Του Νίκου Τσούλια
Ως Πρόεδρος της ΟΛΜΕ
Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά
στην εφημερίδα “ΤΑ ΝΕΑ”, 30/10/2000
Οι δαπάνες που διατίθενται για τη δημόσια εκπαίδευση είναι πάντα κρίσιμο πολιτικό θέμα που αφορά, στον έναν ή στον άλλο βαθμό, όλες τις χώρες. Η παραδοσιακή αντίληψη συνέδεε σχεδόν απόλυτα τις δαπάνες αυτές με τη σύλληψη και τη διάσταση του κοινωνικού κράτους. Και αποτέλεσε αυτό το κριτήριο, των αυξημένων ή μη δαπανών για το δημόσιο σχολείο, ένα σημαντικό στοιχείο διαφοροποίησης μεταξύ προοδευτικής και συντηρητικής πολιτικής πρότασης. Η σύγχρονη, όμως, πραγματικότητα αναδεικνύει μια εξίσου σπουδαία παράμετρο της χρηματοδότησης της εκπαίδευσης, απόλυτα αναπτυξιακή.
Οι ταχέως αναδυόμενες κοινωνίες της μάθησης χρωματίζουν έντονα μια θεώρηση που ήταν παλιότερα σε λανθάνουσα κατάσταση: οι επενδύσεις στη γνώση έχουν τον πιο καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της εθνικής οικονομίας και μάλιστα σε συνθήκες διεθνοποίησης παρουσιάζουν πολλαπλασιαστική επίδραση στη διαμόρφωση της θέσης μιας χώρας στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Η έννοια της ανάπτυξης δεν έχει τον μονοσήμαντο τόνο της οικονομικής μόνο προόδου, όπως συνέβαινε στις μεταπολεμικές δεκαετίες, αλλά αντίθετα έχει πιο ολιστικό χαρακτήρα προσλαμβάνοντας όψεις πολιτισμικής και κοινωνικής ανέλιξης.
Σήμερα η χώρα μας περιλαμβάνεται στις πιο ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου συμμετέχοντας ισότιμα στο σχήμα της ευρωπαϊκής ενοποίησης και σαφώς έχει καλύτερη θέση από ποτέ άλλοτε στο παρελθόν στον πίνακα του διεθνούς καταμερισμού.
Τα ερωτήματα που τίθενται είναι απλά: 1) Θα συμμετάσχουμε στον πρώτο πυρήνα των χωρών που αναδεικνύονται στην ιστορική συγκυρία της τεχνολογικής επανάστασης και των κοινωνιών της γνώσης; 2) Θα επιτύχουμε την ουσιαστική κοινωνική σύγκλιση μέσα στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης; Σε σημαντικό βαθμό οι εξελίξεις θα κριθούν από τη δυναμική και τον χαρακτήρα των επενδύσεων. Και εδώ ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι κρίσιμος. Η χώρα μας έχει κατά τη γνώμη μου μία επιλογή: να επιλέξει τον χώρο της παιδείας και της αξιοποίησης των ανθρώπινων πόρων ως την αιχμή των πολιτικών και εθνικών της επιλογών.
Δεν αρκεί σαφώς η θεώρηση ότι οι αυξήσεις των δαπανών για την παιδεία υπερβαίνουν τα μεγέθη του πληθωρισμού. Όταν μάλιστα πάνω από το 85% των τρεχουσών δαπανών του ΥΠΕΠΘ προορίζονται για λειτουργικά/ανελαστικά έξοδα, δεν μπορεί το υπόλοιπο ποσοστό να διαμορφώσει μια στοιχειωδώς ικανοποιητική πολιτική δημοσίων επενδύσεων. Και όταν βεβαίως έχουμε τόσα λειτουργικά προβλήματα στα σχολεία, είναι φανερό ότι το πρόβλημα είναι συνολικό. Πού να βρεθούν οι πόροι; Με δεδομένη την ιδιαιτερότητα του γεωγραφικού χώρου μας και την αναθεωρητικότητα και την επεκτατικότητα της Τουρκίας, δεν μπορεί παρά να ενισχύεις την άμυνά σου με συστηματικό τρόπο. Είναι όμως προτιμότερο να πάει πιο πίσω ένα τεχνικό έργο και να προκριθεί η ανάπτυξη των σχολικών υποδομών και των νέων τεχνολογιών της εκπαίδευσης.
Ο έγκυρος «Economist» μάλιστα θεωρεί πως «επένδυση δεν είναι κυρίως η κατασκευή έργων, αλλά η προσφορά εκπαίδευσης σε όλους τους εργαζομένους. Η επενδυτική δυναμική των ανεπτυγμένων χωρών εκδηλώνεται όλο και πιο έντονα στους χώρους της παιδείας και της τεχνολογίας. Η Φινλανδία, για παράδειγμα, είναι μια χώρα χωρίς πολλούς πόρους. Έχει επιλέξει, όμως, αυτούς τους δύο χώρους ως πολιτικές προτεραιότητες τα τελευταία χρόνια και έχει εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Στην Ελλάδα συμβαίνει και κάτι παράξενο. Αν προστεθούν στον κρατικό προϋπολογισμό και τα χρήματα που διαθέτουν οι οικογένειες για τα κάθε λογής φροντιστήρια (που είναι περίπου άλλος μισός κρατικός προϋπολογισμός!!), το κόστος εκπαίδευσης είναι υψηλό. Αλλά τα χρήματα των φροντιστηρίων και επιβαρύνουν συνολικά το εθνικό προϊόν και δεν προάγουν καμιά επενδυτική ή μορφωτική δυναμική. Η ελλιπής χρηματοδότηση, ως και τούτου, προκαλεί και καθυστερήσεις στην ανάπτυξη της εκπαιδευτικής μας πορείας, αλλά και στρεβλώσεις ως προς το τι στηρίζει οικονομικά η ελληνική κοινωνία. Έχουμε δύο πολύ θετικά στοιχεία: α) την καλή ποιότητα της δημόσιας εκπαίδευσης και β) την εντυπωσιακή μέριμνα των γονέων για να σπουδάσουν τα παιδιά τους. Αν σε αυτά προστεθεί μια άλλη πολιτική αντίληψη για την οικονομία, τον ρόλο της θεσμικής παιδείας και τον χαρακτήρα των επενδύσεων, μπορούμε να βρεθούμε προοπτικά στη σφαίρα των πιο ανεπτυγμένων χωρών.
http://www.tanea.gr/news/greece/article/4155628/?iid=2