Είναι άσχετοι και επικίνδυνοι!

Του Νίκου Τσούλια

Ισχυρίζομαι ότι είναι άσχετοι και επικίνδυνοι οι σχεδιαστές και οι πολιτικά υπεύθυνοι του Υπουργείου Παιδείας μετά τη δημοσιοποίηση του σχεδίου – πρότασής τους για το λύκειο. Και δεν το λέω με καμιά διάθεση απαξίωσης ούτε από θέση κάποιου ειδήμονα – απλώς το σημειώνω με την απλή εμπειρία ενός εκπαιδευτικού.

Γιατί θεωρώ ότι τα ερωτήματα που θέτω δεν είναι μόνο απλά και αυτονόητα αλλά είναι – πάντα κατά τη γνώμη μου – βασικά και χρήζουν πειστικής απάντησης. Ας δούμε στο παρόν άρθρο την πιο εκτρωματική ίσως όψη του σχεδίου, τις Πανελλαδικές εξετάσεις στη μέση της χρονιάς.

Αναρωτιέμαι και απορώ. Είναι δυνατόν να μην σκέφτηκαν, να μην στοχάστηκαν και να μην προβληματίστηκαν με τη φαεινή ιδέα τους να θέσουν και Πανελλαδικές εξετάσεις στη μέση της χρονιάς; Γιατί εδώ γεννιούνται μια σειρά βασανιστικών  ερωτημάτων και προφανώς θα πρέπει να έδωσαν και κάποιες πειστικές απαντήσεις στον εαυτό τους.

α) Πόσο δύσκολο είναι να κατανοήσουν ότι οι Πανελλαδικές εξετάσεις διπλασιάζονται και δραματοποιούνται, αφού διακόπτουν και τεμαχίζουν τη ροή της διδασκαλίας και αναστατώνουν μαθητές και εκπαιδευτικούς;  Δεν υπάρχει κανένα ελαφρυντικό στοιχείο για το γεγονός ότι οι Πανελλαδικές εξετάσεις  θα προσμετρούν μόνο θετικά ή θα είναι προαιρετικές, γιατί προφανώς όλοι οι μαθητές θα τις δίνουν και όλοι θα επιδιώκουν να πάρουν τον καλύτερο δυνατό βαθμό – αφού θα είναι βαθμός μόνο προσθετικός -, και έτσι αυτές θα συγκεντρώσουν και τη μεγαλύτερη ένταση. Δεν έχουν κατανοήσει οι ιθύνοντες ότι οι εξετάσεις του όποιου συστήματος  πρόσβασης είναι συγκριτικές και ανταγωνιστικές;

β) Τα αναλυτικά προγράμματα διαμορφώνονται με βάση την ολοκλήρωση της διδακτέας ύλης με το τέλος της χρονιάς. Πώς είναι δυνατόν να αξιολογούνται οι μαθητές σε τόσο καθοριστικές εξετάσεις, όταν δεν θα έχουν αφομοιώσει και εμπεδώσει αυτή την ύλη; Μπορούν να διαμορφωθούν τα μελλοντικά αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία με τέτοιο τρόπο, ώστε να έχουν μια επιμέρους ολοκλήρωση της διδακτέας ύλης τον Ιανουάριο;

γ) Η διακοπή της διδασκαλίας στο τέλος του Α΄ τετραμήνου και η υλοποίηση πανελλαδικών εξετάσεων θα επιφέρει μια φοβερή αναστάτωση στη ροή της διδασκαλίας αλλά, και το πιο σημαντικό, στην ψυχολογία των μαθητών και στο έργο των εκπαιδευτικών. Με τι διάθεση θα συνεχίσουν οι μαθητές την προσπάθειά τους στο Β’ Τετράμηνο όταν θα έχουν λάβει το «μήνυμα» των βαθμολογιών του Α΄ Τετραμήνου, που δεν θα είναι καθόλου ενθαρρυντικό για τη μεγάλη πλειοψηφία τους; Και δεν χρειάζεται να περιμένουμε να δούμε την «απόσταση» της βαθμολογίας μεταξύ εκείνης του σχολείου και των όποιων Πανελλαδικών αρκεί να μελετηθούν τα στοιχεία από τις προηγούμενες χρονιές.

δ) Αν οι μαθητές συμπεριφερθούν όπως και στις τελικές πανελλαδικές εξετάσεις – που είναι το απόλυτα πιθανό – και διακόψουν για κάποιες ημέρες τη σχολική τους φοίτηση, για να προετοιμαστούν όσο το δυνατόν καλύτερα με το προσωπικό τους διάβασμα και με την εστίαση στο επίμαχο και αποφασιστικό ζήτημα, δεν θα έχουμε άλλη μια περίοδο «αγρανάπαυσης» της σχολικής λειτουργίας, ενώ μέχρι τώρα είχαμε στο τέλος της χρονιάς; Τι επιπτώσεις στο μαθησιακό κλίμα και στη ροή της διδασκαλίας θα έχουμε; Μήπως οι μαθητές θα καταφύγουν στη φροντιστηριακή στήριξή τους ακόμα πιο νωρίς από ό,τι κάνουν σήμερα;

ε) Πώς θα εκλάβει και πώς θα συνεχίσει ο εκπαιδευτικός την προσπάθειά του, όταν θα διαπιστώνει ότι αυτός διδάσκει και παράγει το εκπαιδευτικό έργο και μάλιστα προτού καν ολοκληρώσει αυτό το έργο του θα έρχεται ο εξωτερικός αξιολογητής να (τον) κρίνει αφ’ υψηλού και χωρίς να έχει καμιά γνώση των ιδιαίτερων συνθηκών σχολείου και μαθητών; Δεν θα νιώθει ότι βρίσκεται υπό καθεστώς επιτροπείας; Δεν θα αντιλαμβάνεται τη βαριά σκιά που θα πέφτει στη συνέχιση του έργου του; Η ανάλογη μέχρι τώρα διαδικασία γινόταν στο τέλος της χρονιάς και δεν επηρέαζε τη συνέχιση της διδασκαλίας. Και φυσικά αποτελούσε αυτή η τελική βαθμολογία και στοιχείο αυτοκριτικής και ανατροφοδότησης για τη συνέχεια της επόμενης χρονιάς.

Εκτιμώ ότι το σχέδιο του Υπουργείου Παιδείας δεν θα εφαρμοστεί. Και αυτό ανεξάρτητα από τις αντιδράσεις των μαθητών και των εκπαιδευτικών, των κομμάτων και των κοινωνικών κινημάτων. Θα καταρρεύσει ακόμα και στη διαδικασία του πολιτικού και κοινωνικού διαλόγου – αν φυσικά διαμορφωθεί ένα πλαίσιο πραγματικού διαλόγου, γιατί οι συγκυβερνώντες ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. κάνουν διάλογο μόνο με τον εαυτό τους, και γι’ αυτό μονολογούν και δημαγωγούν ακατάσχετα.

Θα καταρρεύσει από μόνο του, γιατί είναι γεμάτο από αντιφάσεις, γιατί όχι μόνο δεν λύνει κανένα πρόβλημα του ισχύοντος συστήματος αλλά και δημιουργεί προβλήματα εκεί που ποτέ δεν είχαμε, γιατί είναι εκτός της εκπαιδευτικής πραγματικότητας, γιατί είναι τερατούργημα άσχετων και ως εκ τούτου και επικίνδυνων σχεδιαστών και πολιτικών.

Υ.Γ.

Θα επανέλθω με κριτική σε άλλα σημεία του σχεδίου και κυρίως στο πώς υπονομεύει το εκπαιδευτικό έργο του λυκείου και στο πώς απαξιώνει τα απαραίτητα επιστημονικά και μορφωτικά εφόδια που χρειάζονται οι μαθητές για να συνεχίσουν τις σπουδές τους…

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΓραμματική: Βαρύτονα ρήματα ε.φ.(ασκήσεις)
Επόμενο άρθροΟπτικά όργανα των αρχαίων Ελλήνων – Νέα στοιχεία
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.