Του Νίκου Τσούλια,
«ΤΟ ΑΡΘΡΟ», 15/11/09
Οι έντονες αλλαγές στο οικονομικό, κοινωνικό, πολιτισμικό πεδίο κλείνουν τον κύκλο της βιομηχανικής περιόδου της ιστορίας, οδηγώντας την ανθρωπότητα σε μια νέα εποχή. Η διαρκής έκρηξη της επιστήμης και της τεχνολογίας δημιουργούν ένα νέο τοπίο στην πολιτική, όπου η γνώση και η πληροφορία καθίστανται βασικοί διαμορφωτές των εξελίξεων.
Την εποχή μας την χαρακτηρίζει η ‘οικονομία της πληροφορίας’ και η προοδευτική πολιτική πρόταση αναδεικνύει τη μετάβαση στην ‘κοινωνία της γνώσης’ ως βασικό άξονα της κοσμοθεωρίας της.
Το μαζικό σχολείο της νεωτερικότητας, που ουσιαστικά γεννήθηκε από τη Γαλλική και τη βιομηχανική επανάσταση, οφείλει να μετεξελιχθεί σε νέες μορφές για να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές προκλήσεις.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει στοιχεία εσωστρέφειας και σε ένα διεθνές περιβάλλον που γίνεται όλο και πιο πολύπλοκο, οφείλουμε να αναπτύξουμε στοιχεία εξωστρέφειας με πολιτικές σύγκρισης, ανταλλαγών και δυναμικής αλληλοτροφοδότησης με τις τάσεις που αναπτύσσονται στο διεθνές εκπαιδευτικό σκηνικό.
Στην κατεύθυνση της εξωστρέφειας, μπορεί να συμβάλλει και η ανάπτυξη της πολυμορφίαςστη συνολική λειτουργία της παιδαγωγικής, ως θεμελιακό στοιχείο των σύγχρονων μορφωτικών θεσμών. Απαιτείται περαιτέρω ανάπτυξη όσον αφορά τις διαφοροποιημένες μορφές διδασκαλίας, αφού η ‘διαφορετικότητα’ συνδέεται με τη διαπολιτισμική εκπαίδευση, με την ειδική αγωγή, με τις μαθησιακές δυσκολίες, με τους χαρισματικούς μαθητές, με τη διαφοροποίηση του σημερινού ομοιόμορφου και συμπαγούς τρόπου διδασκαλίας.
Αυτή η απόλυτη ομοιομορφία του εκπαιδευτικού μας συστήματος που μπορεί να αποδοθεί με μια χαρακτηριστική και συμβολική διατύπωση: «όλοι οι μαθητές, σε όλα τα σχολεία της χώρας παρακολουθούν την ίδια ημέρα, το ίδιο μάθημα, με την ίδια μεθοδολογία, από το ίδιο βιβλίο και ίσως από την ίδια σελίδα!!», αποτελεί και μια κύρια ανατρεπτική στόχευση του ‘ανοιχτού σχολείου’.
Μάλιστα η αντιμετώπιση της διαφορετικότητας είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις των εκπαιδευτικών σε όλες τις ευρωπαϊκές σχολικές αίθουσες. Όσον αφορά τη συμμετοχή μας στις αλλαγές στους κόλπους της Ε.Ε., θα πρέπει να έχουμε κριτικό και ιδιαίτερα ενεργό ρόλο. Πιο ενεργός συμμετοχή της Ελλάδας στην εκπαιδευτική ευρωπαϊκή πορεία είναι κλειδί για την ανάπτυξη της χώρας. Πρόσθετα θα πρέπει να υπάρχει μια πρωτοβουλία και ένα αδρό σχέδιο ανάπτυξης της ευρωπαϊκής διάστασης της εκπαίδευσης επί του περιεχομένου του σχολείου.
Για να έχει προοπτική μια μεταρρύθμιση επί του περιεχομένου της εκπαίδευσης απαιτούνται, μεταξύ άλλων: 1) Σύνδεση της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με ένα πλαίσιο προοδευτικών κοινωνικών αλλαγών. 2) Ουσιαστικός σχεδιασμός και επιλογές που μπορούν να φέρουν σταδιακές και ήπιες αλλαγές στη σχολική πραγματικότητα. 3) Συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς και λήψη συγκεκριμένων μέτρων στήριξης του έργου τους.
4) Διασφάλιση των οικονομικών πόρων για κάθε ενέργεια των αλλαγών. 5) Προσπάθεια για τη σύνδεση της εκπαιδευτικής πολιτικής με την ανάπτυξη μορφωτικού ρεύματος στην κοινωνία. 6) Αποφασιστική και συγκροτημένη εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στα σχολεία. 7) Ανάπτυξη των σχολικών βιβλιοθηκών σε όλα τα σχολεία. 8) Το πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής θα πρέπει να είναι πάντα συγκεκριμένο και άρτιο, γιατί υπάρχει συχνά ‘απόσταση’ μεταξύ θεωρίας και πράξης στην εκπαιδευτική πολιτική με αρνητικά αποτελέσματα.
Σε κάθε περίπτωση, η προοπτική μιας ουσιαστικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης κρίνεται με την κοινωνική δυναμική της, τη μορφωτική της ακτινοβολία και με την προσπάθεια για την ανάπτυξη ενός προπλάσματος «ηλεκτρονικού διαφωτισμού».