Χρήστος Κ. Τσαγγάλης
Η σημασία της λέξης είδωλο στην αρχαία ελληνική γλώσσα ταλαντεύεται ανάμεσα στην έννοια της εμφάνισης και καθαρής μορφής και σε αυτή της φαντασίωσης, στο πράγμα και στο ομοίωμα, στο είναι και στο φαίνεσθαι. Η αρχαία ελληνική λογοτεχνία χρησιμοποίησε εμβληματικά αυτή τη σημασιολογική ακροβασία στην περίπτωση της Ελένης: Στησίχορος και ησιόδειο corpus υιοθέτησαν τη μυθική εκδοχή της παρουσίας του ειδώλου της και όχι της ίδιας στην Τροία, επιλογή που στον όψιμο Ευριπίδη μετατράπηκε σε ένα ειρωνικό σχόλιο αναφορικά με τη φρίκη του πολέμου και την ανθρώπινη πλάνη.
Η σημερινή επιφυλλίδα όμως ενδιαφέρεται κυρίως για το ζήτημα της κατασκευής ειδώλων, που αποτελούσε ανέκαθεν ένα μηχανισμό με τον οποίο μια κοινωνία προέβαλε την εικόνα που είχε (ή μάλλον που θα ήθελε να έχει) για τον ίδιο της τον εαυτό. Με την κατασκευή ειδώλων η συλλογική υστέρηση ξορκίζεται και η ενδημική μετριότητα συσκοτίζεται. Η τακτική είναι γνωστή και παμπάλαια. Αντί του εντοπισμού των προβλημάτων, αντί της επώδυνης ανάλυσης των γενεσιουργών αιτίων τους, που συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για ουσιαστική αντιμετώπισή τους, μια κοινωνία επιλέγει τον εύκολο δρόμο της ωραιοποίησης: αρχίζει να λατρεύει μια προσωπικότητα, στην οποία αποδίδει ηρωικά χαρακτηριστικά. Η διαδικασία αυτή έχει μάλιστα την τυπολογία της: (α) η προσωπικότητα αυτή συνδέεται με ένα γεγονός μεγάλης σημασίας για τη συγκεκριμένη κοινωνία, (β) το γεγονός αυτό σχετίζεται με μια κοινωνική αλλαγή, (γ) η αλλαγή αυτή παρουσιάζεται ως αποκλειστικό αποτέλεσμα της δράσης της εξέχουσας αυτής προσωπικότητας.
Η κατασκευή ειδώλων συνήθως σχετίζεται με τυραννικά καθεστώτα, καθώς ο τύραννος έχει κάθε λόγο να προβάλει τη δράση του σε υπέμετρο βαθμό επιχειρώντας να κερδίσει τη συμπάθεια, ή τουλάχιστον τη σιωπηρή ανοχή, του λαού τον οποίο κυβερνάει απολυταρχικά. Η ροπή όμως προς τα είδωλα διέπει και τα λαοκρατικά καθεστώτα, που βδελύσσονται τα τυραννικά αλλά ενίοτε υιοθετούν κάποιες από τις πρακτικές τους. Ευρισκόμενα αμφότερα στα αντίθετα άκρα του πολιτικού φάσματος τείνουν να συναντηθούν μέσα στην ακρότητά τους. Και τα δύο έχουν ανάγκη από πολιτική μυθολογία. Και τα δύο έχουν ανάγκη από τη θεσπισμένη φαντασιακή ερμηνεία της πραγματικότητας.
Η κατασκευή ειδώλων έχει όμως, εκτός από σταθερή τυπολογία, και αντίστοιχη παθολογία που περιλαμβάνει: (α) εξωραϊσμό των θετικών πλευρών της συμπεριφοράς και δράσης της εξέχουσας προσωπικότητας με υπερτονισμό και διόγκωση ιστορικών στοιχείων (που ενίοτε συνοδεύεται από αυθαίρετη προσθήκη δήθεν άγνωστων λεπτομερειών που αναδεικνύουν ακόμη περισσότερο τον ευεργετικό ρόλο του ειδώλου), (β) απόκρυψη στοιχείων που πιθανώς προβάλλουν αρνητικές πτυχές της δράσης της εξέχουσας προσωπικότητας, (γ) αποσιώπηση του ρόλου άλλων παραγόντων που συνδιαμόρφωσαν το τελικό αποτέλεσμα (έτσι ώστε το κλέος του ειδώλου να ενισχυθεί ακόμη περισσότερο), (δ) εσκεμμένη υποβάθμιση του παράγοντα της συγκυρίας που επιτρέπει σε δεδομένη στιγμή να συμβεί μια αλλαγή μεγάλης κλίμακας (το στοιχείο αυτό αφορά μεταιχμιακές καταστάσεις).
Μια διδακτική περίπτωση από το αρχαίο ελληνικό παρελθόν συνιστά η ιστορία του Αρμόδιου και του Αριστογείτονα που δολοφόνησαν τον Ίππαρχο, τον νεότερο από τους Πεισιστρατίδες, δηλαδή τους δύο γιους του εκλιπόντος τυράννου Πεισίστρατου, οι οποίοι κυβερνούσαν τυραννικά την Αθήνα τη δεύτερη δεκαετία πριν το τέλος του 6ου αι. π.Χ. Ιδού τα γεγονότα, όπως μας τα αφηγείται ο Θουκυδίδης, η σημαντικότερη από τις τρεις πρώιμες πηγές μας (Ηρόδοτος, Θουκυδίδης, Αριστοτέλης).
Στην ακμή της νεανικής του ηλικίας ο Αρμόδιος προκάλεσε τον έρωτα του Αριστογείτονα, ο οποίος έγινε εραστής του. Ο τύραννος Ίππαρχος είχε όμως κι αυτός ερωτικές βλέψεις για τον Αρμόδιο. Όταν ο τελευταίος αρνήθηκε να ενδώσει, θεώρησε σκόπιμο να εξομολογηθεί το γεγονός στον Αριστογείτονα. Ο τελευταίος «επειδή υπέφερε ερωτικά και φοβήθηκε μήπως ο Ίππαρχος εξαναγκάσει τον Αρμόδιο με τη βία να γίνει εραστής του μηχανεύθηκε την κατάλυση του τυραννικού πολιτεύματος». Ο Ίππαρχος από την πλευρά του αποφάσισε να μειώσει τον Αρμόδιο αποδίδοντας στην αδελφή του τη μομφή των προγαμιαίων ερωτικών σχέσεων, μομφή που της στερούσε το δικαίωμα να συμμετάσχει σε κάποια πομπή ως κανηφόρος. Μετά από αυτή την ενέργεια ο Αρμόδιος επιθύμησε ακόμη περισσότερο από τον Αριστογείτονα την απομάκρυνση του Ιππάρχου από την εξουσία. Οι δύο φίλοι και εραστές πλαισιώθηκαν και από άλλους συνωμότες και αποφάσισαν να δράσουν βγάζοντας από τη μέση και τον Ιππία, τον μεγαλύτερο σε ηλικία και σκληρότερο από τους δύο τυράννους. Χρόνος και τόπος είχαν επιλεγεί με προσοχή. Στην πομπή των μεγάλων Παναθηναίων μέσα σε πλήθος κόσμου θα μπορούσαν να φέρουν εγχειρίδια (μικρά ξίφη) κρύβοντάς τα κάτω από κλαδιά μυρτιάς (εν μύρτου κλαδί) χωρίς να γίνουν αντιληπτοί. Τότε θα χτυπούσαν.
Τα πράγματα όμως πήγαν στραβά. Τη στιγμή που ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων είχαν εντοπίσει τον Ιππία στον Κεραμεικό μαζί με τους φρουρούς του να φροντίζει την πομπή, είδαν έναν από τους συντρόφους τους να μιλάει με οικειότητα μαζί του. Θεωρώντας ότι είναι προδότης και η συνωμοσία τους πρόκειται να αποκαλυφθεί, κυριεύτηκαν από θυμό αλλά δεν εγκατέλειψαν την προσπάθεια. Καθώς ο χρόνος τους τελείωνε, αποφάσισαν να βγάλουν από τη μέση τον Ίππαρχο, τον άνθρωπο που τους είχε πληγώσει αρχικά και για τον οποίο είχαν μπει σε αυτή την περιπέτεια. Κινήθηκαν ταχύτατα και, όταν τον πέτυχαν έξω από το Λεωκόρειο, άρχισαν να τον μαχαιρώνουν δι᾽ οργής, ο μεν ερωτικής, ο δε υβρισμένος (όπως μας λέει χαρακτηριστικά ο Θουκυδίδης), μέχρι που τον σκότωσαν. Η τύχη των δύο εραστών ήταν φρικτή. Ο Αρμόδιος σκοτώθηκε επιτόπου από τους φρουρούς του Ιππάρχου, ενώ ο Αριστογείτων, που κατόρθωσε να διαφύγει πρόσκαιρα με τη βοήθεια του πλήθους, συνελήφθη αργότερα. Ο Αριστοτέλης προσθέτει ότι ο ίδιος ο Ιππίας ανέλαβε τα βασανιστήρια, που ήταν τόσο σκληρά ώστε ο Αριστογείτων να μηχανευθεί ένα τέχνασμα για να επισπεύσει τον θάνατό του και να λυτρωθεί από τους αβάσταχτους πόνους: υποσχέθηκε στον Ιππία ότι θα του αποκαλύψει πολλούς συνωμότες, αν ο τύραννος δεχθεί να του δώσει το δεξί χέρι πίστεως χάριν. Μόλις έγινε αυτό και ο Αριστογείτων τον ειρωνεύτηκε λέγοντάς του ότι σφίγγει το δεξί χέρι με το οποίο φόνευσε τον αδελφό του, ο Ιππίας δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί και τραβώντας το μαχαίρι από τη θήκη σκότωσε τον Αριστογείτονα.
Η τυραννία συνεχίστηκε και έγινε ακόμη πιο σκληρή από πριν. Το τέλος της ήλθε αργότερα, όταν ο σπαρτιατικός στρατός με επικεφαλής τον Κλεομένη εισέβαλε στην Αττική. Αφού σκόρπισε το θεσσαλικό ιππικό που είχε συμμαχήσει με τον Ιππία, ο Κλεομένης απέκλεισε τις δυνάμεις του τυράννου στο Πελασγικό τείχος. Αιχμαλωτίζοντας τα παιδιά της οικογένειας των Πεισιστρατιδών, όταν οι τελευταίοι επιχείρησαν να τα φυγαδεύσουν από την πόλη, ο Κλεομένης απαίτησε την αποχώρηση του Ιππία, ο οποίος κατέφυγε στο Σίγειο και αργότερα στην αυλή του Πέρση βασιλιά.
Έτσι η δημοκρατία επέστρεψε ή (μάλλον) επιβλήθηκε στην Αθήνα με σπαρτιατικά όπλα. Με άλλα λόγια από μια πόλη-κράτος που δεν έδινε πεντάρα για τη δημοκρατία αλλά ενδιαφερόταν να εξυπηρετήσει για τους δικούς της λόγους την κραταιά αθηναϊκή οικογένεια των Αλκμεωνιδών, που ανταγωνιζόταν τους Πεισιστρατίδες.
Ο Αρμόδιος όμως και ο Αριστογείτων εισήλθαν στο πάνθεον των ηρώων και έγιναν σύντομα είδωλα, σύμβολα του αγώνα κατά της τυραννίας. Ως τέτοια δεν υπόκεινταν πια σε ιστορική ανάλυση αλλά σε ιδεοληπτική αγιογράφηση, γι᾽ αυτό και τιμήθηκαν με αγάλματα (πράγμα σπάνιο για την αρχαϊκή και κλασική περίοδο) που τοποθετήθηκαν σε περίοπτη θέση στην αγορά. Κι όταν ο Ξέρξης τα έκλεψε αργότερα σαν εισέβαλε στην Αθήνα, νέα ετοιμάστηκαν και στήθηκαν στη θέση τους. Χρόνια μετά, στα συμπόσια Αρμόδιος και Αριστογείτων έγιναν ακόμη και τραγούδι για τους ευωχούμενους: εν μύρτου κλαδί το ξίφος φορήσω / ώσπερ Αρμόδιος και Αριστογείτων / ότε τον τύραννον κτανέτην / ισονόμους τ᾽ Αθήνας εποιησάτην (μέσα σε κλαδί μυρτιάς θα φέρω το ξίφος, όπως ο Αρμόδιος και ο Αριστογείτων, όταν σκότωσαν τον τύραννο και έκαναν την Αθήνα ελεύθερη).
Η ερωτική διάσταση της υπόθεσης υποβαθμίστηκε, η ιστορική συγκυρία λησμονήθηκε, η αποτυχία του όλου εγχειρήματος παραμερίστηκε. Κρατήθηκε μόνο στην ιστορική μνήμη ό,τι εξυπηρετούσε τη δημοκρατική ταυτότητα που η αναδυόμενη δύναμη της Αθήνας είχε οικειοποιηθεί. Πάνω από όλα, ξεχάστηκε η σπαρτιατική εισβολή, που οδήγησε στην πτώση του τυράννου Ιππία, καθώς δεν βόλευε τη φαντασιακή θέσπιση του αθηναϊκού αγωνιστικού πνεύματος. Επιλεκτική η συλλογική μνήμη αναμηρυκάζει μόνο την τροφή που έχει συνηθίσει να χωνεύει, ξεχνώντας τους εραστές και ειδωλοποιώντας τους τυραννοκτόνους. Εν μύρτου κλαδί.
Δημοσιεύτηκε στη ΜτΚ, 11.12.2016