Του Νίκου Τσούλια

      Είδαμε στο πρώτο μέρος του άρθρου μας τη φαινομενική συγκριτική υπεροχή της επιστήμης έναντι της φιλοσοφίας εκ του γεγονότος ότι η επιστήμη έχει απτά και πολλαπλά οφέλη για τον άνθρωπο και τον πολιτισμό σε αντιδιαστολή με τη φιλοσοφία που εν πολλοίς «θεωρητικολογεί». Ωστόσο αυτή η θεώρηση έχει σχετική αξία. Γιατί ο ρόλος της φιλοσοφίας μπορεί να είναι λιγότερο ορατός στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και στην αιχμή των εξελίξεων, αλλά η πραγματική εικόνα είναι διαφορετική. Αρκούν δύο παραδείγματα για να καταδειχτεί ο καθοριστικός ρόλος της φιλοσοφίας.

      α) Στο ερώτημα «τι είναι ζωή», η επιστήμη δίνει μια πολύ σαφή απάντηση μέσα από το «λεξιλόγιο» της Βιολογίας – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η απάντηση είναι ικανοποιητική -, ενώ η φιλοσοφία εμφανίζεται πιο γενικόλογη αλλά και πιο ολιστική και πιο στοχαστική, και θέτει ένα ευρύτερο και πιο ουσιώδες πλαίσιο για το ερώτημα που ικανοποιεί καλύτερα τον όλο προβληματισμό μας. Σ’ αυτή την περίπτωση πολλαπλασιάζεται τόσο πολύ η μορφωτική καλλιέργεια του ανθρώπου που προάγει μια ορθολογική και στοχαστική στάση ζωής και τα οφέλη είναι αρκούντως πιο ουσιαστικά και πιο πλούσια.«Όσο περισσότερο αναπτύσσεται η πνευματική δραστηριότητα του ανθρώπου, όσο μεγαλύτερη γίνεται η κριτική και ερευνητική του διάθεση, τόσο περισσότερο υποχωρούν τα πρακτικά ενδιαφέροντα μπροστά στα θεωρητικά, και ο άνθρωπος τείνει να ομοιωθεί προς το θεό που πρόσφατα ανακάλυψε, το θεό ο οποίος βλέπει και αναγνωρίζει μένοντας ακίνητος»[i].

      β) Στο οικονομικό πρόβλημα της σύγχρονης ανθρωπότητας, η επιστήμη παρουσιάζεται πιο ωφελιμιστική αφού προσφέρει περισσότερες λύσεις. Αλλά η φιλοσοφία μπορεί να διαμορφώσει μια άλλη κουλτούρα προοπτικής και έναν άλλο πράγματι ορθολογικό τρόπο ζωής, που αμφισβητούν τον καταναλωτισμό και την εμπορευματοποίηση και προκρίνουν την εγκράτεια και την ολιγάρκεια ως κρατούσες αξίες και με αυτό τον τρόπο δημιουργούν καλύτερα οικονομικά αποτελέσματα και μια σαφώς βιώσιμη ανάπτυξη. Είναι επίπλαστη λοιπόν και φαινομενική η υπεροχή της επιστήμης έναντι της φιλοσοφίας απέναντι στην κοινωνία και μόνο μια κοντόθωρη αντίληψη μπορεί να παραμείνει στα επιφαινόμενα και να αγνοεί την ουσία των πραγμάτων…

      Αλλά υπάρχουν και άλλα ζητήματα που χρήζουν μιας προσεκτικής συγκριτικής προσέγγισης. Τα ερωτήματα και οι προβληματισμοί που θέτει η φιλοσοφία ανάγονται στις «αρχικές αιτίες» και στα γενικά και πιο ισχυρά συμπεράσματα, ενώ της επιστήμης συνάπτονται με ένα διαρκώς ρευστό πεδίο αναφοράς. Η φιλοσοφία έχει και τον πρώτο και τον τελικό λόγο. «Η φιλοσοφία στην ελληνική δημιουργική αφύπνιση είναι στοχαστική αντίληψη σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι απείρως εκτεθειμένος στο Ενθάδε, σ’ αυτή τη στενή ζώνη του χώρου της ελευθερίας, η οποία παραχωρείται στην ανθρώπινη βούληση και ικανότητα από το εύτακτο όλον της πορείας της φύσης. Τούτη ακριβώς η έκθεση του ανθρώπου συνειδητοποιείται στη σκέψη και οδηγεί στο σημείο να τίθενται ορισμένα πελώρια ερωτήματα: Τι υπήρχε στην αρχή; Τι σημαίνει το να υπάρχει κάτι; Τι σημαίνει ότι δεν υπάρχει το τίποτε; Μήπως το τίποτε σημαίνει κάτι; Η διατύπωση αυτών των ερωτημάτων είναι το ξεκίνημα της ελληνικής φιλοσοφίας, ενώ οι θεμελιώδεις απαντήσεις της είναι: φύσις, αφ’ εαυτού ύπαρξη στην τάξη του όλου και λόγος, γνώση και επίγνωση του όλου, συμπεριλαμβανομένου επίσης του λόγου της ανθρώπινης τεχνικής ικανότητας»[ii].

      Επίσης στη φιλοσοφία έχουμε συνήθως την συνύπαρξη διάφορων θεωριών και «παραδειγμάτων» και μπορούμε να ισχυριστούμε ότι κάθε φιλοσοφική αντίληψη στο διάβα της ιστορίας έχει μια διαρκή επιρροή – επηρεαζόμενη προφανώς από την αντιπαράθεσή της με άλλες ανταγωνιστικές αντιλήψεις -, ενώ στην επιστήμη παρατηρείται η μάλλον απόλυτη επικράτηση της «άλφα» ή της «βήτα» θεωρίας, με βάση την επεξηγηματική τους δυναμική. Η προσωρινότητα των θεωριών καταδεικνύει και την ευθραυστότητα του λόγου.

      «Μπορεί η φιλοσοφία να αναπτυχθεί από μόνη της, χωρίς την υποστήριξη της επιστήμης; Μπορεί η επιστήμη να κάνει «έργο» χωρίς φιλοσοφία; Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι επιστήμες μπορεί να σταθούν πέρα από τη φιλοσοφία, ότι ο επιστήμονας πρέπει να αποφεύγει το φιλοσοφείν. Αν ο όρος «φιλοσοφία» δίνεται με μια τέτοια κακή ερμηνεία, τότε φυσικά ο καθένας θα συμφωνήσει με την προειδοποίηση «Φυσική, beware της μεταφυσικής!» Αλλά δεν υπάρχει τέτοια προειδοποίηση. Οι επιστήμες δεν μπορούν και δεν πρέπει να σπάσουν τις συνδέσεις τους με την αληθινή φιλοσοφία»[iii]. Το εν λόγω ερώτημα είναι απλώς θεωρητικό. Οι σχέσεις φιλοσοφίας και επιστήμης είναι σχέσεις αλληλοτροφοδότησης και αλληλεξάρτησης και αυτό προφανώς οφείλεται στο ότι τα προβλήματα του ανθρώπου και των κοινωνιών είναι κοινά και οι επιμέρους τομείς της γνώσης του ανθρώπου κατ’ ανάγκην συνδέονται στενά. Έτσι, στα διαρκώς νέα ζητήματα της μηχανικής γενετικής και της βιοτεχνολογίας έρχεται η βιοηθική για να αποτιμήσει σε φιλοσοφικό και σε κοινωνικό επίπεδο τις εξελίξεις και να παίξει το δικό της αυτόνομο και ίσως και καθοριστικό ρόλο για το «δέον γενέσθαι».

      Δύσκολα θα βρούμε κάποιο μείζον πρόβλημα του ανθρώπου το οποίο να μην «ενδιαφέρει» παράλληλα και την επιστήμη και τη φιλοσοφία. Εκείνο που επιζητείται σήμερα είναι η επανακατασκευή της χαμένης ενότητας και η ολιστική θεώρηση της Γνώσης, γιατί μέσω αυτών μπορούν να δίνονται πιο στέρεες απαντήσεις στα προβλήματα του ανθρώπου και να τροφοδοτούνται όλο και πιο νέοι προβληματισμοί.

[i] Bruno Snell (1997), Η ανακάλυψη του πνεύματος, Αθήνα: Μ.Ι.Ε.Τ., σ. 190

[ii] Γκάνταμερ, Χ.-Γ., Η απαρχή της γνώσης, Αθήνα: Πατάκης, σ. 242, 243

[iii] http://translate.google.gr/translate?hl=el-GR&langpair=en%7Cel&u=https://www.marxists.org/reference/archive/spirkin/works/dialectical-materialism/ch01-s04.html

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΠαιδιά με αναπηρία και κοινωνική αποδοχή
Επόμενο άρθροΛατινικά: Επαναληπτικές ασκήσεις (κείμενα 3-45)
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.