Του Νίκου Τσούλια
Το παρόν άρθρο έχει κυρίως αφηγηματικό περιεχόμενο, γιατί αναφέρεται πρωτίστως για μια περίοδο (1993-2003) στην οποία είχα θεσμικό ρόλο στο εκπαιδευτικό κίνημα και θεωρώ ότι τα παρουσιαζόμενα στοιχεία έχουν μια σχετική αξία έστω για κάποιους μελετητές / ερευνητές της ιστορικής πορείας του συνδικαλισμού και της εκπαίδευσης.
Σημειώνω εξ αρχής ότι η προσωπική μου στάση απέναντι στα πολλαπλά προβλήματα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ήταν στάση στήριξης και συμπόρευσης αφενός γιατί ήταν συνάδελφοι και αφετέρου γιατί είχαν μεγάλες δυσκολίες στον εργασιακό τους χώρο. Υπήρχε μια συνολική ενότητα των εκπαιδευτικών οργανώσεων εκείνη την περίοδο, που συχνά έπαιρνε τη μορφή κοινής δράσης. Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι το σύνηθες κοινό σχήμα παρέμβασης ήταν εκείνο της ΟΛΜΕ με τη ΔΟΕ.
Οι άλλες παρατάξεις – πέραν εκείνης της δικής μου – της ΟΛΜΕ ήταν αρκετά επιφυλακτικές απέναντι στην ΟΙΕΛΕ που οφειλόταν στους εξής, κατά την ανάλυσή τους, κυρίως λόγους. α) Η ΟΙΕΛΕ δεν εμφανιζόταν αρκετά διεκδικητική απέναντι στο Υπουργείο Παιδείας και στην εκάστοτε κυβέρνηση. β) Η ΟΙΕΛΕ δεν είχε στο Διοικητικό Συμβούλιό της μια ευρεία παραταξιακή σύνθεση, αλλά είχε πάντα μια μεγάλη και ισχυρή παράταξη που κυριαρχούσε και κυριαρχεί όλο αυτό το διάστημα. γ) Η ΟΙΕΛΕ συμμετείχε στα ευρωπαϊκά προγράμματα (ΕΠΕΑΕΚ), τα οποία ανέπτυσσε το Υπουργείο Παιδείας, ενώ η στάση της ΟΛΜΕ απέναντι σ’ αυτά ήταν ή αντιθετική ή επιφυλακτική και η συμμετοχή γινόταν με πολύ μικρά βήματα.
Ωστόσο, η ιδιαιτερότητα αυτή – αν μπορούμε να μιλάμε για γενικότητα / πολιτική ορθότητα και για ιδιαιτερότητα στα κοινωνικά κινήματα… – ερμηνευόταν πολύ εύκολα από μια στοιχειώδη ανάλυση του χώρου των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Εδώ ο εργοδότης και η βασική πλευρά της διεκδίκησης δεν είναι το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση αλλά οι ιδιοκτήτες των σχολείων. Αντίθετα στο Υπουργείο προσέβλεπε πάντα η ΟΙΕΛΕ, για να εφαρμόζονται οι σχετικοί νόμοι ή για να βελτιώνεται το εργασιακό καθεστώς των μελών της. Όσον αφορά την παραταξιακή της ταυτότητα, εύκολο είναι να κατανοήσει κανείς ότι η ένταση των προβλημάτων στο χώρο αυτό διαμόρφωνε με επιτακτικό τρόπο την ανάγκη της ενότητας και της σύνθεσης και δεν μπορούσε να έχει τα χαρακτηριστικά των εκπαιδευτικών του δημοσίου.
Η διαφορετική στάση της ΟΙΕΛΕ για συμμετοχή στα ευρωπαϊκά προγράμματα των συνδικαλιστικών φορέων ήταν κατά τη γνώμη μου απολύτως θετική, και αυτό ανεξάρτητα από την πορεία των διεκδικήσεων των συνδικάτων απέναντι στις κυβερνήσεις, γιατί είναι μια στάση ευθύνης και δημιουργικότητας, η οποία μόνο θετικά αποτελέσματα έχει και για το σχολείο και για τους εκπαιδευτικούς. Θα αναφέρω ένα σχετικό παράδειγμα. Η ΟΙΕΛΕ είχε διαμορφώσει ένα πρόγραμμα ανταλλαγής «μαθητικής εμπειρίας» μεταξύ των μειονοτικών σχολείων Ελλάδας (Θράκης) και Τουρκίας (Κωνσταντινούπολης) με συγχρηματοδότηση Υπουργείου Παιδείας και Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο οποίο συμμετείχα ως προσκεκλημένος. Η υλοποίησή του είχε φοβερά θετικά αποτελέσματα, αλλά η πλειοψηφία της ΟΛΜΕ – με την ευθύνη κυρίως των αριστερών παρατάξεων, που ανταγωνίζονταν μεταξύ τους στην «αγωνιστικότητα» – το θεωρούσε περίπου περιττό…
Η στήριξή μου – ως προέδρου της ΟΛΜΕ – ήταν πάντα δεδομένη και εκφραζόταν συγκεκριμένα απέναντι στα δίκαια αιτήματα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Έτσι, για παράδειγμα, όταν άνοιξε το ζήτημα της απόλυσης ιδιωτικών εκπαιδευτικών στην περίπτωση που έκλειναν τα αντίστοιχα σχολεία τους, συμπαραστάθηκα στο αίτημα της ΟΙΕΛΕ για πρόσληψη στο Δημόσιο – κάτι που έγινε Νόμος του Κράτους επί Υπουργίας του Π. Ευθυμίου. Η συνεργασία μεταξύ ΟΛΜΕ και ΟΙΕΛΕ – παρά τις πολλαπλές ενστάσεις των αριστερών παρατάξεων – για εκείνη την περίοδο ήταν αμοιβαία και βασισμένη κυρίως – δυστυχώς – στην προσωπική και θεσμική στάση μου και έφερνε στην επιφάνεια και ενίσχυε ένα μεγάλο αίτημα του εκπαιδευτικού κόσμου: τη δημιουργία ενός ενιαίου εκπαιδευτικού φορέα όλων των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών της χώρας, με τη διατήρηση μιας σχετικής αυτονομίας στους κόλπους αυτού του φορέα.
Και οφείλω να τονίσω ότι η ΟΙΕΛΕ πάντα στήριζε τις πρωτοβουλίες της ΟΛΜΕ και διαμόρφωνε θετικές στάσεις για όποιους κοινούς βηματισμούς. Αναφέρω ενδεικτικά τη στάση της στην πρωτοβουλία της ΟΛΜΕ για τη διεξαγωγή Ημερίδας – για πρώτη φορά – αφιερωμένης στην «Παγκόσμια Ημέρα των Εκπαιδευτικών», που είχε ήδη καθιερώσει η Διεθνής Οργάνωση των Εκπαιδευτικών και που στη συνέχεια καθιερώθηκε και από τις Ομοσπονδίες της χώρας μας . Στις σχετικές διεργασίες προετοιμασίας εκδήλωσης, που έγιναν με τη συμμετοχή όλων των εκπαιδευτικών οργανώσεων Ελλάδας (ΔΟΕ, ΟΙΕΛΕ, ΟΛΜΕ, ΠΟΣΔΕΠ – πανεπιστημιακοί, ΟΣΕΠ – ΤΕΙ) και Κύπρου (Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης), η ΟΙΛΕ είχε πρώτη προτείνει να έχει τη σχετική Ομιλία η ΟΛΜΕ λόγω της μεγάλων κινητοποιήσεών της εκείνη την περίοδο, κάτι που έγινε ομόφωνα δεκτό. Η πανηγυρική εκδήλωση ήταν υπό την αιγίδα της Προεδρίας της Δημοκρατίας, έγινε με την τιμητική παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κ. Στεφανόπουλου και είχε μεγάλη επιτυχία.
Στις «στιγμές» συμπόρευσης των Εκπαιδευτικών Οργανώσεων στους κινηματικούς αγώνες και στις ευρύτερες μορφωτικές πρωτοβουλίες που προάγουν την εκπαίδευση και τους εκπαιδευτικούς συνολικά η ΟΙΕΛΕ ήταν πάντα παρούσα. Γιατί είχε μια πλούσια αγωνιστική παρακαταθήκη των μελών της και Διοικητικά Συμβούλια και προέδρους (Γιώργο Φυσσάκη, Δημήτρη Κωσταράκο, Μιχάλη Κουρουτό) που έγραψαν και γράφουν τη δική τους ιστορία στο εκπαιδευτικό κίνημα της χώρας.