Του Νίκου Τσούλια
Μια κάμερα μέσα στη σχολική αίθουσα δεν είναι μια κάμερα στη σχολική αίθουσα, ένα τεχνολογικό εργαλείο που απλώς θα αποτυπώνει ό,τι γίνεται (γινόταν…) μέσα στην αίθουσα. Είναι το ραβδί που κάνει τη διδασκαλία καρικατούρα, την μεταμορφώνει σε μη διδασκαλία, που κάνει τους πρίγκιπες βατράχους!
Και είναι ανοησία ότι φοβάται ο εκπαιδευτικός μην αποκαλυφθούν οι αδυναμίες του· οι προβάλλοντες αυτή τη θεώρηση είναι απλά ή ανόητοι ή αφελείς ή έχουν άθλιες σκοπιμότητες. Ο κάθε εκπαιδευτικός ξέρει ότι έχει και θα έχει αδυναμίες και δεν τις κρύβει· τις ομολογεί, τις εκθέτει στους μαθητές του. Ο εκπαιδευτικός πάντα είναι με την αγωνία να υπερβαίνει, στο βαθμό που μπορεί, τις αδυναμίες του, γιατί έχει τον πιο φοβερό κριτή μέσα στην αίθουσα: τη συνείδηση των μαθητών του.
Εκεί δοκιμάζεται και πυρακτώνεται όλη η ύπαρξή του· μέταλλο στη δυνατή φλόγα, στις πολλές φλόγες. Στο όνειρο και στη φιλοδοξία των μαθητών του αλλά και στη μελλοντική ανάμνηση και νοσταλγία τους θέλει να δικαιώνεται. Θέλει και ποθεί να είναι πάντα κάπου μέσα στη σκέψη και στο συναίσθημα των μαθητών του. Μόνο αν είσαι εκπαιδευτικός και παιδαγωγός, μπορείς να βιώσεις, να κατανοήσεις αυτό το ψυχικό μεγαλείο που σου δωρίζει τόσο γενναιόδωρα η διδασκαλία, η αίθουσα, το σχολείο.
Ποιος δεν μπορεί να συλλάβει την αμαύρωση της αγωγής και της διδασκαλίας, που θα επιφέρει η κοινή τηλε-θέαση; Για ποιους θα γίνεται το μάθημα: για τους μαθητές ή για το φιλοθεάμον κοινό; Θα έχει καμιά σχέση η «διδασκαλία της κάμερας» με τη διδασκαλία; Ο εκπαιδευτικός θα είναι «παγωμένος» σε μια θέση και θα κάνει διάλεξη; Δεν θα μπορεί να σηκώνει κανέναν μαθητή στον πίνακα, για να μην δείξει τον μαθητή;
Δεν θα μπορεί να διατρέχει την αίθουσα, να πηγαίνει πάνω από τον μαθητή να βλέπει το γραπτό του ή να του κάνει μια φιλική κίνηση ή να τον πειράξει καλοπροαίρετα ή να τον ακουμπήσει στην πλάτη; Πώς θα κάνει το μάθημα στο εργαστήριο, που θα είναι μέσα στις σχηματιζόμενες ομάδες; Ποιος θέλει να διώξουμε τη ζωή μέσα από το σχολείο και να μετασχηματιστούμε σε ρομπότ, να προσομοιάσουμε στην κάμερα;
Πώς θα διαπαιδαγωγήσει ο εκπαιδευτικός; Θα μπορεί να πει μια κουβέντα παραπάνω, να χρησιμοποιήσει παραδείγματα από τη ζωή και την κοινωνία; Πώς θα πει την προσωπική του άποψη σε ένα ζήτημα της επικαιρότητας, που είτε θα θέλει ο ίδιος να το παρουσιάσει για να τεκμηριώσει την επιχειρηματολογία του είτε γιατί ο μαθητής ζει την πραγματικότητα και όχι μόνο μέσα στον βιβλιόκοσμο και θέλει να συνδέεται η γνώση με τη ζωή του, όταν θα καιροφυλακτεί η σκοπιμότητα, που «δεν ξέρει» την κουλτούρα της σημερινής αίθουσας ή θα θυμάται την αντίστοιχη των δεκαετιών του 1960 και το 1970; Με ποιο θάρρος ο μαθητής θα θέσει έναν βαθύ προβληματισμό ή θα πει το πρόβλημά του και τη μαθησιακή του δυσκολία;
Πώς θα υπηρετήσει τον παιδαγωγικό διάλογο ο εκπαιδευτικός; Πώς θα παροτρύνει τους μαθητές του να εκφράσουν ακόμα και την πιο χαζή ερώτησή τους; Πώς θα ξεριζώσει τις τόσο πυκνές παιδικές και εφηβικές προκαταλήψεις, γιατί αλλιώς δεν υπάρχει μάθηση και αγωγή; Πώς θα ερωτοαπαντάνε εκπαιδευτικός και μαθητές; Πώς θα αντιπαραθέτουν τους προβληματισμούς, για να βαθύνουν το στοχασμό τους; Πώς θα συγκρούονται, όταν και οι δύο πλευρές ξέρουν ότι ο ζωντανός, ο ζωηρός διάλογος και η αντιπαράθεση είναι αυτά που οξύνουν τη σκέψη και καλλιεργούν το πνεύμα; Πώς θα αφαιρεθεί η διαπροσωπική σχέση τους;
Πώς θα διαπαιδαγωγεί ο εκπαιδευτικός; Θα καλλιεργεί και θα προάγει την ουμανιστική εκπαίδευση, τη δημοκρατική παιδεία; Θα μιλάει για την αμφισβήτηση κάθε μορφής εξουσίας, που χειραγωγεί τον άνθρωπο, για κοινωνίες αλληλεγγύης, για δικαιοσύνη, για ανισότητες ή θα στομώνεται από το φόβο της παρεξήγησης και του «πολιτικά ορθού»; Ποιος θέλει έναν εκπαιδευτικό φασκιωμένο στο σώμα και στη σκέψη;
Ναι, οι εκπαιδευτικοί «να βγουν» δυνατά. Είναι ιστορική η ευθύνη τους. Είναι ώρα κρίσιμη. Είναι η ώρα τους. Κάθε εκπαιδευτικός θα αναμετρηθεί με τον εαυτό του, με τη συνείδησή του, με την παιδαγωγική του ταυτότητα. Δεν μπορεί να δεχτεί τον ευτελισμό της διδασκαλίας, της παιδαγωγικής, του εκπαιδευτικού επαγγέλματος, την εξαχρείωση των μαθητών του και τη δική του.
Δεν είναι απλά και μόνο η ώρα για το «μεγάλο όχι» – είναι η ώρα για να υπερασπιστεί την εκπαιδευτική του αφήγηση, για να διακηρύξει το παιδαγωγικό του μανιφέστο. Να μην επιτρέψει να του ερημώσουν την ψυχή, να μην του ευτελίσουν το ιερό καθήκον και την ομορφιά της διδασκαλίας. Να γίνει παιδαγωγός και για την κοινωνία!
Υ.Γ.
Μόλις τώρα αρχίζουμε… Ξεκίνησα με την εκπαιδευτική διάσταση του θέματος έναντι της αντίστοιχης πολιτικής, γιατί πολύ απλά, αν δεν υπάρχει πολλή παιδεία στη σκέψη, η πολιτική είναι μετέωρη, τη ρημάζει η ίδια η ζωή!