπές τους λόγω τριών αλλαγών: στις ασφαλιστικές κρατήσεις, στην άμεση φορολογία με τη μείωση των αφορολόγητων ορίων και στην έμμεση φορολογία με την αύξηση του Φ.Π.Α. Οι επιπτώσεις αυτές είναι πολύ σημαντικές αφού τελικά μειώνουν – και μάλιστα κατά πολύ – τους μισθούς των εργαζόμενων. Κι όμως, η κυβέρνηση εξακολουθεί να ισχυρίζεται το αντίθετο. Αλλά πέραν τούτου, ποια είναι η πραγματική εικόνα των φόρων; «Σε δυσθεώρητο ύψος φτάνουν τα χρέη των πολιτών στην εφορία καθώς σε ποσοστό ΑΕΠ φτάνουν το 50% και σε ποσό τα 90 δισ. ευρώ!» (ΕΘΝΟΣ, 11.6.2016). Αν δεν έχουν πληρωθεί τόσου μεγάλου μεγέθους φόροι, υπάρχει περίπτωση να έχει πρακτικό αποτέλεσμα η νέα άνευ προηγουμένου φοροκαταιγίδα της συγκυβέρνησης;
Εδώ υπεισέρχεται και ένα άλλο στοιχείο της μακιαβελικής αντίληψης και πρακτικής της πολιτικής, που λέει το εξής: «Αν θέλεις να περάσεις μια πολιτική με το ψέμα, τότε πρέπει να επιμένεις στη γλωσσική επιβολή του ψέματος με σύστημα και επιμονή χωρίς καμιά ταλάντευση». Πρόκειται για την «άσκηση της ισχύος μέσα στην ίδια τη «γλώσσα», στο πλέον εσώτερο στοιχείο της ουσίας της» (J. Derrida, Ισχύς νόμου). Έχει προηγηθεί η μετάλλαξη του γλωσσικού μας κώδικα στις επίμαχες λέξεις / γκρίζες έννοιες της εποχής (μνημόνιο / συμφωνία, τρόικα / θεσμοί κλπ) και φυσικά το περίφημο Δημοψήφισμα όπου είχαμε μια συλλογική και εθνική αμηχανία για το τι ψηφίζαμε, ποιο ήταν το πρακτικό του αποτέλεσμα και ποια η χρήση του. Ποιος μπορεί να εξηγήσει τελικά ποια ήταν η ηθική του δημοψηφίσματος ή μήπως δεν υπάρχει;
Ας δούμε και μια είδηση από τις εφημερίδες (16.6.2016). «Την απερίφραστη καταδίκη των προπηλακισμών και των τραμπουκισμών εναντίον του αναπληρωτή Υπουργού Υγείας, Π. Πολάκη έξω από το νοσοκομείο της Ιεράπετρας καταδικάζει με ανακοίνωσή του ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Τέτοιες μειοψηφικές συμπεριφορές, ελάχιστων, δήθεν «αγανακτισμένων πολιτών», καμιά σχέση δεν έχουν με τις κοινωνικές διεκδικήσεις». Κι όμως αυτή είναι ανακοίνωση του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., του κόμματος που έχει «αναδειχτεί» ως το κόμμα των καταλήψεων στα σχολεία και στα πανεπιστήμια για χρόνια πολλά και για τους μαζικούς προπηλακισμούς των στελεχών του εναντίον των πολιτικών των δύο πρώτων μνημονίων. Τώρα ενίστανται οι δημιουργοί του τρίτου και πιο επαίσχυντου μνημονίου, για τις πρακτικές που πρώτοι αυτοί ανέπτυξαν, καλλιέργησαν, στήριξαν και «έκαναν σημαία» την αγανάκτηση και το θυμό – εκτός και αν υπάρχει δίκαιος και αυθεντικός θυμός που ήταν μόνο ο δικός τους. Προφανώς η βία και οι προπηλακισμοί δεν λύνουν κανένα πρόβλημα και πλήττουν την έννοια και το περιεχόμενο της δημοκρατίας, και δεν πρέπει κανένας μας να τα αποδέχεται, πολλώ μάλλον να τα διαπράττει.
Το ζήτημα της ηθικής αφορά την ουσία της πολιτικής. Και όσο δεν το επιλύουμε σε μια ορθολογική βάση, ποτέ δεν θα βρίσκουμε έναν κοινό τόπο συνεννόησης ως κοινωνία και ως πολιτεία. Αντίθετα προσπαθούμε κάθε φορά να επιβάλλουμε την ηθική ως απόρροια της ισχύος ή και μετασχηματίζουμε την ηθική σε ισχύ. Ο J. Derrida είναι απόλυτα κατατοπιστικός. «Καθώς αδυνατούμε να κάνουμε να είναι ισχυρό αυτό που είναι σωστό – δίκαιο, έχουμε κάνει να είναι σωστό – δίκαιο αυτό που είναι ισχυρό».