Του Νίκου Τσούλια
Μπορεί να είναι απόλυτα ελεύθερος στις επιλογές του και να δημιουργεί έναν κόσμο ομορφιάς και πάθους. Μπορεί να έχει το δικό του ανεξάρτητο βασίλειο και να μη δίνει λογαριασμό σε κανέναν…
Αλλά είναι ο άνθρωπος και μόνο αυτός που τον ενσαρκώνει και τον βιώνει. Έτσι όλα τα διλήμματα και τα βάσανα, τα πάθη και οι απογοητεύσεις θα πέφτουν πάνω στο δικό συναίσθημα, στη δική του επικράτεια. Γιατί το μεγαλείο της αγάπης και της ευτυχίας του έρωτα έχει μαζί του και την πιο σκληρή δοκιμασία. Το δυνατό φως κρύβει και το πιο βαθύ σκοτάδι.
Αυτός ο έρωτας όμως είχε από την αρχή όχι μόνο μια οδύσσεια χωρίς Ιθάκη αλλά και την απόλυτη συντριβή. Δεν είχε αβεβαιότητες και σκληρές δοκιμασίες αλλά αδιέξοδο και καταστροφή! Δεν μπορούσες καν να ονειρευτείς, που είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπου. Τι να ονειρευτείς όταν δεν μπορείς να φανερώσεις πουθενά τον πόθο που σε καίει; Κι όμως φώλιασε για τα καλά μέσα μου, με κυρίευσε σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Πώς να απελευθερωθείς από ό,τι σε συνεπαίρνει σε μαγευτικούς τόπους και ταυτόχρονα σκληρά σε βασανίζει; Πώς να απαρνηθείς αυτό που σε έχει κατακτήσει τον κόσμο σου όλο, την ψυχή σου, την πνοή σου χαρίζοντάς σου τη μαγεία του βλέμματός της;
Είναι έρωτας που επιθυμείς την απόρριψη από το είδωλό σου, γιατί θα είναι μια λύτρωση. Νιώθεις ότι είναι καλύτερα να αναμετρηθείς μαζί του τώρα που είσαι μόνος, να αντιπαλέψεις με τις φαντασιώσεις σου πριν αυτές αγγίξουν την πραγματικότητα. Γιατί εκεί θα συντριβείς.
Το είδωλό της σάρωσε όλες τις προηγούμενες επισκέψεις του έρωτα και ξέρεις ότι είναι η τελευταία του επαφή του μαζί σου. Σαν να μην υπήρξε ποτέ τίποτα άλλο. Το απόλυτο δράμα. Είσαι φοβερά τυχερός την ίδια στιγμή που η τύχη σου υπόσχεται την απόλυτη ήττα. Η σκέψη μου είναι πάντα στο μέλλον – δεν είναι ποτέ μαζί μου, δεν βρίσκεται καθόλου στο παρόν, στη βιωμένη πραγματικότητα. Πλάθει το δικό της κόσμο. Με εγκαταλείπει χωρίς να το καταλαβαίνω το πώς γίνεται. Είμαι διχοτομημένος.
Έχω πάει στο διαμέρισμά της. Βιώνουμε στιγμές παραδείσου. Τα πάντα έχουν αφαιρεθεί. Πρόσωπα, γεγονότα, καταστάσεις, ο ίδιος ο χρόνος όλα είναι ακυρωμένα σαν να μην έχουν ποτέ υπάρξει. Οι αισθήσεις μας σε μοναδική έκσταση, περίκλειστες στο κλειστό σύμπαν του έρωτα. Έχουμε παραδοθεί στο βασίλειο της μοναδικής ομορφιάς και της απόλυτης ελευθερίας. Σαν φτάσαμε πέρα από τα σύνορα, εκεί που δεν μπορείς να καταλάβεις πού ακριβώς βρίσκεσαι, μιλήσαμε για πρώτη φορά. Βρήκαμε τις λέξεις που έχει η γνωστή ζωή μας. Η σκέψη μας έκανε έξοδο από ό,τι μας στροβίλιζε για ώρες. Να βγούμε έξω, να πάμε βόλτα. Άλλαξε η εικόνα της. Ντύθηκε. Μα σαν χτενιζόταν – τόσο γοητευτικά και όμορφα – αναδυόταν η εικόνα της επίσκεψης του έρωτα. Το πρώτο βλέμμα της ξαναγεννήθηκε. Με συνάντησε η πρώτη εικόνα από τα χείλη της. Ένιωθα να χάνομαι. Την αγκάλιασα. Ξαναβρεθήκαμε και πάλι στη δίνη του πάθους. Αρνηθήκαμε την πραγματικότητα που θα άλλαζε τον απόλυτο πόθο μας… Δεν πήγαμε βόλτα.
Όσο κι αν έκανα προσπάθεια να μείνω μακριά απ’ αυτή τη σκηνή, που η φαντασία μου και μόνο δημιουργούσε ξανά και ξανά, δεν τα κατάφερνα. Ήμουνα δεσμώτης του ειδώλου μου, της ονειροπόλησής μου. Και ήξερα, το ένιωθα ότι ήταν προτιμότερο να συμβαίνει αυτό – να παλεύω με τα φαντάσματά μου – παρά να αναμετρηθώ με την πραγματικότητα. Υπήρχε ένας δρόμος διαφυγής. Να με απορρίψει! Αλλά έπρεπε να βγω έξω από τη φαντασίωσή μου και το δίλημμα ερχόταν πιο σκληρό. Και αν δεν με απορρίψει, αν ο έρωτας την έχει επισκεφτεί με τη μορφή μου, πώς θα σηκώσω το βάρος μιας πραγματικότητας που θα με συντρίψει;
Το απόλυτο κενό, εκεί που η πυκνότητα των γεγονότων και των διλημμάτων διαμορφώνει μια «μαύρη τρύπα». Είσαι διαλυμένος και δεν μπορείς να ορίσεις τη μικρή σου επικράτεια. Στη ζωή σου δεν μπορείς καν να μιλήσεις ποτέ και πουθενά γι’ αυτό που σου συμβαίνει παρά μόνο σ’ αυτή. Δεν τολμάς να αφήσεις τον εαυτό σου ελεύθερο ή να αφεθείς στη φαντασία σου – εκεί θα χαθείς μόνος στης δικής σου ψυχής τα σκοτάδια.
Πώς η απόλυτη ομορφιά παίρνει την ίδια στιγμή την εικόνα του δράματος; Δεν μπορώ να ερμηνεύσω τίποτα. Νιώθω χαμένος. Πώς η σκέψη μου θα εκλογικεύσει την παραξενιά που με βασανίζει όταν έχει αποικιστεί από την ομορφιά του έρωτα, από το πιο γοητευτικό όνειρο που μπορεί να συναντήσεις;
Πάλεψα με τα φαντάσματά μου. Αέρας είναι και όλα φεύγουν. Χάνονται. Ποτέ δεν υπήρξαν. Είμαι μόνο εγώ το υποκείμενο και ο κύριος δημιουργός του κόσμου μου. Θα βρω την ευκαιρία να εκφράσω τον πόθο μου, να απελευθερωθεί – αν και πρέπει να βρω ευκαιρία, γιατί οι συνθήκες όσο εύκολα γέννησαν τον πόθο τόσο δύσκολα επιτρέπουν να εκφραστεί -, για να τον νιώσω τη γοητεία της απτής πραγματικότητας. Θα ζήσω την αιωνιότητα της στιγμής του «Σ’ αγαπώ» που θα της πω. Θα γευθώ την απόλυτη ομορφιά της ζωής μου στο «Σε λατρεύω» που θα ακούσει. Θα ζω με το είδωλό της!