Της Νικολέτας Θάνου
Τα όρια της γλώσσας είναι τα όρια του ανθρώπινου μυαλού. Όσα ξέρω είναι αυτά για τα οποία έχω λέξεις.
Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν, 1889-1951, Αυστριακός φιλόσοφος
Θεωρώ τους συγγραφείς, που εντάχθηκαν στο πάνθεον της παγκόσμιας αλλά και εγχώριας λογοτεχνικής παραγωγής, ανθρώπους σπάνιους, χαρισματικούς, εμπνευσμένους, αλλά και με ένα ιδιαίτερο βάπτισμα πολιτισμικό. Αδιαπραγμάτευτη η μαγεία της συγγραφικής τέχνης. Και πώς όχι; Όταν η συγγραφική έμπνευση μετουσιώνεται σε αναγνωστική μαγεία, σε πνευματική μέθεξη και κυριεύει την ύπαρξη, άλλοτε ανυψώνοντάς την σε σφαίρες «θεϊκής» ενατένισης και άλλοτε εκμηδενίζοντάς την, υποκλίνεσαι μπροστά στο μεγαλείο της δύναμης του λόγου. Τα απαράμιλλα επιτεύγματα της ανθρώπινης διανόησης αποτελούν πλάσματα, γεννήματα λόγου δουλεμένου, που η ταυτότητά τους άλλοτε μαρτυρά κάτι από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της εποχής τους και άλλοτε κάτι από τον ψυχισμό, τη φιλοσοφία και τον σκεπτικισμό του δημιουργού τους, μπολιασμένα, φυσικά, και με εκείνη την εξαίρετη και ταυτόχρονα μεταμορφωτική μυθιστορηματική φαντασία. Σημασία έχει ότι συνιστούν πλάσματα ζωντανά που μιλούν στην ψυχή του αναγνώστη με τρόπο λυτρωτικό, αφυπνιστικό, δραστικά αναπλαστικό. Από τους «Άθλιους» του Βίκτωρος Ουγκώ μέχρι το «Όνομα Του Ρόδου» του Ουμπέρτο Έκο, και από τη «Φόνισσα» του Παπαδιαμάντη μέχρι την «Αναφορά στο Γκρέκο» του Καζαντζάκη, τις «Ακυβέρνητες Πολιτείες» του Τσίρκα , ή «Το Πλατύ Ποτάμι» του Γ. Μπεράτη – ο κατάλογος είναι ατελείωτος-, ο 19οςκαι 20ος αιώνας έχει να παρουσιάσει έργα ανυπέρβλητου αισθητικού κάλλους και γραφής τα οποία σε στροβιλίζουν σε μια δική τους δίνη αισθητικής απόλαυσης και υψηλής σκέψης από τα οποία δε επιθυμείς να δραπετεύσεις. Απλά αφήνεσαι να παρασυρθείς.
Η εμπειρία αυτών των αναγνώσεων λειτουργεί σαν κέντρισμα, σαν ερέθισμα, σαν πίεση εσωτερική για έκφραση. Οι λέξεις αδημονούν. Βαρέθηκαν τη σιωπή της τεχνηέντως χαλκευμένης υπόστασής τους. Θέλουν να αναδυθούν, να μιλήσουν. Και τα ερωτήματα αναπόφευκτα: Γιατί τέτοια πνευματική καθίζηση στις μέρες μας; Γιατί τέτοια συγγραφική άπνοια και παραγωγή υποκουλτούρας;
Το παρεπόμενο αυτής της αδημονίας των λέξεων που ξεχύνονται αδιάκριτα είναι η λόγου δοκιμή. Και ο λόγος αυτός έχει ως σημείο εκκίνησης τη νοσταλγία του χτες και την βδελυγμία για το σήμερα, για αυτή την αντιποιητική και έντονα αντιπνευματική εποχή , αν κρίνουμε από την ηλεκτρονική έκρηξη που έχει υποβαθμίσει σημαντικά το λόγο (χωρίς απαραίτητα να υποσκάπτει την πνευματική παραγωγή και το γόνιμο προβληματισμό – τουναντίον θα μπορούσε να αποτελέσει πολύτιμο σύμμαχο – μέσο έκφρασής τους), τον καθολικά υλιστικό προσανατολισμό, την ηθική καθίζηση και τη διαβρωμένη από την συστηματική προπαγάνδα ανθρώπινη συνείδηση. Κλίμα πλήρους διάλυσης και αποσύνθεσης, κλίμα παρακμιακό. Αντανακλάται παντού. Στην αποδόμηση των θεσμών, στην υπολειτουργία της δημόσιας διοίκησης στις αλλοπρόσαλλες συμπεριφορές, στις μηδενιστικές αντιλήψεις, στην αδρανοποίηση της σύγχρονης σκέψης, που έχει βαλτώσει αρνούμενη να διεγερθεί διορθώνοντας τα κακώς κείμενα. Η γενιά που ήδη ωριμάζει μέσα σε αυτό το κλίμα, που έχει βιώσει την απογοήτευση και τα τραγικά αδιέξοδα που αυτό έχει δημιουργήσει, η γενιά που πορεύεται με το εσωτερικό της δράμα και σηκώνει το βαρύ φορτίο ενός κόσμου που μεταβάλλεται με ρυθμούς καταιγιστικούς δεν νομιμοποιείται ηθικά να είναι ράθυμη και αδιάφορη. Πρέπει να πεισμώσει και να εκφραστεί. Βιώνουμε μια δεύτερη DECADΕNCE εποχή, από την οποία απουσιάζουν οι μεγάλες μορφές, οι ικανές να εμπνεύσουν, να καθοδηγήσουν. Κι όμως θα έλεγε κανείς πως οι συνθήκες είναι κάτι παραπάνω από πρόσφορες, ιδανικές θα έλεγα για να γεννήσουν σκέψη, προβληματισμό, να ενσπείρουν τη αμφισβήτηση και αυτή με τη σειρά της να δώσει το σάλπισμα για ριζικό επαναπροσδιορισμό.
Και κάπου εδώ εμφανίζεται το εξής οξύμωρο. Η γενιά των smart –ας μου επιτραπεί ο χαρακτηρισμός – είναι μια ευνουχισμένη διανοητικά, αλλά ευτυχισμένη και επαναπαυμένη γενιά. Οι τεχνογνώστες της εποχής είναι υπερήφανοι για τις έξυπνες πόλεις τους, τις έξυπνες κατοικίες και τα έξυπνα αυτοκίνητα που σαφώς αποτελούν αδιάψευστα τεκμήρια προόδου και ενός εξελιγμένου τρόπου ζωής, ως απόρροια ενός φουτουριστικού, ευφυούς και μηχανιστικού τρόπου σκέψης, που τίθενται στην υπηρεσία του ανθρώπου, του εξανδραποδισμένου – αλίμονο- …δίποδου. Αδιάσειστες, αναντίλεκτα, αποδείξεις του θριάμβου της ανθρώπινης νόησης! Για να μην παραβλέψω τα smart κινητά που όλοι ναρκισσιστικά επιδεικνύουν, καθώς η κατοχή τους ή όχι αποτιμά την ανθρώπινη αξία …ή απαξία. Έξυπνες, πολυδάπανες κατασκευές που στηρίζονται στην ανθρώπινη κενοδοξία και αβελτηρία δημιουργώντας ανθρώπους μηχανιστικούς, μονοδιάστατους αθεράπευτα ερωτευμένους με την δεξιοτεχνικά φιλτραρισμένη τους εικόνα. Και κάπου εδώ γίνομαι νοσταλγός της πικρής σάτιρας του Καρυωτάκη, η οποία μαστιγώνει την δουλοφροσύνη, την αμυαλιά, την επιτήδευση, την κολακεία, την ψευτοκουλτούρα μιας κατακερματισμένης κοινωνίας που επιδεικνύει την εσωτερική της γύμνια και ρηχότητα με καμάρι. Μιας κοινωνίας δέσμιας εξωτερικών καταναγκασμών που εσωτερικεύονται όμως με μεγάλη προθυμία δεδομένης της απουσίας μιας στιβαρής πνευματικής καθοδήγησης αλλά και δεδομένου του πολιτικού αμοραλισμού και αβδηριτισμού, που έφερε αντιμέτωπη τα τελευταία χρόνια τη χώρα με φοβερά αδιέξοδα και αδόκητες εξωτερικές και εσωτερικές προκλήσεις. Οι ομοιότητες πολλές και σίγουρα όχι τυχαίες.
Σαφώς και η ανθρώπινη σκέψη και νόηση είναι εκ των ων ουκ ανευ της προόδου. Η τεχνολογία στον επικοινωνιακό τομέα έχει εξελιχθεί σε κάτι παραπάνω από χρήσιμη… αλλά κάτι λείπει. Έχουμε το περίβλημα το πολυτελές αλλά χάσαμε την ουσία. Διάγουμε μία νοησιαρχική εποχή από την οποία απουσιάζει όμως κάτι βαθύτερο, ένας προσανατολισμός στοχευμένα ανθρωπιστικός, ένα εν -συναισθηματικό περίβλημα , μια σκεπτικιστική προοπτική η οποία σε βάθος χρόνου μπορεί μας βγάλει από τον πνευματικό και πολιτικό σκοταδισμό. Κάθε υγιής πολιτική σκέψη επιβάλλεται να αναδύεται μέσα από προκλήσεις που κεντρίζουν συνεχώς το ενδιαφέρον, προάγουν σκέψη, στοχασμό και αυτά με τη σειρά τους λόγο. Λόγο όμως – για να επανέλθω στην αρχική μου έμπνευση – μεστό, πλούσιο σε νοήματα, λόγο φροντισμένο, βαθυστόχαστο, πολυσήμαντο, αποσυμφορητικό του βεβαρυμένου ανθρώπινου ψυχισμού, λυτρωτικό, λόγο που θα προάγει έναν γλωσσοπλαστικό ανθρωπισμό. Έχουμε τις καταβολές, πνευματικές και πολιτισμικές. Με αυτές πορευόμαστε τόσα χρόνια. Έχουμε και μια γλώσσα που φέρνει μέσα της μια συλλογική μνήμη, της οποίας θεματοφύλακες οφείλουμε να είμαστε όλοι οι φυσικοί ομιλητές της. Μπορούμε να επουλώσουμε τα σημάδια της συστηματικής κακοποίησης και υπονόμευσής της, ώστε να αναδυθούν στην επιφάνεια οι κρυμμένοι θησαυροί της. Μεγάλη η ευθύνη του πνευματικού κόσμου, καθώς η θεραπεία της γλώσσας μας – με την αρχαιοελληνική της έννοια -απαιτεί αφοσιωμένους λειτουργούς και ακούραστους εργάτες. Η γλώσσα μας αποτελεί αδιάψευστη συνέχεια της αρχαιοελληνικής γλώσσας και φορέα ενός πολιτισμού, που το σαρκίον του παρότι αποδυναμωμένο εξακολουθεί να επιβιώνει προς μεγάλη απογοήτευση των ταγμένων πολιτικών υπονομευτών της. Ρομαντική προοπτική ή ουτοπία η διάσωσή της;
Μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι η σταθερά στην μακραίωνη πορεία του έθνους μας είναι η γλώσσα, η οποία με την ασύλληπτα μεταμορφωτική δύναμή της και με την πρωτεϊκή της διάσταση, δύναται, εκτός από το να ανταποκριθεί με επιτυχία στις ποικίλες επικοινωνιακές και πρακτικές ανάγκες του ανθρώπινου βίου, να εκφράσει ακόμα και τις πιο λεπτές σημασιολογικές αποχρώσεις του ανθρώπινου στοχασμού υποδεχόμενη στους κόλπους της πλήθος ξένων λέξεων τις οποίες πρόθυμα εντάσσει στο κλιτικό της σύστημα αφομοιώνοντάς τες δημιουργικά. Μια φερέλπιδα προοπτική είναι να αντέξει στις κάθε είδους επιθέσεις και να αποτελέσει σημείο επανεκκίνησης για το έθνος μας, επιβιώνοντας μέσα στην αναπόδραστη γλωσσική ποικιλότητα της εποχής, που αποτελεί, ωστόσο, αναγκαίο όρο πολιτισμικής και εθνικής αυτογνωσίας . Ίσως τότε ξεπηδήσει μέσα από τη φθορά και το μαρασμό μια νέου τύπου πολιτισμική αναγέννηση, που θα έχει ως εργαλείο της το δημιουργικό λόγο (έτσι όπως αξιοποιήθηκε πρωτίστως από τους αρχαίους συγγραφείς) και την αισθητική έκφραση η οποία θα επιδράσει εξωραϊστικά σε όλες τις εκφάνσεις του ανθρώπινου βίου. Η εντρύφηση στον πολιτισμικό μας πλούτο και η εμπειρία του ζοφερού παρόντος μέσα από μια ίσως παράδοξη αλληλεπίδραση θα μας δείξει το δρόμο, θα αποτελέσει το στέρεο έδαφος για το μεγάλο άλμα . Άλμα ριζικά αναμορφωτικό της εκφυλισμένης πραγματικότητας που διάγουμε.
Γιατί για να γνωρίζουμε πού πηγαίνουμε, πρέπει να ξέρουμε από πού ερχόμαστε (Maurice Debesse). Θεμελιώδη στόχευση μιας ορθής εκπαιδευτικής πολιτικής οφείλει να αποτελεί η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τα μορφωτικά αγαθά που θα αποτελέσουν σταθερό έρμα στις γνωστικές ατραπούς των νέων – μελλοντικών σκεπτόμενων πολιτών -και κυρίως το ενδιαφέρον για την κλασσική παιδεία από την οποία η σύγχρονη εκπαίδευση έχει ερημοποιηθεί. Προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη η κοινωνία και η μέθεξη με τον αρχαιοελληνικό γλωσσικό θησαυρό -έτσι όπως έχει αποθησαυριστεί στα κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας- προκειμένου η σκέψη να αποκτήσει εύρος και ο γραπτός λόγος να πάψει να κινείται σε ομιχλώδη και απλουστευμένα γλωσσικά μονοπάτια που χαλκεύουν τη σύγχρονη υποκουλτούρα. Τότε μπορεί έννοιες, όπως «ανάγνωση» και «κατανόηση» να πάψουν να αποτελούν «ζητούμενα» στις σχολικές αίθουσες και να γίνουν «δεδομένα» για την ριζική επανεκκίνηση του τρόπου σκέψης των μαθητών. Μέθοδοι υπάρχουν, ευχόμαστε μελλοντικά να υπάρξει όρεξη και θέληση.