Του Νίκου Τσούλια
Όταν έμαθα και επίσημα το τέλος της εκπαιδευτικής μου καριέρας και παρά το γεγονός ότι ήταν μια αναμενόμενη εξέλιξη, ένιωσα ένα περίεργο κενό. Ένα άγνωστο και σκοτεινό συναίσθημα με πλημμύρισε. Ένα μίγμα απογοήτευσης και αμηχανίας, κενότητας και αβεβαιότητας επικάθησε σαν μαύρο σύννεφο βαρυχειμωνιάς κρύβοντας κάθε θέα ορίζοντα.
Τέλος το σχολείο, η θεσμική και προσωπική σχέση με τη νιότη και με την ομορφιά της, με την ιερότητα της διδασκαλίας. Δεν υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές. Όχι, τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει το σχολείο. Υπάρχουν άλλες δυνατότητες πνευματικής καλλιέργειας, αλλά δεν υπάρχουν οι μοναδικοί τόποι της ομορφιάς και της αισθητικής του σχολείου και της αίθουσας. Υπάρχει το γράψιμο και το διάβασμα, η διδασκαλία σε σεμινάρια επαγγελματικών κλάδων, η έρευνα. Υπάρχει έτοιμο υλικό για την έκδοση τριών βιβλίων. Όλες αυτές είναι δραστηριότητες της γνώσης και της παιδείας. Αλλά δεν είναι πτυχές του σχολείου. Ακόμα και η διδασκαλία στα επιμορφωτικά προγράμματα δεν είναι διδασκαλία σχολείου. Δεν έχει καμιά παιδαγωγική όψη – είναι μια διαδικασία παροχής γνώσεων και πληροφοριών. Δεν έχει τη νεότητα και την ομορφιά της εφηβείας – είναι μια επαγγελματική / χρηστική λειτουργία. Δεν έχει συναίσθημα και πνευματική έκσταση – είναι ενημερωτική διαδικασία.
Πρέπει να το πάρω απόφαση. Η ζωή μου θα είναι πλέον χωρίς σχολική αίθουσα. Τα ερωτήματα δεν είναι θεωρητικά, αλλά αφορούν τον τρόπο της ζωής μου. Μπορώ να μετασχηματίσω τη νέα μου πραγματικότητα, έτσι ώστε το σχολείο να είναι όχι μόνο τόπος μόνιμης νοσταλγίας αλλά και σηματωρός για τη μετασχολική μου πορεία; Αυτό που θα κάνω έχει παιδαγωγική αξία; Είναι η νέα μου συμπεριφορά μου διδακτέα; Θα μπορούσε η όποια άλλη «κίνησή μου» να έχει πέραση στους κόλπους της εφηβείας και της μαθητικής κοινότητας; Μπορώ να λειτουργώ στην καθημερινότητά μου με τις συνθήκες και τις δυναμικές του εκπαιδευτικού; Μπορώ εφεξής να αποτελώ παράδειγμα νοοτροπίας και κουλτούρας στις συζητήσεις και στις κοινωνικές σχέσεις μου;
Αν μπορώ να έχω πειστικές απαντήσεις σ’ όλα αυτά, μήπως το σχολικό μου παρελθόν έχει προβολές στο παρόν μου που πρέπει να τις ανακαλύπτω ή να τις επινοώ; Έχω ξεθαρρέψει. Μπορεί να μην θεωρείσαι εκπαιδευτικός, όταν δεν έχεις εκπαιδευόμενους αλλά μήπως αν έχεις ως μόνιμη πηγή έμπνευσης το είδωλο της σχολικής αίθουσας, μπορείς να φαντασιώνεσαι μια ονειρεμένη πραγματικότητα; Η ζωή μας είναι γεμάτη ψευδαισθήσεις που αντλούνται συχνά εκβιαστικά από τους επινοημένους τόπους των φαντασιώσεών μας. Μπορεί, ως εκ τούτου, να μη γευόμαστε εκείνες τις ψευδαισθήσεις που εκπηγάζουν αυθόρμητα και ορμητικά από την έντονα βιωμένη και απόλυτα ξεχωριστά όμορφη πραγματικότητά μας; Δημιουργούμε ατέλειωτες ονειροπλασίες, που συχνά μας καταδυναστεύουν γιατί συγκρούονται μετωπικά με τις εκδηλώσεις της ζωής μας, και δεν μπορούμε να αποδεχτούμε τη διαχρονικότητα των γοητευτικών ονείρων μας που τα κατακτήσαμε με τον αγώνα μας και που αποτελούν τα αταλάντευτα σημεία της αυτοπραγμάτωσής μας και της προσωπικής ελευθερίας μας;
Ναι, το είδωλο του σχολείου είναι εικόνα αρχέτυπη. Έχει φωλιάσει στον ενδότερο πυρήνα της ψυχής μας. Είναι σε εκείνη την πηγή του συναισθήματός μας που αναβρύζει από την ομορφιά της νιότης. Η σχολική αίθουσα είναι το πιο οικουμενικό και απόλυτα διαχρονικά σύμβολο. Πώς μπορεί να αφαιρεθεί από τη σκέψη του εκπαιδευτικού, που την έχει υπηρετήσει καιρούς πολλούς και με πάθος ψυχής πάντα έντονα εκφρασμένο; Πώς μπορεί να ξεθωριάσει η εικόνα του σχολικού πίνακα, από το καθημερινό οδοιπορικό των τόσων και τόσων παραστάσεων που έχει δώσει ένας εκπαιδευτικός στις τρεις και πλέον δεκαετίες της καριέρας του ομού με τις μαθητικές και τις φοιτητικές του διαδρομές;
Όταν το σχολείο είναι η πρώτη σου πνευματική φωλιά, όταν μετασχηματίζεται σε εστία αρχέγονη – δίπλα σε εκείνη του πατρικού σου σπιτιού -, τότε είσαι μόνιμος κάτοικός της. Και όταν βρεθείς στη θέση του δασκάλου των παιδικών σου βιωμάτων – που τόσο πολύ θαύμαζες και που ήταν αυτός που σου έδωσε φτερά για να πετάξεις και στα πιο μακρινά όνειρά σου εκείνων των τρυφερών καιρών σου -, τότε ξέρεις ότι και εσύ μπορεί να έχεις δημιουργήσει ανάλογες ισχυρές συναισθηματικές αναφορές στους δικούς σου πλέον μαθητές. Και αυτό σε δεσμεύει, σε κρατάει εκεί στο σχολείο ανεξάρτητα, αν εσύ έχεις φαινομενικά μεταναστεύσει.
Υπάρχει άραγε εκπαιδευτικός που δεν βαστάει τόσες και τόσες φλόγες από τη διαδρομή του στη σχολική αίθουσα; Μπορεί να αφαιρέσει βιώματα γοητευτικών συναισθημάτων, περιστατικά όμορφων ξαφνιασμάτων, αναμνήσεις προσωπικών και μικρών έστω επιβραβεύσεων; «Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ‘θελα να σου πω πόσο σ’ αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω», μας τόνισε ο Μάρκες στην αποχαιρετιστήρια από τη ζωή επιστολή του. Αλλά είναι το σχολείο ένα ατέλειωτο σήμερα – γιατί θρέφει όνειρα ζωής -, είναι ένας τόπος αγάπης, γιατί γεννιέται στη θέρμη της μοναδικά όμορφης παιδαγωγικής σχέσης και υπερβαίνει κάθε φθορά του χρόνου.
Κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του ιστορικά γεγονότα, τα γεγονότα – σταθμούς της ζωής του και ανάμεσα σ’ αυτά είναι και η έξοδός του από την επαγγελματική του δραστηριότητα, και όταν αυτή συνδέεται απόλυτα με την καλλιέργεια του πνεύματος, τότε είναι χρυσάφι της ψυχής και καμιά σκουριά δεν μπορεί τίποτα να οξειδώσει.
Υ.Γ.
Την αναφορά στον Μάρκες μου την πρότεινε μια μαθήτριά μου, ένα «αστέρι» ουμανιστικής κουλτούρας και χαρισματικής προσωπικότητας.