Του Νίκου Τσούλια
Τα ευρωβαρόμετρα έχουν μπει για καλά στη ζωή μας[i] και από ό,τι φαίνεται τίθενται σε μόνιμη βάση προσέγγισης και αξιολόγησης της πραγματικότητας και συστατικού στοιχείου ενός υπεύθυνου σχεδιασμού. Σε ό,τι αφορά λοιπόν την αναγνωσιμότητα των βιβλίων τα πράγματα είναι απογοητευτικά. Μόνο το 15% των Ευρωπαίων διαβάζει βιβλία σε καθημερινή βάση επί μια ώρα, ενώ το ποσοστό ανεβαίνει στο 46% όσον αφορά τις εφημερίδες. Η διασπορά του μικρού μεγέθους των αναγνωστών δεν είναι ομοιόμορφη και με το Νότο να υστερεί κατά πολύ σε σχέση με το Βορρά.
Στη χώρα μας η κατάσταση του βιβλίου είναι αρκετά αρνητική και φυσικά αντανακλά τη γενικότερη πνευματική εικόνα του τόπου μας. Γνωστή είναι άλλωστε η εικόνα του καψίματος των βιβλίων από τους μαθητές στο τέλος της σχολικής περιόδου και πολλά επικριτικά σχόλια ορθώς έχουν διατυπωθεί. Όμως η συμπεριφορά του παιδιού δεν είναι μεταφυσικής προέλευσης αλλά προϊόν της γενικότερης στάσης της κοινωνίας σ’ αυτό το μέγα ζήτημα. Ποτέ (ή πολύ σπάνια) δε θα δει στο σπίτι τους γονείς του να κρατούν κάποιο βιβλίο στο χέρι τους, το πολύ – πολύ καμιά εφημερίδα, συνήθως αθλητική και κανένα περιοδικό απ’ αυτά που ξεκουράζουν! Ποτέ δεν θα αντιληφθεί μια κίνηση ανάγνωσης σε δημόσιο χώρο, σε λεωφορείο, σε αίθουσα αναμονής κλπ
Έτσι το βιβλίο συνδέεται απόλυτα με την υποχρεωτικότητα και τα «βάσανα» του σχολείου, χωρίς να έχει κάποια αυθύπαρκτη αξία για το κοινωνικό περιβάλλον. Θα έλεγα μάλιστα, κάπως απλουστευτικά, ότι το βιβλίο είναι ήδη υπονομευμένο στη συνείδηση του παιδιού αφού δεν εμφανίζεται στο γενικότερο πλαίσιο της ζωής του. Και φυσικά το σχολείο δεινοπαθεί απ’ αυτή τη βιωματική αναφορά. Η οποιαδήποτε εκπαιδευτική αγωγή λοιπόν είναι a priori ευάλωτη, αφού το κύριο εργαλείο της (το βιβλίο) δεν έχει πέραση στο ιστορικό περιβάλλον της εποχής μας.
Όταν ο κυριότερος κοινωνικός θεσμός, η οικογένεια, συνευρίσκεται και «συνδιαλέγεται» στις τηλεοπτικές εκπομπές, όταν το διάβασμα προτείνεται σχεδόν ως ποινή εξοβελισμού από την ηλίθια διασκέδαση της μικρής οθόνης, το σκηνικό της «άνευ λόγου» ανθρώπινης διαβίωσης έχει διαμορφώσει τη δράση της ζωής. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της υποκουλτούρας των ΜΜΕ, της «εξυπναδίστικης» φλυαρίας του μικροφώνου, της άφθονης χυδαιολογίας, της τυποποιημένης γλώσσας, του αφυδατωμένου λόγου και των συμβολικών υπονοούμενων έχει επισκιάσει τη στοχαστική αναζήτηση και την πνευματική ανέλιξη του ανθρώπου.
Η κατάσταση δεν είναι αποπνικτική μόνο για το βιβλίο. Στις εφημερίδες λιγοστεύουν οι τεκμηριωμένες αναλύσεις και οι δημιουργικοί προβληματισμοί. Η παραπολιτική αντίληψη έχει δραπετεύσει από τις παραδοσιακές στήλες και εξαπλώνεται στην πολιτική αρθρογραφία ως δείγμα σύγχρονης γραφής και παρουσίασης! Το ροζ χρώμα των αποκαλύψεων διαθλάται με τον έντονο κιτρινισμό δημιουργώντας φαντασιακά απαυγάσματα μιας απέραντης χρωματισμένης ομίχλης. Ο αναγνώστης ζητά κάτι «διαβαστερό», κάτι που να απευθύνεται, ει δυνατόν, στο πεπτικό σύστημα της καταναλωτικής μανίας του και όχι στο νευρικό σύστημα, όπου μπορεί να του δημιουργήσει πρόσθετες σκοτούρες… Αρέσκεται στη γυαλιστερή εικόνα που θα τον μεταφέρει με αυταρέσκεια στον κόσμο του χαμένου ονείρου και δεν θα του κουράσει το μυαλό:
Η πνευματική καθήλωση είναι η μεγαλύτερη απειλή για το έθνος μας. Ξαφνικά – λόγω της Σκοπιανής υπόθεσης – ανακαλύψαμε την αναγκαιότητα της γνώσης της ιστορίας. Καταλάβαμε ότι η ιστορία δεν είναι ένα μάθημα του σχολείου, αλλά αφορά την ίδια την υπόστασή μας! Δεχόμαστε και γνωρίζουμε την εποχή μας μέσα από τα κατασκευάσματά της. Δεν αγωνιούμε για την κατανόηση της προωθημένης γνώσης. Το φυσικό περιβάλλον έχει γίνει σκούρο και εμείς γευόμαστε τα τεχνολογικά αγαθά ως μοναδικές αξίες του κόσμου. Αυτή η κατάσταση θα συνεχιστεί όσο δεν αμφισβητούμε τον πυρήνα τις ισχυρής αλλοτρίωσης και των προτεραιοτήτων του καταναλωτισμού και της επιβεβαίωσης του ανθρώπου μέσα από τα υλικά αγαθά! Το γεγονός ότι κάτι φαίνεται να κινείται στο χώρο της μουσικής – και δεν εννοώ μόνο το θαυμάσιο Μέγαρο Μουσικής της Αθήνας – αλλά την αυξημένη τάση των νέων για ευρύτερη πνευματική καλλιέργεια των νέων, είναι ενθαρρυντικό. Αν όμως δεν αλλάξει η στάση του σημερινού Έλληνα απέναντι στο βιβλίο, στη γνώση και στη μόρφωση, οι επιμέρους αναλαμπές δεν πρόκειται να φωτίσουν το λυκόφως του ορίζοντά μας.
Το βιβλίο είναι το κλειδί για την πολιτισμική ανάπτυξη και όσο οι επιστημονικές εξελίξεις πολλαπλασιάζουν τα πεδία τους, η αναγκαιότητά του είναι όλο και πιο επιτακτική. Το βιβλίο διευρύνει τα ερεθίσματα και τις «αισθήσεις» του ανθρώπου, του καλλιεργεί τη δημιουργικότητα και την κοινωνική έκφραση. Οι σελίδες του αγκαλιάζουν την πολιτιστική μας πορεία όπου γης και όπου χρόνου. Εδώ συμπυκνώνεται εμπειρία χιλιάδων χρόνων και ανιχνεύεται το μέλλον. Το νήμα του διαβάσματος δεν έχει τελειωμό, γιατί συνδέει την αέναη αγωνία και την αναζήτηση του ανθρώπου στο ταξίδι του με το χρόνο. Από τον επικό Όμηρο και τον στοχαστικό Αριστοτέλη έως τον μυθιστορηματικό Ντοστογιέφσκι, από τη διαχρονική σκέψη των προσωκρατικών και το δράμα του Οιδίποδα και της Μήδειας έως την ανάταση της εθνικής μας συνείδησης, του Μακρυγιάννη και του Σολωμού τα πολιτιστικά γονίδια που αναδύονται μέσα από τις ατέλειωτες σελίδες τους είναι αυτά που διατηρούν το νόημα και την ομορφιά της ζωής. Η επαφή με όλο αυτό τον κόσμο δημιουργεί και την απόλαυση του διαβάσματος, η οποία μπορεί να αναδειχτεί, αν καλλιεργηθεί από τις μικρές ηλικίες η φιλαναγνωσία.
Το βιβλίο και το διάβασμα δεν είναι αποκλειστικά σχολική υπόθεση. Η αντίθετη κρατούσα αντίληψη, προϊόν αντιπνευματικής νοοτροπίας, υπονομεύει ευθέως και την όλη μορφωτική διαδικασία. Η αυτομόρφωση και η δια βίου εκπαίδευση καθίστανται πρώτες προτεραιότητες για το σύγχρονο άνθρωπο και γι’ έναν πρόσθετο λόγο. Η έκρηξη της πληροφορικής και της τεχνολογίας απαιτεί κοινωνίες με γνωστικές εντάσεις. Κάτι που φαίνεται να αγνοούν και οι όποιες προσπάθειες εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, γιατί και στη σύλληψή τους ακόμα είναι λειψές αφού δεν ενσωματώνουν καμιά πολιτική για το βιβλίο! Είναι κοινή πεποίθηση ότι καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση δεν αρχίζει και δεν τελειώνει στις σχολικές αίθουσες. Παρ’ όλα αυτά όμως αγνοείται κυριολεκτικά το βιβλίο σ’ όλες τις συνιστώσες του εκτός από μία, το ποιος θα κερδίσει από την ανάθεση της έκδοσης… Φαίνεται λοιπόν ότι η ξηρασία δεν πλήττει μόνο το φυσικό περιβάλλον αλλά και τον πολιτισμό μας, αν και εμείς δεν ανησυχούμε για τα δεύτερο μέρος.
Υπάρχει κατά τη γνώμη μου «κρίσιμη μάζα» αναστροφής του άνυδρου κλίματος. Ένας ολόκληρος κόσμος με επαγγελματική ή όχι σύνδεση αλλά και με μόνιμη ερωτική σχέση ασχολείται με το βιβλίο: εκπαιδευτικοί, εκδότες, φοιτητές, μαθητές, διανοούμενοι, ερευνητές, πανεπιστημιακοί κλπ. Μπορεί να αποτελέσει τον καταλύτη για να μετουσιωθούν οι σκόρπιες ανησυχίες του ανθρώπου για τα πολλαπλά προβλήματα της εποχής σε συνειδητή και οργανωμένη παρέμβαση προαγωγής κοινωνιών με αυξημένες ευαισθησίες και εξευγενισμένες συμπεριφορές. Σε μια περίοδο μάλιστα όπου οι πολιτιστικές αναμίξεις και συγκρούσεις παίρνουν διευρυμένο και έντονο χαρακτήρα το βιβλίο καλείται «να υπερασπίσει» τις εθνικές οντότητες και τον απεριόριστο πλουραλισμό στις αντιλήψεις στις ιδέες και στις κάθε μορφής ανθρώπινες εκφράσεις.
[i] Δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο περιοδικό Κ.ΛΠ., τ. 2, Σεπτέμβριος 1993