Του Νίκου Τσούλια
Ισχυρίζομαι και επιμένω – και θα προσπαθήσω να το τεκμηριώσω – ότι αν η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων διάβαζε, θα ήταν άλλη η Ελλάδα, θα ήταν όμορφη η ζωή μας! Προφανώς εγείρονται αυτονόητα ερωτήματα. Είναι τόσο απλό και εύκολο, να αλλάξεις την κρατούσα εικόνα του πολιτισμού; Μπορεί να ισχυριστεί κάποιος μια τέτοια άποψη και δεν το έχει συνειδητοποιήσει κανένας άλλος;
Πριν εισέλθω στην ουσία της άποψής μου, θέλω εισαγωγικά να καταθέσω δύο μεθοδολογικά προς τούτο στοιχεία, τα οποία έχουν καθοριστικό ρόλο στο θέμα μας. α) Όταν λέω να διαβάζουμε, εννοώ το διάβασμα του Πνεύματος του ανθρώπου, των βιβλίων που μετασχηματίζουν τον κόσμο και την πορεία όλης της ανθρωπότητας σε μια πορεία προόδου και κοινωνικής και πολιτισμικής εξέλιξης, σε πορεία προαγωγής της ελευθερίας και της χειραφέτησης. β) Ακόμα και μια μικρή ενέργεια του ανθρώπου όταν γίνεται κρατούσα και καθολική, μεταμορφώνει τον άνθρωπο γιατί πολλαπλασιαζόμενη από την κοινωνία και απ’ όλους τους πολίτες ανατρέπει πολλά περισσότερα πράγματα από όσα η ίδια η ενέργεια εμπεριέχει. Γίνεται κουλτούρα και αλλάζει όλο το «στερέωμα του ουρανού»[i].
Όταν ένας πολίτης διαβάζει βιβλία που περιγράφηκαν παραπάνω συνοπτικά, καλλιεργεί εκείνες τις γνώσεις και τις αξίες που εξανθρωπίζουν τον άνθρωπο και έχει ως επακόλουθο να διαμορφώνει έναν τέτοιο τρόπο αντίληψης, που τον βοηθά να κατανοεί με αποτελεσματικό τρόπο τις πολλαπλές πτυχώσεις της πραγματικότητας και να ερμηνεύει τον κόσμο με μεγαλύτερη ευστοχία σε σχέση με την απουσία αυτού του διαβάσματος. Μπορεί να διακρίνει το ουσιώδες από το επουσιώδες, αυτό που διαμορφώνει τις εξελίξεις στην κοινωνία από αυτό που απλώς διαπιστώνει τα φαινόμενα και μάλιστα με ελλειμματικό τρόπο. Ο πολίτης αυτός κατακτώντας τα βασικά εργαλεία του ορθολογισμού, αναπτύσσει έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής, ακολουθεί το αξιακό φορτίο της κλασικής κυρίως παιδείας και έτσι μεταπλάθει το χαρακτήρα του και την προσωπικότητά του σε μια κατεύθυνση αλληλεγγύης προς τον «άλλο άνθρωπο», γιατί βιώνει την κατάσταση της προαγωγής του καλού ως δική του ψυχική ευφορία και συναισθηματική ανάταση αλλά και ως δυναμική κοινωνικής ανέλιξης.
Ένας τέτοιος πολίτης μπορεί να σταθμίζει πραγματικά το προσωπικό του συμφέρον σε αρμονία με το κοινωνικό συμφέρον. Προκρίνει εκείνες τις ιδεολογίες και κοσμοθεωρίες που αναδεικνύουν στην πράξη την αγάπη, την κατανόηση, την ανεκτικότητα, τη διαφορετικότητα, τη συνεργατικότητα, τη συνεννόηση, το διάλογο. Δεν μπορεί να εξαπατηθεί από λαϊκισμούς και δημαγωγίες, από ρατσισμούς και ξενοφοβίες, από προκαταλήψεις και από χειραγωγήσεις της εξουσίας και του χρήματος. Δεν κολλάει πίσω από πολιτικούς και δεν πρόκειται να τον εξαπατήσει μια κομματική συνταγή, που απευθύνεται στις μάζες και στο φτηνό συναίσθημα της αγελαίας παρόρμησης. Είναι ένας πολίτης με άποψη για τη ζωή, με ευθύνη απέναντι στον κάθε άνθρωπο και στην κοινωνία. Αν δεν ισχύουν σε μια κάπως ισχυρή αναφορά όλα αυτά, τότε αυτός ο πολίτης – αναγνώστης δεν διαβάζει διαμάντια του Πνεύματος του ανθρώπου ή και δεν τα κατανοεί και δεν καταλαβαίνει την ουσία τους. Όλη αυτή η ευρεία αναζήτηση και έρευνα δημιουργεί ένα ανώτερο πεδίο κοινωνικής συνεννόησης και πολιτικού διαλόγου, που μεταπλάθει την κοινωνία των ατόμων σε πραγματική κοινωνία πολιτών.
Μπορούμε να φανταστούμε λοιπόν μια τέτοια κοινωνία πολιτών; Μπορούμε να φανταστούμε το τι σημαίνει ένα έθνος αναγνωστών; Μήπως αυτό συνιστούσε κάποιον κομφορμισμό; Το αντίθετο θα ήταν το μεγαλείο του πλουραλισμού. Γιατί αν οι άνθρωποι καλλιεργούσαν τις τόσες και τόσες κορυφώσεις του Πνεύματος, θα διαμόρφωναν διαφορετικά μίγματα κοσμοθεωριών, ιδεολογικών ρευμάτων, φιλοσοφικών θεωριών και επιστημονικών «παραδειγμάτων» ανάλογα με την ούτως ή άλλως ξεχωριστή προσωπικότητά τους και θα επικοινωνούσαν στα τόσα και τόσα μεγάλα ζητήματα του ανθρώπου, που τώρα ούτε καν τα αγγίζουν παρά μόνο οι ειδικοί και εκείνοι πάντα στο δικό τους ειδικό χώρο! Γιατί τώρα είμαστε μικροκοινωνίες εγκιβωτισμένων πολιτών διαμορφωμένες με το χώρο εργασίας, το επάγγελμα ακόμα και με επιμέρους εκφράσεις του γλωσσικού μας κώδικα!
Σε μια τέτοια εκδοχή, όλοι οι δημόσιοι θεσμοί και οι χώροι εργασίας, οι επαγγελματικές και οι κοινωνικές λειτουργίες θα αποκτούσαν άλλο περιεχόμενο και άλλη δυναμική, γιατί θα διαμόρφωναν ένα πραγματικό κοινό πεδίο συνάντησης, εκείνο των «μεγάλων στιγμών του Πνεύματος» και μέσα από αυτό θα ενοποιούσαν τη λειτουργία τους αναζητώντας το νόημα της ζωής και το περιεχόμενο της ανθρωπισμού – στοιχεία που παραμένουν ως πεδία ενασχόλησης κάποιων επαγγελματιών ή ως πεδία αναζήτησης κάθε ανθρώπου κατά μόνας. Από εδώ θα εκπήγαζαν εκείνα ουσιαστικά αξιακά στοιχεία, που τώρα είναι θεωρητικά σημεία, και θα αποκτούσαν υλική υπόσταση, γιατί θα ήταν κατακτημένες στάσεις ζωής. Η εξευγενισμένη συμπεριφορά και ο αλληλοσεβασμός, η αλληλοστήριξη και ο αλτρουισμός θα ήταν στοιχεία του δημόσιου βίου μας και θα επέστρεφαν στον καθένα με πολλαπλασιαστική δύναμη και έτσι θα γινόμαστε συμμέτοχοι και συν-ποιητές της ανθρώπινης κατάστασης ενός πολιτισμού πραγματικής ελευθερίας και μιας ζωής ομορφιάς και δημιουργίας.
[i] Θα καταθέσω ένα πολύ απλό αντίστοιχο μεθοδολογικό παράδειγμα για ένα προϊόν, το οποίο είναι ταυτόχρονα και αντιπαράδειγμα επί της ουσίας αυτής που ισχυρίζομαι στο άρθρο. Η αξία και η εμπορική δυναμική πλέον του γνωστού αναψυκτικού Coca Cola δεν έγκειται κυρίως στο όποιο περιεχόμενό του αλλά στο γεγονός ότι είναι το απόλυτο παγκόσμιο αναψυκτικό, που υπάρχει σε κάθε γωνιά της Γης, στα χέρια εκατομμυρίων επί εκατομμυρίων ανθρώπων!