Του Νίκου Τσούλια

      Είναι σχέση πάθους και αγάπης, είναι σχέση ερωτική και πνευματική. Είναι βέβαια και σχέση παρακολουθητική, γιατί τροφοδοτείται από την ίδια τη σχέση μου με το βιβλίο ή πιο ορθά είναι τελικά η ίδια η σχέση μου με εκείνη του βιβλίου.

      Στο Δημοτικό σχολείο και στο Γυμνάσιο δεν είχα καμιά βιβλιοθήκη ούτε ήξερα ότι υπήρχαν βιβλιοθήκες στα σπίτια, νόμιζα ότι τις βρίσκαμε μόνο στα σχολεία. Βέβαια δεν είχαμε και βιβλία παρά μόνο τα σχολικά. Βιβλιοθήκες ήταν τα χαρτόκουτα που παίρναμε από τα μπακάλικα και αυτά όχι πάντα με ευκολία. Η πρώτη μου βιβλιοθήκη ήταν η εσοχή ενός κλεισμένου παραθύρου που είχε το σπίτι που έμενα όταν πήγαινα στο Λύκειο στην Αμαλιάδα.

      Την πρώτη μου κανονική βιβλιοθήκη την αγόρασα όταν ήμουνα φοιτητής στην Αθήνα. Τη θυμάμαι ακόμα, καφετί χρώμα και με δύο ντουλαπάκια στο κάτω μέρος, φτηνή, «ειδική τιμή» έγραφε έξω από τη μικρή βιτρίνα το επιπλάδικο κάπου στη λεωφόρο του Ζωγράφου. Και αφού ήταν η πρώτη μου βιβλιοθήκη, γνώριζε τη φροντίδα μου καθημερινά. Όσο για τα βιβλία της έπαιρναν τη θέση τους ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους από τα πάνω προς τα κάτω, γιατί στα πάνω ράφια η σκόνη θα μαζευόταν, αν προλάβαινε βέβαια, πιο δύσκολα, και από αριστερά προς τα δεξιά, αλλά εδώ δεν ξέρω γιατί προηγείτο το «αριστερά», ίσως γιατί διαβάζουμε από αριστερά προς τα δεξιά. Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης την καλύτερη θέση μετά τα πανεπιστημιακά βιβλία την έπαιρναν τα πολιτικά και πιο συγκεκριμένα τα κάθε λογής μαρξιστικά βιβλία. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς ήταν οι εμβληματικές μορφές εκείνης της περιόδου, που τους αγάπησα ιδιαίτερα, και για τους πιο προχωρημένους – όσον αφορά το ταξικό χρώμα τους – ήταν κυρίως ο Λένιν και ο Μάο, εμένα όμως δεν με κέρδισαν ποτέ οι δύο τελευταίοι.

      Λένε πολύ σωστά για την ιδιόμορφη σχέση της παιδικής ηλικίας με τη μετέπειτα ενήλικη – μάλλον πολύ ενήλικη ζωή μας -, λένε για τις ελλείψεις της παιδικής ηλικίας που γίνονται χρόνια πολλά μετά εμμονές στις μεγάλες ηλικίες. Ως έναν βαθμό είναι σωστό, με την παρατήρηση ότι αφορά μόνο εκείνα τα πράγματα στα οποία έχουμε μια σχέση αγάπης και όχι όλα γενικά και αόριστα. Η σχέση μου με τα βιβλία είναι απόλυτα ερωτική. Θεωρώ τον κόσμο του βιβλίου κόσμο ζωντανό, κόσμο όμορφο και γοητευτικό. Πάντα μου άρεσε το διάβασμα. Ένιωθα και νιώθω ευτυχισμένος όταν διαβάζω βιβλίο κλασικό, βιβλίο που «βγάζει τη γλώσσα του» στο χρόνο, «βιβλίο – νήμα» που με συνδέει με ανθρώπους που έχουν ζήσει εδώ και χιλιάδες χρόνια και που θα ζήσουν όσο η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο της.

      Γι’ αυτό η σχέση μου με τη βιβλιοθήκη με οδηγεί διαχρονικά στο να δίνω μεγάλη βαρύτητα στο ρόλο της, στην απλή παρουσία της μέσα στον οικείο χώρο μου. Έτσι, στο σαλόνι δεσπόζει η μεγάλη και εξαίρετης ποιότητας βιβλιοθήκη μου έχοντας στην αγκαλιά της τα πιο σπουδαία βιβλία μου, σε δε όλα τα άλλα δωμάτια υπάρχουν ή από τοίχο σε τοίχο βιβλιοθήκες ή σχετικά μικρότερες και μένει εκτός βιβλιοθηκοπαρουσίας το μπάνιο και η κουζίνα, με την τελευταία όμως να έχει τεθεί στο τραπέζι των οικογενειακών διαπραγματεύσεων για να προσχωρήσει και αυτή στην επικρατούσα τάση.

      Αλλά οι σχέσεις μου με τις βιβλιοθήκες δεν σταματούν εδώ. Για κάθε Δημόσια βιβλιοθήκη θεωρώ ότι έχω μια ξεχωριστή προσωπική σχέση, συχνά θεωρώ ότι είναι πιο οικείος χώρος για μένα ακόμα και σε σύγκριση με τους δικούς της ανθρώπους, τους βιβλιοθηκάριους κλπ. Σε κάθε περιοχή, σε κάθε πόλη που πηγαίνω από τα πρώτα μέρη που μαθαίνω είναι η θέση των βιβλιοθηκών, είναι το «αρχιμήδειο σημείο» μου για την άλωση του άγνωστου τόπου, είναι η σταθερή μου αναφορά για την πνευματική μου ενατένιση.

      Στο θέμα των βιβλιοθηκών – όπως και σε εκείνο των Μουσείων – μάλιστα είμαι και λίγο παράξενος. Θεωρώ απαράδεκτο κάποιος να επισκέπτεται έναν τόπο για οποιοδήποτε λόγο και να μην προστρέχει έστω και για λίγο στο Μουσείο και στη Βιβλιοθήκη της περιοχής. Είναι δυνατόν, για παράδειγμα, να βρίσκεσαι στο Πήλιο και να μην επισκέπτεσαι τη Βιβλιοθήκη της Ζαγοράς ή των Μηλιών ή να περνάς από την Ανδρίτσαινα και να μην πας να ρίξεις μια ματιά στην ονομαστή βιβλιοθήκης της.

      Στη συλλογική σχέση μας με τη βιβλιοθήκη και με το βιβλίο αποτυπώνεται το μορφωτικό μας δυναμικό ως λαού και ως έθνους, εκφράζεται η πνευματική μας καλλιέργεια, τίθενται βάσεις και ερείσματα για τη δημιουργία της ζωής μας, για την κατάκτηση ενός δημιουργικού μέλλοντος. Η βιβλιοθήκη είναι ναός του ανθρώπινου πνεύματος χωρίς υπερφυσικές αναφορές και ανορθολογικές φοβίες, εδώ διασταυρώνονται, ομορροπούν και αντιρροπούν χιλιάδες δρόμοι βιβλίων και συγγραφέων, κάθε βιβλίο και ένας δρόμος, ένα μονοπάτι αναζήτησης της ελευθερίας, ένας τόπος έκφρασης και διαλόγου, κάθε βιβλίο και μια πρόσκληση για μια συζήτηση για τα καθημερινά αλλά και για τα μεγάλα ζητήματα του ανθρώπου, για όλα εκείνα τα ζητήματα που απασχολούν τον άνθρωπο όπου γης και χρόνου. Ποιος μπορεί να μένει αδιάφορος σε μια τέτοια πρόσκληση – πρόκληση;

anthologio.wordpress.com

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.