Γιατί διαβάζω…

Του Νίκου Τσούλια

 

      Αλλά πώς μπορεί να απλωθεί η ομορφιά παντού; Υπάρχει κάποιο μαγικό ραβδί στο βιβλίο ή στον αναγνώστη ή στη σύμπραξή τους που μεταμορφώνει το βάτραχο σε πρίγκιπα; Και αν είναι έτσι τα πράγματα, γιατί χάνεται η ομορφιά μετά το διάβασμα;

      Δεν μπορώ να απαντήσω γενικά στα ερωτήματα – τη δική μου, ενός δια βίου βιβλιοφάγου την περίπτωση πάθους εξιστορώ… Εγώ αλλάζω, όταν διαβάζω – κάθε φορά αλλά με διαφορετικό τρόπο. Είναι άλλωστε τόσα πολλά και χαοτικά τα σημεία του διαβάσματος, που δεν βγάνεις εύκολα άκρη. Στο διάβασμα αφήνεσαι. Δεν υπάρχει προσανατολισμός και σχεδιασμός. Το απολαμβάνεις αρκεί να έχεις κατακτήσει την κουλτούρα του. Αλλιώς είσαι ένας απλός αναγνώστης που δεν αγγίζεις τον ιερό πυρήνα του.

      Όταν διαβάζω, νιώθω εξ αρχής ότι θα βιώσω μια περιπέτεια χωρίς να ξέρω σε τι τόπους και σε ποιους καιρούς θα με βγάλει. Νιώθω ότι θα γίνω ο μοναδικός ήρωας μιας δοκιμασίας, όπου καθετί που θα υπάρχει μέσα στο βιβλίο θα έχει έναν ρόλο άγνωστο, σημαντικό ή όχι – μπορεί και δραματικό. Κάθε απόπειρα διαβάσματος δεν ξέρω αν θα με βγάλει στην κύρια εκβολή ή θα με πετάξει έξω από την κοίτη του πολύ νωρίς… «Όταν διαβάζουμε συγκεφαλαιώνουμε αγωνίες… Διαβάζουμε εν καιρώ, κατά πρόσωπον και κατά χρείαν και μέσα από αυτά τα τρία κατανοούμε το σκοπό της γραφής και την πρόθεση του συγγραφέα. Ο τόπος ομιλεί και ο τρόπος εικονογραφεί. Όταν λέμε ότι ερμηνεύουμε, ουσιαστικά ερμηνευόμαστε, γιατί πίσω από την ανάγνωση κρύβεται η μεγάλη αναγκαιότητα της νοημάτωσης. Πρέπει να δώσω νόημα στο χάος του κόσμου προτού χαθώ στο χάος των εμπειριών μου» (Κ. Φράιαρ).

      Όταν διαβάζω, βρίσκομαι σε κατάσταση έκστασης του πνεύματός μου, σε μια παράξενη ένταση μέθης για τη ζωή, σε μια πολύ ξεχωριστή ερευνητική αποστολή αναζήτησης του εαυτού μου. Και όλα γύρω μου αλλάζουν. Τι πιο φυσικό; Όταν συμβαίνουν όλα αυτά στην ψυχή μου, τι σημασία έχουν το τι εικόνες προσλαμβάνουν οι αισθήσεις μου; Απλά συλληπτήρια και υποδεκτικά «όργανα» είναι των φυσικών ερεθισμάτων και δεν θα μπορούσαν να παρακολουθήσουν το μεγαλείο του πνεύματος του αναγνώστη – ερευνητή…

      Εικόνες άλλες, πολλές γεννιούνται πάνω στις εικόνες των αισθήσεων και ένα ιδιότυπο παλίμψηστο συναισθημάτων αναδύεται – άγνωστο το πού βρέθηκαν, αν είναι μόνο δικά μου ή αν ξεπήδησαν μέσα από τις παραστάσεις του βιβλίου… Μπορεί και να είναι φαντάσματα του πνεύματος του ανθρώπου, που φτερουγίζουν μεν παντού αλλά φωλιάζουν μόνο στους αναζητητές της σκέψης ή μπορεί να είναι φαντασιώσεις του συγγραφέα, που απελευθερώνονται μέσα από τις γραμμές και τις σελίδες του βιβλίου και ζητούν την έκφρασή τους στο δικό μου διάβασμα.

      Όταν διαβάζω, όλες οι πράξεις είναι παρούσες. Προστίθεται η απόλυτα μοναδική συζήτηση με τον εαυτό μου. Αφαιρείται η σκληρή κρούστα της φαινομενικότητας και είναι πιο βατή η προσπάθεια προσέγγισης της ουσίας τω πραγμάτων. Πολλαπλασιάζεται ο κόσμος των φαντασιώσεών μου και των ονειροπολήσεών μου. Διαιρείται ο επιφανειακός κόσμος της καθημερινότητας, που γίνεται στερεότυπο και μπορώ να διεισδύω πιο εύκολα στο «είναι» και στο «γίγνεσθαι».

      Όταν διαβάζω, ασκούμαι πνευματικά. Είμαι πειθαρχημένος σε έναν μοναδικό σκοπό. Δεν χαζολογώ απ’ εδώ και απ’ εκεί. Βαθαίνω τα νοήματά μου και την ερευνητική και στοχαστική ματιά μου. Ποθώ κάτι να συναντήσω, κάτι να γνωρίσω χωρίς να ξέρω τι είναι αυτό. Ξέρω μόνο ότι το διάβασμα δεν θα με αφήσει έτσι – κάπου θα με οδηγήσει. «Υπάρχουν στη ζωή του καθενός αναγνώσματα αποκαλυπτικά και δραστικά όσο ο έρωτας, κι αυτό ακριβώς κρατάει αμείωτα το γοητευτικό μύθο της ανάγνωσης. Μολαταύτα, σχεδόν όλοι οι «φανατικοί για γράμματα» φτάνουν κάποια στιγμή να σκεφτούν ότι πιο κοντά στα πράγματα, ως μετριοπαθέστερο και ολιγαρκέστερο, είναι το ρήμα «διαβάζω», με την καταγωγική του έννοια «περνώ μέσα από…», παρά το βεβαρημένο από συμβολισμούς και εξιδανικεύσεις ‘αναγιγνώσκω’». (Π. Μπουκάλας)

     Η ομορφιά είναι μέσα μας. Αλλά δεν μπορούμε να τη βρίσκουμε εύκολα. Υπάρχουν αρκετά μονοπάτια για να τη βρω – το έχω συνειδητοποιήσει πολύ καλά. Είναι του έρωτα τα ξέφωτα, της γνώσης / σοφίας οι αναβαθμοί, της κοινωνικότητας η διαπάλη, των ιδεών η γόνιμη αντιπαράθεση, της τέχνης οι δημιουργίες, του στοχασμού οι ακρώρειες των υπαρξιακών ερωτημάτων, των βιβλίων το κάλεσμα να αφηγηθείς τη δική σου ιστορία την ώρα που διαβάζεις μια μυθοπλασία…

     Αλλά οι δρόμοι αυτοί δεν είναι εύκολο να βρεθούν, αν δεν υπάρχει διαρκής ανησυχία και κραταιά αγωνία, αν δεν σε κατατρώει το πάθος να γνωρίσεις τον εαυτό σου, να κατανοήσεις τη ζωή, να ερμηνεύεις διαρκώς και αδιαλείπτως την πραγματικότητα και τη φαντασία και τις πηγές τους…

 

Ο φύλακας των βιβλίων

… οι μυστικοί αιώνιοι νόμοι, η αρμονία του κόσμου –
όλα αυτά ή η ανάμνησή τους, βρίσκονται εδώ
μες στα βιβλία που φυλάω σ’ αυτόν τον πύργο.

Τα μάτια μου δεν έχουνε πια φως. Τα ράφια
είναι ψηλά και στα χρόνια μου δεν φτάνω…
στην πραγματικότητα ποτέ δεν έμαθα να διαβάζω,
παρηγοριέμαι όμως με τη σκέψη
πως φαντασία και παρελθόν είναι πια το ίδιο
για κάποιον που κοντεύει να τελειώσει
και που αγναντεύει ό,τι απόμεινε απ’ την πόλη
που τώρα πάει να γίνει έρημος ξανά.

Με λένε Χσιάνγκ. Φυλάω τα βιβλία

 

Χόρχε Λουίς Μπόρχε, Δύο ποιήματα

anthologio.wordpress.com

 

Προηγούμενο άρθροΓίνεται διάλογος μεταξύ των βιβλίων;
Επόμενο άρθροΑδίδακτο κείμενο: Θουκυδίδου Ἱστορίαι 2.71
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.