Περί αμφισβήτησης στο σχολείο

Του Νίκου Τσούλια

Το γεγονός ότι το Λύκειο αποτελεί διαχρονικά τον εκπαιδευτικό θεσμό που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο πολιτικό ενδιαφέρον απορρέει από τον κοινωνικό ρόλου του και τη σπουδαιότητά του στο μορφωτικό γίγνεσθαι των νέων. Επίσης το γεγονός ότι έρχονται και επανέρχονται οι κατά καιρούς εκπαιδευτικές «μεταρρυθμίσεις» χωρίς βιωσιμότητα στο θεσμό αυτό δηλώνει ευθέως την αποτυχία της εκάστοτε εκπαιδευτικής σύλληψης, την αποτυχία της εκπαιδευτικής πολιτικής.

      Η χώρα μας ανά τακτά χρονικά διαστήματα αλλάζει το Λύκειο και το Σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση όχι ως μια αναγκαιότητα και ως μια εθνική επιλογή που απορρέουν από τα σημεία των καιρών και από τις προκλήσεις του μέλλοντος αλλά ως μια απόπειρα επιδιόρθωσης της εκάστοτε προηγούμενης αποτυχημένης μεταρρυθμιστικής προσπάθειας. Οι λόγοι της αποτυχίας είναι αρκετοί και συγκεκριμένοι.

      Αναφέρουμε ενδεικτικά: την απουσία πολιτικού σχεδιασμού επί του περιεχομένου της εκπαίδευσης (πλην των περιπτώσεων της γλωσσικής μεταρρύθμισης του 1976 και της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1985), την έλλειψη εθνικής στρατηγικής για το ρόλο της εκπαίδευσης στην εκάστοτε συγκυρία, την παντελή έλλειψη διακεκριμένων και έμπειρων εκπαιδευτικών και παιδαγωγών για τη σύλληψη της μεταρρύθμισης (τα ονόματα που παρελαύνουν κάθε φορά στο σημείο αυτό είναι ασημαντότητες), την απουσία επιστημονικά τεκμηριωμένης έρευνας για το σχεδιασμό και κυρίως για το πεδίο εφαρμογής της εκπαιδευτικής πολιτικής, την παντελή αγνόηση των εκπαιδευτικών τόσο στο σχεδιασμό όσο και στην εφαρμογή της εκάστοτε εκπαιδευτικής πολιτικής.

      Οι μεταρρυθμιστικές αποτυχημένες απόπειρες στην εκπαίδευση ήταν και είναι σισσύφειες, ακριβώς γιατί διαμορφώνονταν σαν «διοικητικές πράξεις» που κατευθύνονται με τη μορφή κανονιστικών διατάξεων από το Υπουργείο Παιδείας προς το σχολείο – ωσάν να είναι το σχολείο ΔΕΚΟ – χωρίς καμιά σύμπραξη της «κορυφής» με τη ζωντανή λειτουργία της σχολικής αίθουσας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες που έκανε η κυβέρνησή του έδινε μεγάλη σημασία για τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Έδινε πρωτεύοντα ρόλο σε μεγάλους και φωτισμένους παιδαγωγούς και τα ονόματά τους κοσμούσαν την εκπαιδευτική πολιτική. Ήταν μεγάλοι διανοούμενοι της ελληνικής πολιτείας (Δελμούζος, Γληνός, Τριανταφυλλίδης). Σήμερα ποιοι διαμόρφωσαν αυτή την εκτρωματική μορφή του Λυκείου και δεν υπάρχει ούτε καν σχετικό θάρρος για να σηκώσουν το βάρος ενός δημόσιου διαλόγου; Στηριζόταν στον εκπαιδευτικό του σχολείου, έστελνε επιστολές ενθάρρυνσης στους εκπαιδευτικούς, πήγαινε και παρακολουθούσε μαθήματα μέσα στην τάξη.

      Σήμερα κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν γίνεται από τον πρωθυπουργό αλλά ούτε και από τους υπουργούς ούτε και από κάποιο στέλεχος του υπουργείου. Και το πιο αρνητικό γεγονός είναι ότι δεν μπορούν ούτε καν να εμφανιστούν σε κανένα σχολείο. Είναι δυνατόν να γίνεται εκπαιδευτική μεταρρύθμιση – δηλαδή μια μορφωτική απόπειρα που θα επηρεάσει τη ζωή των νέων μας και το μέλλον της χώρας μας – και οι υπεύθυνοι να κρύβονται κυριολεκτικά και μεταφορικά; Στην τρέχουσα απόπειρα μεταρρύθμισης είχαμε επιπλέον και παρακμιακές αντιλήψεις και πρακτικές. Όποιες επαγγελματικές ομάδες είχαν μεγαλύτερη επιρροή στο γραφείο του Υπουργού διαμόρφωναν και το πόσες ώρες την εβδομάδα θα διδάσκεται το άλφα ή το βήτα μάθημα, όποιος κρατούσε το μολύβι της γραφής του νομοσχεδίου καθόριζε ποιοι πτυχιούχοι θα διδάσκουν σε πρώτη ή σε δεύτερη ανάθεση το χι ή το ψι μάθημα!

      Το Υπουργείο Παιδείας αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει πάντα εχθρικά ή στη καλύτερη περίπτωση επιφυλακτικά τους εκπαιδευτικούς και το ρόλο τους. Προφανώς η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας δεν γνωρίζει μερικά καθολικά εκπαιδευτικά προτάγματα, τα οποία κάθε σύγχρονη χώρα τα λαμβάνει υπόψη της. 1) Η «απόσταση» από το Υπουργείο Παιδείας – ιδιαίτερα στη χώρα μας – μέχρι το σχολείο είναι πολύ μεγάλη και για να ευδοκιμήσει ένας σχεδιασμός μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης οφείλει να θέσει στον πυρήνα του εγχειρήματος το «τι συμβαίνει μέσα στη σχολική αίθουσα» που είναι «η στιγμή αλήθειας για κάθε εκπαιδευτικό σύστημα»! 2) Είναι πασίγνωστη η αναφορά λαμπρών παιδαγωγών και κοινωνιολόγων της εκπαίδευσης ότι «το σχολείο δεν αλλάζει αλλάζοντας μόνο το σχολείο». Απαιτούνται παράλληλες ενέργειες κοινωνικού και μορφωτικού χαρακτήρα. Μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση ή θα αλλάξει τη σχέση μας γενικότερα με τη γνώση και τη μόρφωση ή απλώς δεν θα υπάρξει. Αλλά αυτό προϋποθέτει αν όχι κάποιο όραμα τουλάχιστον έναν κεντρικό εθνικό στόχο.

      Ως ένας απλός γνώστης μερικών όψεων των εκπαιδευτικών πραγμάτων θέτω δύο αυτονόητες ερωτήσεις. Ποια μεταρρύθμιση μπορεί να σταθεί αν δεν εμπνέει τους εκπαιδευτικούς και αν δεν εμπνέεται παράλληλα απ’ αυτούς; Ποια μεταρρύθμιση μπορεί να υπάρξει στη σύστασή της χωρίς κάποια βασική μορφωτική ιδέα, χωρίς ένα συγκροτημένο «παιδαγωγικό παράδειγμα»;

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.