«Είναι το ‘Άλφα και το Ωμέγα’ να καταργήσουμε την παπαγαλία» υποστηρίζει ο Γιώργος Δάσιος, πρόεδρος του Εθνικού Οργανισμού Εξετάσεων (ΕΟΕ) και ομότιμος καθηγητής Εφαρμοσμένων Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο Πατρών. Ο Γ. Δάσιος θα κληθεί να τοποθετηθεί τις επόμενες ημέρες στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής για τις αλλαγές στο Λύκειο. Μιλώντας στην «Αυγή» τάσσεται κατά των συνεχών μεταρρυθμίσεων και υποστηρίζει μια αλλαγή προσανατολισμένη στην «εστίαση των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου στα μελλοντικά επαγγελματικά ενδιαφέροντα των μαθητών».
Έχετε κληθεί να διατυπώσετε άποψη για τη μεταρρύθμιση στο Λύκειο στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων. Ποια είναι η θέση σας;
Το Λύκειο χρειάζεται ριζική αναμόρφωση. Θα πρέπει να θεσμοθετηθεί ένα λυκειακό πρόγραμμα εκπαίδευσης με μακροχρόνια προοπτική. Οι μαθητές πρέπει να γνωρίζουν τι θα αντιμετωπίσουν από την αρχή του μαθητικού τους βίου και να μην αιφνιδιάζονται με συνεχείς μεταβολές. Έτσι θα μπορούν να προγραμματίσουν τη μελέτη τους για την επίτευξη των στόχων τους. Συνεχείς μεταρρυθμίσεις επαυξάνουν την ήδη υπάρχουσα ανησυχία και ανασφάλεια των μαθητών σχετικά με τις επιδιώξεις τους.
Επίσης, το Λύκειο πρέπει να αυτονομηθεί ως ανώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και να μην είναι ένα απλό προστάδιο του πανεπιστημίου.
Από τις προτάσεις που έχουν ακουστεί, σας βρίσκουν σύμφωνο αυτές του τετραετούς Γυμνασίου και διετούς Λυκείου, ή της υποχρεωτικής Α΄ Λυκείου;
Σημασία δεν έχει πώς χαρακτηρίζονται οι τάξεις, αλλά ποιο είναι το περιεχόμενο της προσφερόμενης γνώσης. Αν η υποχρεωτική εκπαίδευση θεσμοθετηθεί ως δεκαετής, ίσως είναι καλύτερο το τετραετές Γυμνάσιο, για να μπορεί ένα παιδί να έχει ένα ολοκληρωμένο απολυτήριο της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Αλλά και πάλι αυτό είναι δευτερεύον.
Η σταδιακή εστίαση των δύο τελευταίων τάξεων του Λυκείου στα μελλοντικά επαγγελματικά ενδιαφέροντα των μαθητών θεωρώ πως θα αναβαθμίσει τον ρόλο του σχολείου. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ πως η Α΄ Λυκείου οφείλει να είναι μια τάξη γενικής Παιδείας, η Β΄ Λυκείου να επικεντρώνεται σε γνωστικά αντικείμενα και η Γ΄ Λυκείου να εξειδικεύεται σε συγκεκριμένα μαθήματα.
Θα εισηγηθείτε αλλαγές στον τρόπο εξέτασης στις Πανελλαδικές;
Η σημαντικότερη αλλαγή θα ήταν η περιγραφή της εξεταστέας ύλης με επιστημονικούς όρους και όχι με συγκεκριμένες σελίδες από ένα βιβλίο. Δηλαδή, οι ερωτήσεις να προσεγγίζουν κατά βάση το ερμηνευτικό περιεχόμενο. Η αλλαγή αυτή είναι κατά τη γνώμη μου ο μόνος τρόπος που εξασφαλίζει την ουσιαστική γνώση στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, σε αντίθεση με τη στείρα αποστήθιση που εκφυλίζει τη μαθησιακή διαδικασία. Θα μπορούσα να αναφέρω ακόμη πολλές αλλαγές αλλά θέλω να παραμείνω μόνο σε αυτή για να τονίσω τη σημασία της. Είναι το “Άλφα και το Ωμέγα” να καταργήσουμε την παπαγαλία.
Από το 1964 που καθιερώθηκαν οι Εθνικές Εξετάσεις, η εισαγωγή στην Τριτοβάθμια δεν έχει καταφέρει να αποδεσμευτεί από το Λύκειο αν και υπήρξε διαχρονικός στόχος. Γιατί δεν έγινε ποτέ;
Δεν είναι ακριβές αυτό. Μόνο κατά το χρονικό διάστημα 2000-2015 η αποφοίτηση από το ενιαίο Λύκειο ήταν συνδεδεμένη με τις Πανελλαδικές εξετάσεις, με την έννοια ότι ο γραπτός βαθμός των Πανελλαδικών εξετάσεων συνυπολογιζόταν στο απολυτήριο του Λυκείου. Υπενθυμίζω ότι και στα περισσότερα χρόνια του συστήματος των δεσμών, το απολυτήριο του Λυκείου ήταν ανεξάρτητο από τις Πανελλαδικές εξετάσεις. Συνεπώς, αυτό που πραγματικά ισχύει είναι ότι οι Πανελλαδικές εξετάσεις τα περισσότερα χρόνια ήταν αποδεσμευμένες από το Λύκειο.
Και σήμερα ακόμα με το νέο σύστημα είναι αποδεσμευμένες από το Λύκειο, αφού διεξάγονται μετά από τη λήξη της λυκειακής εκπαίδευσης. Θεωρώ σωστό η διαδικασία πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση να διεξάγεται μετά την αποφοίτηση από το Λύκειο, με σεβασμό προς την αυτονομία της διδακτικής και παιδαγωγικής λειτουργίας του Λυκείου. Έτσι, κάποιο παιδί που δεν ενδιαφέρεται να συνεχίσει την εκπαίδευσή του δεν χρειάζεται να συμμετάσχει στις Πανελλαδικές εξετάσεις, αλλά θα έχει αποκτήσει μια ολοκληρωμένη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Γνωρίζουμε από τις σχετικές μελέτες ότι 8 στους 10 μαθητές δεν μπαίνουν στο τμήμα της πρώτης τους επιλογής. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Οι εξετάσεις με οποιαδήποτε μορφή είναι μια διαδικασία επιλογής. Η επιθυμία των διαγωνιζόμενων να εισαχθούν σε κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από την επίδοσή τους στη διαδικασία επιλογής. Οι υποψήφιοι διαγωνίζονται για τις προκαθορισμένες θέσεις στα πανεπιστημιακά τμήματα, πράγμα που σημαίνει ότι οι επιδόσεις τους έχουν καθαρά συγκριτική αξία. Συνεπώς, παρόλο που αναφερόμαστε σε εξέταση, στην πραγματικότητα είναι διαγωνισμός.
Εξέταση θα ήταν αν δεν υπήρχε προκαθορισμένος αριθμός εισακτέων και κάθε υποψήφιος που θα επεδείκνυε ένα συγκεκριμένο επίπεδο γνώσεων θα έμπαινε στο πανεπιστήμιο. Στην Ελλάδα αλλά και οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, όπου οι υποψήφιοι διαγωνίζονται, τα ποσοστά επιτυχίας στην πρώτη επιλογή είναι μικρά. Σε όλες τις χώρες υπάρχουν σχολές υψηλής ζήτησης, στις οποίες θα επιτύχουν μόνο οι αριστούχοι μέσα από κάποια εξεταστική διαδικασία.
Πώς γίνεται η εισαγωγή στην Τριτοβάθμια στην Ευρώπη “κατά κανόνα”; Προϋποθέτει εξετάσεις ενδοσχολικά ή σε εθνικό επίπεδο;
Σε όλα τα ευρωπαϊκά κράτη διεξάγονται εξετάσεις που κατά κανόνα αφορούν λίγα βασικά μαθήματα. Σε ορισμένα κράτη λαμβάνεται μερικώς υπόψη και η επίδοση των υποψηφίων στο Λύκειο. Μια βασική διαφορά του δικού μας συστήματος σε σχέση με τα ευρωπαϊκά είναι ότι οι υποψήφιοι στην Ευρώπη εξετάζονται σε σημαντικά εκτενέστερη ύλη, η οποία περιγράφεται με επιστημονικούς όρους και όχι με οριοθέτηση σελίδων από το σχολικό εγχειρίδιο. Η εκτενέστερη ύλη συνεπάγεται ότι τα θέματα των εξετάσεων είναι λιγότερο απαιτητικά, καλύπτουν όμως ευρύ φάσμα.
Θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα ένα σύστημα τύπου μπακαλορεά;
Το Ακαδημαϊκό Απολυτήριο των ετών 1965 και 1966 είχε τα χαρακτηριστικά του μπακαλορεά και σε κάποιο βαθμό όλες οι μορφές των Πανελλαδικών εξετάσεων έχουν μια τέτοια διάσταση. Το μπακαλορεά στη Γαλλία έχει συγκεκριμένη φιλοσοφία, η οποία παραμένει αναλλοίωτη για δεκαετίες, όπως και η όλη διαδικασία των εξετάσεων. Για παράδειγμα, τα μόνα σχολικά μαθήματα τα οποία συνυπολογίζονται στο βαθμό του μπακαλορεά είναι οι ξένες γλώσσες και η αθλητική επίδοση, ενώ τα υπόλοιπα μαθήματα εξετάζονται σε εθνικό επίπεδο. Επιπλέον, ειδικά στη Γαλλία οι «μεγάλες σχολές» διεξάγουν τις δικές τους εξετάσεις, οι οποίες είναι εξαιρετικά απαιτητικές, και το ποσοστό επιτυχίας είναι 2 στα 1.000.