Του Νίκου Τσούλια
Η θεώρηση που έχει η πολιτεία γενικά για το σχολείο είναι μια μαγική εικόνα. Βλέπει το κέλυφος της σχολικής πραγματικότητας και θεωρεί ότι αυτό είναι το σχολείο και δεν αναρωτιέται καθόλου αν υπάρχει και κάτι άλλο πέραν τούτου!
Οι διεθνείς οικονομικοί οργανισμοί με ιδεολογική ναυαρχίδα τον Ο.Ο.Σ.Α. αναλύουν τα εκπαιδευτικά συστήματα με βάση τις επιλογές και τα συμφέροντα της αγοράς. Οτιδήποτε εκτρέπεται από τις ράγες των δικών τους επιλογών το κρίνουν μη αναγκαίο και πλήρως απορριπτέο. Ο νεοφιλελευθερισμός, ενώ έχει οργανική σχέση με τον πολιτικό φιλελευθερισμό, τον αντιστρατεύεται σε αρκετά βασικά σημεία όσον αφορά την εκπαίδευση και το ρόλο της. Έτσι ο φιλελευθερισμός μιλούσε για τα δικαιώματα των πολιτών και για τη μόρφωση των νέων, ενώ ο νεοφιλελευθερισμός αντιμάχεται κάθε υποψία τέτοιων αξιών και βλέπει τους ανθρώπους μόνο ως οικονομικές μονάδες (θεωρία του ανθρώπινου κεφαλαίου) και κάθε λειτουργία της κοινωνίας ως εμπορευματική σχέση, και τίποτα πέραν τούτων!
Οι κυβερνήσεις και η πολιτική, τα κόμματα και οι σχετικοί μελετητές βλέπουν τις εισροές και τις εκροές (inputs – outputs) του εκπαιδευτικού συστήματος και μένουν σ’ αυτές θεωρώντας ότι με αυτό τον τρόπο κάνουν ανάλυση της εκπαίδευσης και της παιδείας. Η επιστημονική έρευνα – που σε κάθε περίπτωση δεν είναι ιδεολογικά ουδέτερη – είναι πλήρως χειραγωγημένη προς την εμπορευματοποίηση των αποτελεσμάτων της. Έτσι εξηγείται άλλωστε η περιθωριοποίηση των ανθρωπιστικών επιστημών και η «απορία» ως προς το «ποιος σκότωσε τον Όμηρο».
Οι γονείς ζουν με ένα μόνιμο άγχος και με μια υψηλή προσδοκία, να διασχίσουν τα παιδιά τους με τους καλύτερους δυνατούς βαθμούς όλο το εκπαιδευτικό σύστημα και να πάρουν το πιο απαιτητικό πτυχίο, αυτό που εξασφαλίζει την καλύτερη θέση στην αγορά εργασίας και το οποίο έχει ταυτόχρονα και την μεγαλύτερη κοινωνική αναγνώριση. Αλλά – και το πιο περίεργο – και ένα μεγάλο μέρος των εκπαιδευτικών βλέποντας με βάση όλα τα παραπάνω στο προς τα πού κρίνεται η δική τους «νομιμοποίηση» στα μάτια των ενδιαφερόμενων, δηλαδή στην επιτυχία των πανελλαδικών εξετάσεων και στην απόκτηση πτυχίου και μεταπτυχιακού τίτλου, υπηρετούν άλλοτε αλλοτριωμένοι και άλλοτε ανυποψίαστοι έναν επιμέρους στόχο της εκπαίδευσης αγνοώντας την ουσία της αγωγής και της μόρφωσης. Ακόμα και στις συζητήσεις – που με τόση ευκολία κάνουν ακόμα και εκτός σχολείου – κυριαρχούν τα δευτερεύοντα στοιχεία της παιδαγωγικής λειτουργία τους. Ίσως γιατί έχει ατροφήσει και από αυτούς τους ίδιους η αυταξία της διαπαιδαγώγησης και της ανθρωπιστικής παιδείας!
Θεωρείται από την κυρίαρχη αγοραία εκδοχή του σχολείου – και η οποία έχει επικρατήσει – η άποψη ότι στη θεσμική εκπαίδευση τα παιδιά και οι νέοι μαθαίνουν γράμματα και ουδέτερες γνώσεις / πληροφορίες και ασκούνται σε δεξιότητες για την επαγγελματική τους προοπτική. Κι όμως η καταστατική σύσταση και η κοινωνική αποστολή το σχολείου δεν έχει ως βασική αποστολή την υπηρέτηση των εξωτερικών (και εν πολλοίς μετρήσιμων) παραμέτρων. Η ψυχή του δεν είναι αυτή. «Η στιγμή της αλήθειας του εκπαιδευτικού συστήματος είναι ό,τι συμβαίνει μέσα στη σχολική αίθουσα», που δεν μπορεί να αποτιμηθεί με ποσοτικά και μετρήσιμα στοιχεία. (Πολύ σωστά έχει ειπωθεί ότι το κελάηδημα του πουλιού δεν μπορεί να εξηγηθεί…). Όλοι οι άλλοι δείκτες αξιολόγησης έχουν δευτερεύοντα ρόλο, και ευτυχώς που η πραγματικότητα είναι αυτή.
Υπάρχει λοιπόν ένα φοβερά δημιουργικό κομμάτι εκπαιδευτικών που λειτουργεί με βάση τη μορφωτική αποστολή του σχολείου. Υπάρχουν πολλοί εκπαιδευτικοί που διαπαιδαγωγούν και μορφώνουν, που κοινωνικοποιούν και εμπνέουν, που καλλιεργούν την ελευθερία του πνεύματος και προάγουν το συναισθηματικό κόσμο των παιδιών και των νέων, που αναδεικνύουν την τέχνη και τον πολιτισμό και εμβαθύνουν στο να ανακαλύψει κάθε παιδί το «θησαυρό που κρύβει μέσα του», που «μιλάνε» για τις ουμανιστικές αξίες όχι γενικά και αόριστα αλλά ως προβολή στις κοινωνικές σχέσεις μας και ως αναγκαία κατάκτηση ενός αγωνιστικού τρόπου ζωής, που απελευθερώνουν τις δημιουργικές δυνάμεις των μαθητών και τροφοδοτούν τον πλούσιο κόσμο των ευαισθησιών τους για να μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα την κοινωνική και τη φυσική πραγματικότητα και να θέτουν τους προσωπικούς προβληματισμούς τους σε μια κατεύθυνση αυτοπραγμάτωσης.
Αυτοί οι εμπνευσμένοι εκπαιδευτικοί αγγίζουν την ψυχή του σχολείου και γεύονται το πανηγύρι της πραγματικής παιδείας και της απελευθερωτικής μόρφωσης. Βιώνουν μια κατάσταση ιερής μέθης, μια πνευματική έκσταση βλέποντας την ανάδυση των προσωπικοτήτων των μαθητών τους και νιώθουν κάθε φορά που τελειώνει το μάθημά τους μια πλήρωση του εαυτού τους, μια λύτρωση από τα τόσα και τόσα δευτερεύοντα και ασήμαντα που είναι έτοιμα να τους αλλοτριώσουν και να τους καταναλώσουν την ίδια τη ζωή τους.
Είναι εκπαιδευτικοί που έχουν φωτεινά παραδείγματα της Παιδαγωγικής στη σκέψη τους και στην ψυχή τους: το Γληνό και το Δελμούζο, τον Παπανούτσο και τον Κακριδή, τον Φρέιρε και τον Ντιούι, την Μοντεσσόρι και τον Πιαζέ, την Κέλερ και την Ιμβριώτη…, που συνειδητοποιούν μέσα από την πληρότητα της αγωγής ότι πράγματι μορφώνουν, ότι συνεργούν στην ολόπλευρη ανάπτυξη ανθρώπων και πολιτών. Και είναι ίσως οι μοναδικοί διανοούμενοι των καιρών μας!