Του Νίκου Τσούλια
Η απάντησή μου στο παραπάνω ερώτημα είναι απόλυτα και ένθερμα θετική και θα προσπαθήσω να στηρίξω αυτή την απάντησή μου στη συνέχεια με μια σχετική επιχειρηματολογία, την οποία καταθέτω και στους μαθητές μου και στους γονείς τους.
Το διάβασμα είναι πρώτιστη πνευματική ανάγκη. Αφορά όλους τους ανθρώπους και σ’ όλες τις ηλικίες. Είναι μια αναγκαιότητα συστηματικού διαλόγου με τα μεγάλα πνεύματα της ιστορίας, για να γίνουμε κοινωνοί της ίδιας της ανθρώπινης κατάστασης. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι δεν υπήρχε ο θεσμός του σχολείου, τα παιδιά και οι νέοι θα έπρεπε να καταφεύγουν στα βιβλία και στο διάβασμα τόσο για την ευρύτερη μορφωτική τους καλλιέργεια όσο και για την επαγγελματική τους προοπτική και εξέλιξη.
Οι μαθητές δεν είναι μαθητές μόνο κατά τη διάρκεια του σχολείου αλλά καθ’ όλη την ηλικία που αντιστοιχεί στη σχολική φοίτηση. Το καλοκαίρι και οι άλλες διακοπές απλώς διακόπτουν προσωρινά τη λειτουργία των σχολείων και σε καμιά περίπτωση το διάβασμα. Δεν είναι διακοπές όπως εκείνες των εργαζόμενων. Προφανώς το διάβασμα των διακοπών δεν έχει το ρυθμό, την ένταση και την έκταση που έχει στην άλλη περίοδο αλλά χαρακτηρίζεται από πιο ήπια και από προσωπικά και επιλεκτικά χαρακτηριστικά. Επί του περιεχομένου δε του διαβάσματος των διακοπών θα επανέλθω στο τέλος του κειμένου.
Το συνεχές διάβασμα των μαθητών, ανεξάρτητα από τη λειτουργία των σχολείων, συνδέεται με μια κουλτούρα που «τονίζει» τη μη απόλυτη σύνδεση σχολείου – διαβάσματος, που δεν θεωρεί το διάβασμα μια σχολική και μόνο υπόθεση. Με μια τέτοια και μόνο αντίληψη ο μαθητής συνειδητοποιεί τη βαθύτερη αποστολή των Γραμμάτων, δεν θεωρεί το διάβασμα μια καταναγκαστική ή απλά και μόνο μια θεσμική εκπαιδευτική υποχρέωση και απαλλάσσεται από μια αντιπαιδαγωγική νοοτροπία, που ίσχυε παλιότερα. Γιατί θα πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το διάβασμα δεν τελειώνει με την απόκτηση κάποιου απολυτηρίου ή πτυχίου, όπως γινόταν σε παλιότερες δεκαετίες αλλά συνεχίζεται τόσο για επαγγελματικούς λόγους όσο και για ευρύτερες προτεραιότητες των νέων γνωσιοκεντρικών εποχών και των κοινωνιών της διαρκούς μάθησης. Μόνο με μια φιλαναγνωσιακή κουλτούρα – που θα καλλιεργείται συνεχώς και επιμελώς – μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα «έθνος αναγνωστών» και να δημιουργήσουμε έναν σύγχρονο πολιτισμό.
Όταν ο μαθητής αντιληφθεί από τις μικρές ηλικίες την ανάγκη και την ομορφιά του διαβάσματος, όταν συνειδητοποιήσει ότι το διάβασμα είναι ένας από τους πιο μόνιμους συντρόφους της ζωής μας, ότι παίζει το σημαντικότερο ρόλο για την επίτευξη των όποιων φιλοδοξιών του και ονείρων του και ότι είναι ένας δρόμος προς την ελευθερία του πνεύματος, μόνο τότε θα έχει κατακτήσει τη ζωτική σχέση με τον κόσμο των Γραμμάτων και της Επιστήμης. Η συνεχής επαφή των μαθητών με τα σχολικά βιβλία δημιουργεί ένα κλίμα φιλικότητας με τη μάθηση, που θα μετρήσει στην υπόλοιπη ζωή τους και σπάζει το φοβερό στερεότυπο ότι δήθεν οι μαθητές πρέπει να διακόπτουν τη μαθητική τους ιδιότητα το καλοκαίρι και να μην πιάνουν βιβλία στο χέρι τους.
Δυστυχώς οι Έλληνες γονείς, ενώ φροντίζουν με τον πιο απόλυτο τρόπο για τη θεσμική εκπαίδευση των παιδιών με την παράλληλη και μάλλον υπερβολική φροντιστηριακή στήριξη των μαθητών, δεν έχουν κατανοήσει δύο πολύ απλές αλήθειες. α) Η εκπαιδευτική πορεία των παιδιών τους κρίνεται κυρίως στα πρώτα χρόνια του Δημοτικού σχολείου και όχι στο τέλος του Λυκείου και επομένως εκεί πρέπει να δίνουν τη «μητέρα των μαχών». β) Οι σημερινές και αυριανές κοινωνίες της γνώσης απαιτούν τη δια βίου μάθηση και όχι την …έφοδο μιας άπαξ εισαγωγής στο πανεπιστήμιο, και επομένως το αποφασιστικό στοιχείο, που τελικά θα μετρήσει, είναι η αγάπη στο διάβασμα με την ελεύθερη προσφυγή σ’ αυτό.
Φυσικά το διάβασμα το καλοκαίρι έχει άλλα χαρακτηριστικά. Θεωρώ ότι πρέπει να λαμβάνει υπόψη του δύο βασικούς άξονες. α) Να διαβάζουμε εκείνα τα μαθήματα στα οποία έχουμε ελλείψεις και μαθησιακές αδυναμίες – αυτό είναι πιο σημαντικό στις μικρές ηλικίες – και εκείνα τα μαθήματα που θα αποτελέσουν τη μαγιά για τις επιλογές που θα κάνουμε προς το τέλος του λυκείου για τις Πανελλαδικές εξετάσεις – αυτό είναι σημαντικό μόνο στο λύκειο. β) Να διαβάζουμε εκείνα τα αναγνώσματα που μας προκαλούν περισσότερη ευχαρίστηση και μας κάνουν να νιώθουμε πιο όμορφα. Εδώ προφανώς ο ρόλος της λογοτεχνίας είναι ιδιαίτερα σημαντικός και αποτελεί κοινό τόπο αναφοράς για όλους μας. Η λογοτεχνία προσφέρει μια πολύ σημαντική καλλιέργεια της σκέψης η οποία, πέραν της χρησιμότητας που παρέχει στις προτεραιότητες της Έκθεσης – του πιο βασικού μαθήματος των σχολείων όλων των βαθμίδων –, διευρύνει σημαντικά το συναισθηματικό κόσμο και τις ψυχικές ευαισθησίες των μαθητών.
Διάβασμα και το καλοκαίρι, διάβασμα σ’ όλη μας τη ζωή, γιατί το διάβασμα είναι ομορφιά και ελευθερία, γιατί σπάζει τις αλυσίδες της ημιμάθειας και της άγνοιας, της προκατάληψης και της πνευματικής δουλείας, της πιο σκληρής δουλείας!