Περί αμφισβήτησης στο σχολείο

Του Νίκου Τσούλια

      Αφορμή για τη γραφή αυτού του άρθρου ήταν το σχόλιο ενός μάλλον συναδέλφου σε γνωστή εκπαιδευτική ιστοσελίδα με το ερώτημα / πρόκληση: «γιατί γράφεις, αφού δεν έχεις προτάσεις;». Αναγκαστικά θα έχει ένα προσωπικό περιεχόμενο το παρόν αφήγημα, αφού αυτό που περισσότερο ενδιαφέρει είναι κυρίως αν είχα προτάσεις σε εκείνη την περίοδο (1996-2003) που είχα και θεσμική ευθύνη παρά στη σημερινή συγκυρία που αρθρογραφώ ως άτομο και μόνο.

      Είχα λοιπόν την εξής «τύχη». Να ξεκινήσω τη συνδικαλιστική μου πορεία μέσα από μια μεγάλη πρόκληση, τη διαμόρφωση του Ν.1566/1985 όπου είχα και μια μικρή συμμετοχή και κυρίως μέσω της παράταξης που ανήκα. Πρόκειται για το Νόμο / τομή που άλλαξε το τοπίο της Πρωτοβάθμιας και της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε μια ριζική κατεύθυνση εκδημοκρατισμού και εκσυγχρονισμού της Δημόσιας Παιδείας και που ουσιαστικά καθορίζει μέχρι και σήμερα 30 χρόνια και πλέον μετά το εκπαιδευτικό μας τοπίο. Κατανόησα λοιπόν ως νεοδιόριστος εκπαιδευτικός (ξεκίνησα το 1980 αλλά με διακοπή λόγω απόλυσής μου εξ αιτίας της συμμετοχής μου στην απεργία διαρκείας της ΟΛΜΕ το 1980) ότι για να μπορείς να σταθείς στοιχειωδώς σε μια Γενική Συνέλευση και για να έχεις μια απλώς καλή πορεία στο συλλογικό εκπαιδευτικό γίγνεσθαι οφείλεις να έχεις συγκροτημένη πρόταση.

      Ήταν μάλιστα τόσο έντονο το στοιχείο αυτό, που το παραταξιακό μας ρεύμα τόνιζε την υπεροχή του απέναντι στα άλλα παραταξιακά ρεύματα κυρίως στο γεγονός ότι έχει προτάσεις συγκεκριμένες και τόσο εξειδικευμένες που συχνά έπαιρναν την όψη νομοθετήματος! Η απόδειξη προς τούτο είναι ιστορικά καταγεγραμμένη. Όλες οι αποφάσεις του κλάδου των καθηγητών που αναφέρονται στην ουσία των εκπαιδευτικών ζητημάτων για την περίοδο που γνωρίζω απόλυτα καλά (1983 – 2003) έχουν κυρίως τη συμμετοχή του παραταξιακού μου ρεύματος και σε μεγάλο βαθμό και τη σφραγίδα του. Και πρόκειται για έναν πλούτο εκπαιδευτικών θέσεων και προτάσεων, πολλές εκ των οποίων παραμένουν ισχυρές ακόμα και σήμερα.

      Όλα τα χρόνια που ήμουνα Πρόεδρος της ΟΛΜΕ είχα αναγάγει τη διαμόρφωση θέσεων για το εκπαιδευτικό κίνημα ως το απόλυτο θέσφατο και γι’ αυτή την εμμονή μου είχα χαρακτηριστεί (ή και κατηγορηθεί) ως «θεσμικός», με την έννοια ότι τόνιζα υπέρμετρα το δημιουργικό και προτασιακό περιεχόμενο του συνδικαλισμού και όχι το διεκδικητικό. Πίστευα πάντα ότι ο συνδικαλισμός έχει δύο όψεις αλληλένδετες που δεν μπορούν να διαχωριστούν. Πίστευα ότι οφείλει να είναι διεκδικητικός και δημιουργικός συνδικαλισμός, αλλιώς το κίνημα και ιδιαίτερα το εκπαιδευτικό κίνημα δεν μπορεί να έχει καμιά προοπτική. Όταν τα αριστερά μας ρεύματα μάλιστα έδιναν το «είναι» και την ψυχή τους στο Πρόγραμμα δράσης – επί του οποίου συναγωνίζονταν στο ποιος θα είναι ο πιο αγωνιστικός με βάση το πόσες ημέρες απεργίας θα προτείνουν -, η δική μας αντίληψη ήταν προσηλωμένη στη διαμόρφωση θέσεων και στη συνεχή επικαιροποίησή τους. Πάντα πίστευα ότι συνδικαλισμός της μετωπικής και μόνο αντίληψης, της απόρριψης των πάντων και του «αντί» σε καθετί, χωρίς θέσεις και προτάσεις είναι ιδεολογικά μετέωρος, γιατί δεν έχει κοινωνικό έρεισμα και πολιτική αντιστοίχηση.

      Αν ανατρέξει κάποιος στα Εκπαιδευτικά Συνέδρια της ΟΛΜΕ και στις Γενικές Συνελεύσεις των προέδρων των ΕΛΜΕ, θα διαπιστώσει ότι όλες οι προτάσεις είτε για τη συνολική δομή της εκπαίδευσης είτε για τα διάφορα επιμέρους ζητήματα που γεννούσε η πολιτική και η κοινωνική πραγματικότητα έχουν πρωτίστως τη δική μας θεώρηση. Η παράταξή μας είχε πάντα ομάδες εργασίας σε πανελλαδική κλίμακα που εξειδίκευαν σε τέτοιο βαθμό την πρότασή μας, που λειτουργούσε συχνά ως το υπόστρωμα της συζήτησης στα συλλογικά όργανα του κινήματός μας. Φυσικά, οι θέσεις και οι προτάσεις δεν ήταν ποτέ μονομερούς νοητικής κατασκευής, αλλά πήγαζαν από τη δυναμική και τις ανάγκες της εκπαίδευσης και των σχολείων, μετασχηματίζονταν και σμιλεύονταν από το δημιουργικό διάλογο της αντιπαράθεσης ιδεών και της γόνιμης σύνθεσης σε όλα τα πεδία του κινήματός μας. Παρενθετικά, ένας από τους λόγους ανυπαρξίας του σημερινού Διοικητικού Συμβουλίου της ΟΛΜΕ είναι – όσο και αν φαίνεται εγωιστικό και ίσως υπερφίαλο – η απουσία του ρεύματός μας. Ας αναρωτηθούμε και ας προβληματιστούμε μόνο στο αν μπορεί η παρούσα σύνθεση του Δ.Σ. της αριστερής πλειοψηφίας να διαμορφώσει ποτέ έστω ένα γενικό πλαίσιο προτάσεων!!

      Ας έλθουμε όμως στο κύριο θέμα μας. Δεν νομίζω ότι έχει υπάρξει άλλος Πρόεδρος στην ΟΛΜΕ με τόση πλούσια αρθρογραφία. Το γράφω παίρνοντας απόλυτα και την ευθύνη. Και δεν ήταν αρθρογραφία επί ενός στενού συνδικαλιστικού ή συντεχνιακού πεδίου. Ήταν αρθρογραφία ουσίας και προτάσεων με εκπαιδευτικό και μορφωτικό προσανατολισμό σε πολύ ποικίλη θεματολογία. Μελετούσα με φοβερή επιμέλεια τα πορίσματα των ευρωπαϊκών συνεδρίων και ιδιαίτερα της ETUCE και της Education International. Μπορώ δε να ισχυριστώ ότι πάντα με γοήτευε η ευρωπαϊκή θεώρηση των εκπαιδευτικών συστημάτων και έχω συγκροτήσει ένα σχετικό ισχυρό corpus και μάλιστα με ματιά συγκριτικής θεώρησης. Επίσης, συμμετέχοντας ως κοινωνικός εταίρος στην Επιτροπή Παρακολούθησης των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (ΕΠΕΑΕΚ) κατέθετα πάντα θέσεις και προτάσεις για κάθε πτυχή της θεσμικής εκπαίδευσης από τα σχολικά βιβλία μέχρι την αναδιάρθρωση της Επαγγελματικής εκπαίδευσης. Τέλος, διάβαζα και διαβάζω κάθε σημαντικό εκπαιδευτικό βιβλίο.

      Αρθρογραφούσα στις πιο έγκυρες εφημερίδες, τότε που οι εφημερίδες διαμόρφωναν εν πολλοίς το κοινωνικό και το πολιτικό τοπίο. Μπορεί κάποιος να βρει άρθρα επί άρθρων μου στο βαθμό που ψηφιοποιείται το αρχειακό υλικό των εφημερίδων. Στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» αρθρογραφούσα τακτικά στο βασικό άρθρο, την «Τρίτη άποψη», με συχνότητα ανά τρεις εβδομάδες. Αρκετά άρθρα μου με προτασιακό πάντα περιεχόμενο δημοσιεύονταν στην «Ελευθεροτυπία», στο «Βήμα», στην «Καθημερινή», στον «Επενδυτή», στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο», στο « Έθνος», στην «Ημερησία», σε ελληνοκυπριακές εφημερίδες, σε εφημερίδες του απόδημου ελληνισμού. Πιο έντονο ήταν το προτασιακό περιεχόμενο της αρθογραφίας μου σε εκπαιδευτικά και επιστημονικά περιοδικά όπως: «Η σύγχρονη εκπαίδευση», «Φιλόλογος», «Νέα Παιδεία», «Η λέσχη των εκπαιδευτικών», «Προεκτάσεις στην Εκπαίδευση», «Επιστημονικό Βήμα», «Περιβαλλοντική εκπαίδευση», «Το σχολείο του μέλλοντος», «Το παιδαγωγικό βήμα του Αιγαίου», «Εκπαιδευτικά Θέματα», «Βιολογική Επιθεώρηση», «Διαβάζω», «Ομπρέλα», «Νέα Οικολογία» και φυσικά στο «Πληροφοριακό Δελτίο» της ΟΛΜΕ με το κύριο άρθρο.

      Και δεν ήταν αρθρογραφία επαναλαμβανόμενη για λόγους ευνόητους. Άνοιγα καινούργια ζητήματα από τις απαρχές της δεκαετίας του 1990, όπως για παράδειγμα, για την παιδαγωγική κατάρτιση των εκπαιδευτικών, για την ειδική αγωγή, για το βιβλίο και τη φιλαναγνωσία, για τη σεξουαλική αγωγή, για την περιβαλλοντική εκπαίδευση, για το μορφωτικό κίνημα, για την τεχνική εκπαίδευση και την κατάρτιση, για την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, για τα ιδιαίτερα μαθήματα (…) και κυρίως για το παιδαγωγικό και τον πολιτισμικό χαρακτήρα του σχολείου και για τον ιδιαίτερα σημαντικό κοινωνικό ρόλο των εκπαιδευτικών. Για την ποιότητα της αρθρογραφίας μου μάλιστα είχα δεχτεί συγχαρητήρια δημόσια από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κωστή Στεφανόπουλο.

      Πάντα όταν συμμετείχα σε Εκπαιδευτικά και σε Επιστημονικά συνέδρια και σε Γενικές Συνελεύσεις, κατέθετα και τη συλλογική πρόταση της ΟΛΜΕ αλλά και την προσωπική μου πρόταση προς ενίσχυση της αξίας της Δημόσιας Παιδείας, της δυναμικής των εκπαιδευτικών αλλά και του συνδικαλισμού και της συλλογικής δράσης. Προφανώς δεν έχω κανένα ταλέντο. Έχω όμως μια «ιερή τρέλα», που με βοήθησε και με βοηθά καταλυτικά: φοβερό πάθος για διάβασμα και για γράψιμο όσο ελάχιστοι Έλληνες. Και αυτό το πάθος είναι πνευματική δύναμη αλλά και ομορφιά ζωής.

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.