Χρήστος Κ. Τσαγγάλης
Η πολιτική ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας ήταν κάποτε του συρμού, σήμερα όμως δεν τυγχάνει ευρείας αποδοχής. Καθώς ο ιστορικός θετικισμός έχει δώσει τη θέση του στην αξιοποίηση της παραστασιακής διάστασης του αρχαιοελληνικού δράματος, συχνά μάλιστα μπολιασμένης με την ανθρωπολογική προσέγγιση, οι αναλογίες με ιστορικά δρώμενα που δήθεν είχαν υπόψιν τους οι τραγικοί ποιητές αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση και, ενίοτε, με θυμηδία. Κάποιοι μάλιστα φιλόλογοι, όταν συναντούν αυτές τις προσεγγίσεις, αντί για το γάντι σηκώνουν απλώς τα φρύδια.
Τι γίνεται όμως στο μυαλό ενός σύγχρονου αναγνώστη μιας αρχαιοελληνικής τραγωδίας ή ενός θεατή της αντίστοιχης παράστασης; Ανεξάρτητα από τις προθέσεις του δημιουργού της, θα μπορούσε μια τραγωδία να ενεργοποιήσει στον νου ενός ανθρώπου της εποχής μας συνδέσεις με ιστορικά γεγονότα που καθόρισαν τη ζωή του ή με γεγονότα που συμβαίνουν εκείνη ακριβώς τη χρονική στιγμή που έρχεται σε επαφή με το τραγικό έργο; Και αν η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι καταφατική, προς τα πού γέρνει η ζυγαριά της ερμηνείας; Προβάλλοντας αντιστοιχίες με την περιρρέουσα πραγματικότητα (με βάση την εκ των προτέρων θετική ή αρνητική στάση του απέναντι σε συγκεκριμένα γεγονότα) ο σύγχρονος άνθρωπος δεν εκμαιεύει από το αρχαίο έργο αυτό που ο ίδιος επιθυμεί; Δεν τείνει να βρίσκει την επιβεβαίωση και δι᾽ αυτής την απόδειξη της ορθής ερμηνείας των γεγονότων που συμβαίνουν στο ιστορικό παρόν; Σταθερό στοιχείο μιας τέτοιας στάσης είναι η επιλεκτική εστίαση σε ορισμένα στοιχεία και η παραγνώριση ή αποσιώπηση άλλων. Ειδικά στην περίπτωση του αρχαίου δράματος ο ηθικοδιδακτικός του προσανατολισμός έχει χρησιμοποιηθεί είτε προς τη μια είτε προς την άλλη κατεύθυνση, ανάλογα με τις πεποιθήσεις του καθενός σύγχρονου αναγνώστη και θεατή. Ας μου επιτραπεί λοιπόν η εξέταση ενός παραδείγματος, το οποίο (πιθανολογώ) θα ανασύρει στο μυαλό κάποιων τουλάχιστον αναγνωστών συσχετισμούς με ένα εξελίξει ζήτημα της επικαιρότητας.
Γύρω στα 463 π.Χ. ο Αισχύλος κέρδισε το πρώτο βραβείο στον δραματικό αγώνα των Μεγάλων Διονυσίων με την τριλογία «Ικέτιδες», «Αιγύπτιοι», «Δαναΐδες» που συνοδευόταν από το σατυρικό δράμα «Αμυμώνη». Δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα αν αυτή ήταν και η σειρά των δύο πρώτων έργων, καθώς το παπυρικό εύρημα με την αρχαία διδασκαλία είναι φθαρμένο στο σημείο αυτό, με αποτέλεσμα να είναι δυνατόν οι «Αιγύπτιοι» να είναι το πρώτο έργο και οι «Ικέτιδες» το δεύτερο (για τη θέση των «Δαναΐδων» και της «Αμυμώνης» είμαστε βέβαιοι). Δεν θα υπεισέλθω σε φιλολογικά ζητήματα, απλώς ανέφερα σκόπιμα το στοιχείο αυτό, για να υποψιάσω τους αναγνώστες μου αναφορικά με το πόσο προσεκτικός πρέπει να είναι κάποιος, όταν παρουσιάζει υπεραπλουστευμένες και εξαιρετικά εύπεπτες ερμηνείες για θέματα που ελάχιστα γνωρίζει. Το μόνο από τα έργα αυτά που διαθέτουμε σε πλήρη μορφή είναι οι «Ικέτιδες», οι οποίες όμως μας δίνουν τη δυνατότητα (αξιοποιώντας πληροφορίες για τον ίδιο μύθο που παραδίδονται από άλλες πηγές) να ανασυνθέσουμε την πλοκή της συνολικής τριλογίας. Ό,τι ακολουθεί προϋποθέτει ότι οι «Ικέτιδες» είναι το πρώτο στη σειρά έργο. Πάντως τα βασικά στοιχεία της εξέλιξης της πλοκής δεν θα άλλαζαν ακόμα και αν πρώτο έργο ήταν οι «Αιγύπτιοι».
Ο Δαναός και οι 50 κόρες του φθάνουν στο Άργος από την Αίγυπτο προσπαθώντας να γλιτώσουν από τους 50 εξαδέλφους τους, τους Αιγύπτιους, που ήταν γιοι του Αιγύπτου (αδελφού του Δαναού) και οι οποίοι ήθελαν να τις παντρευτούν (όπως επέτρεπε ο αιγυπτιακός νόμος). Η επιλογή του Άργους δεν ήταν τυχαία, καθώς Δαναός και Αίγυπτος ήταν απόγονοι του Δία και της Ιούς, ιέρειας στο ναό της Ήρας στο Άργος που ερωτεύτηκε ο Δίας και καταδίωξε η Ήρα στο απώτατο μυθικό παρελθόν. Η Ιώ μεταμορφωμένη σε αγελάδα για να διαφύγει την προσοχή της Ήρας έφτασε κυνηγημένη στην Αίγυπτο, όπου γέννησε (μετά το θεϊκό άγγιγμα του Δία) τον Έπαφο (αυτόν που δημιουργήθηκε από την επαφή του χεριού του Δία με την αγελάδα-Ιώ) από τον οποίο εν τέλει κατάγονται ο Δαναός και ο Αίγυπτος.
Στην αρχή του έργου (και ίσως της τριλογίας) οι 50 Δαναΐδες εμφανίζονται επί σκηνής κρατώντας ικετευτικά κλαδιά στα χέρια τους και προσπέφτουν ως ικέτιδες στους βωμούς των Αγωνίων Θεών που βρίσκονται έξω από την πόλη του Άργους ζητώντας άσυλο. Ο εντόπιος βασιλιάς Πελασγός βρίσκεται μπροστά στο ακόλουθο δίλημμα: ή θα δώσει άσυλο στις ικέτιδες τιμώντας τον Ικέσιο Δία (τον θεό των ικετών) διατρέχοντας τον κίνδυνο να δεχθεί την επίθεση του παντοδύναμου αιγυπτιακού στόλου που βρίσκεται στο κατόπι τους ή θα αρνηθεί να τις δεχθεί στην πόλη του Άργους αποφεύγοντας τον πόλεμο αλλά προκαλώντας τη θεϊκή οργή. Μπροστά στο δίλημμα αυτό ο Πελασγός επιλέγει να φέρει τη ζήτημα στη συνέλευση του λαού που καλείται να αναλάβει την ευθύνη της όποιας επιλογής. Ο ιστορικός αναχρονισμός είναι αδιαμφισβήτητος, καθώς ο Αισχύλος παντρεύει τη βασιλική εξουσία του Πελασγού με την εκκλησία του δήμου της Αθήνας της εποχής του. Το αποτέλεσμα όμως αυτής της ρηξικέλευθης καινοτομίας τον δικαιώνει. Μια θάλασσα από χέρια σηκώνεται στον ουρανό, καθώς οι πολίτες του Άργους επιλέγουν να δώσουν ασυλία στις ικέτιδες Δαναΐδες αναλαμβάνοντας το κόστος ενός επικείμενου πολέμου με την Αίγυπτο. Για πρώτη φορά, όχι μόνο στην ελληνική και ευρωπαϊκή αλλά και στην παγκόσμια λογοτεχνία, ακούγεται μια έννοια που συγκλονίζει ακόμη και στις ημέρες μας την υφήλιο: δήμου κρατεῖν, εξουσία και απόφαση του λαού, δημοκρατία.
Η αρχαία ελληνική τραγωδία όμως είναι μια κατάδυση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής, μια αναζήτηση που αρέσκεται στο να θέτει ερωτήματα παρά να προσπαθεί να τα απαντήσει. Η τραγικότητα της ύπαρξης υπάρχει ακριβώς εξαιτίας των αναπάντητων διλημμάτων που συναντά ο άνθρωπος διαρκώς στη ζωή του, διλημμάτων που η μοίρα του θέτει δίχως να υπάρχει ξεκάθαρη λύση ή διαφυγή. Βασανιστική ταλάντευση είναι ο κανόνας, όχι διάφανη επιλογή.
Κι έτσι, η πλοκή πυκνώνει μετά τη θαραλλέα απόφαση της αργείτικης δημοκρατίας. Ο Αιγυπτιακός στόλος καταφθάνει, ο πόλεμος ξεσπά, ο Πελασγός πεθαίνει στη μάχη και το Άργος ηττάται. Τότε ο Δαναός έρχεται στο προσκήνιο και γίνεται βασιλιάς στο Άργος έχοντας εξαργυρώσει την αιγυπτιακή αποδοχή με τη συγκατάθεσή του για τον γάμο των θυγατέρων του με τους εξαδέλφους τους. Γνωρίζοντας όμως έναν χρησμό που όριζε ότι θα πεθάνει, όταν οι κόρες του παντρευτούν τους εξαδέλφους τους, χρησμό που είχε αποκρύψει από τις Δαναΐδες όταν και τις έπεισε να τον ακολουθήσουν στο Άργος εγκαταλείποντας την Αίγυπτο, συλλαμβάνει ένα πραγματικό αποτρόπαιο σχέδιο: πείθει τις κόρες του να δολοφονήσουν τους συζύγους τους, τους 50 γιους του Αιγύπτου, το πρώτο βράδυ του γάμου τους, όταν τα ζευγάρια αποσυρθούν στους γαμήλιους κοιτώνες. Τη νύχτα εκείνη ο κύκλος της μοίρας κλείνει. Τα κλαδιά με τα οποία εμφανίστηκαν οι ικέτιδες Δαναΐδες στην πρώτη σκηνή της τριλογίας μετατρέπονται τώρα σε μαχαίρια με τα οποία φονεύουν τους συζύγους τους. Τα λευκά έρια πάνω στα κλαδιά δίνουν τη θέση τους στις ματωμένες λεπίδες. Οι ικέτιδες γίνονται φόνισσες.
Μένοντας πιστός στην προγραμματική εξαγγελία του προλόγου αυτής της επιφυλλίδας θα αποφύγω τους συνειρμούς με κάποιους σύγχρονους ικέτες, που ζητούν την προστασία της δημοκρατικής Ελλάδας, ενώ η τυραννική πατρίδα τους, την οποία ωστόσο ως πρόσφατα υπηρετούσαν από επίκαιρες θέσεις, απειλεί θεούς και δαίμονες σε περίπτωση που τους χορηγηθεί ασυλία. Σήμερα την επιλογή καλείται να κάνει η δικαστική εξουσία, όχι η εκκλησία του δήμου. Κι αυτή όμως γνωρίζει το βάρος της όποιας απόφασης. Δεν ξέρω τι πρόκειται να συμβεί ούτε όμως και επιθυμώ να απλουστεύσω τα πράγματα. Μπορώ όμως να κλείσω θυμίζοντας τι έκανε ο Αισχύλος. Μία μόνο από τις 50 Δαναΐδες δεν ακολούθησε την εντολή του Δαναού και αποκάλυψε στον σύζυγό της Λυγκέα το σατανικό σχέδιο του πατέρα της. Μετά από διάφορες περιπέτειες το ερωτευμένο ζευγάρι δικαιώθηκε και ο Λυγκέας βασίλεψε στο Άργος έχοντας στο πλευρό του την αγαπημένη του Δαναΐδα που είναι ανώτερη και από μια βασίλισσα καθώς με την γενναία πράξη της αξίζει να φέρει αυτόν τον τιμητικό τίτλο. Στα χέρια της το ικετευτικό κλαδί δεν έγινε φονικό μαχαίρι αλλά ερωτικό χάδι. Σαν του προγόνου της Δία, του Ικέσιου θεού. Το όνομά της Υπερμήστρα.
Ο Χρήστος Κ. Τσαγγάλης είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Διευθυντής του Τομέα Κλασικών Σπουδών
Email: xristos.tsangalis@gmail.com
Δημοσιεύτηκε στη Μτκ (8.1.2017)