Του Νίκου Τσούλια
Η εκπαίδευση έχει δύο βασικές ιδιαιτερότητες, οι οποίες στη σημερινή κρίση της πανδημίας του coΗvid 19 αποκτούν ακόμα πιο ξεχωριστό περιεχόμενο και επομένως χρήζουν ιδιαίτερης μελέτης και ανάλυσης.
α) Η εκπαίδευση είναι ο πιο γενικός και μάλλον ο μόνος καθολικός θεσμός της κοινωνίας μας. Αγγίζει σχεδόν όλες τις ελληνικές οικογένειες μέσα από όλες τις επιμέρους εκφράσεις του (νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, πανεπιστήμιο, έρευνα). Είναι ο κύριος μαθησιακός, μορφωτικός, παιδαγωγικός, αξιακός ιστός που διατρέχει την κοινωνία. Ως εκ τούτου, τα μέτρα προστασίας έχουν βαρύνουσα σημασία. Γιατί εδώ θα κριθεί σε σημαντικό βαθμό η όποια θετική ή αρνητική εξέλιξη στο κρίσιμο πεδίο της υγείας.
β) Η εκπαίδευση περιλαμβάνει τα πιο ευαίσθητα τμήματα του πληθυσμού μας – από την ηλικία των 4-5 χρόνων έως την αντίστοιχη των γενικευμένων πλέον μεταπτυχιακών σπουδών. Εδώ υπάρχει η πρώιμη παιδική ηλικία, στην οποία το παιδί κάνει τα πρώτα του βήματα κατανόησης του κόσμου του και επομένως απαιτούνται νέες παιδαγωγικές προσεγγίσεις στην έκτακτη αυτή συνθήκη που σήμερα περνούμε. Ακόμα και η στέρηση ή και η συστολή στα παιχνίδια του – στον απόλυτα δικό του κόσμο – προκαλεί σοβαρές αλλαγές.
Με άλλα χαρακτηριστικά στοιχεία δέχονται τη σημερινή γενική «κατασκευασμένη» εικόνα της ζωής οι έφηβοι και οι νέοι. Εδώ «καναλιζάρονται» με τεχνικό τρόπο οι σχέσεις και οι φιλίες τους, που είναι τόσο σημαντικές για την κοινωνικοποίησή τους. Περιστέλλονται οι συναισθηματικές και οι ερωτικές ανησυχίες και λειτουργίες τους – κάτι που επιβαρύνει τον ψυχικό τους κόσμο και την καλλιέργεια του πνεύματός των. Αλλοιώνονται τα σχέδιά τους, οι φιλοδοξίες τους, τα όνειρά τους, που αποτελούν και τα θεμέλια της ζωής των.
Η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια προφανώς αφορούν όλους και πιο πολύ όσους που πλήττονται από την ανεργία, αφού γι’ αυτούς το όλο πρόβλημα καθίσταται οιονεί υπαρξιακό. Αλλά στα παιδιά και στους νέους, που δεν έχουν ακόμα κατακτήσει βασικά ερμηνευτικά εργαλεία κατανόησης της πραγματικότητα και δεν έχουν ισχυροποιήσει την προσωπικότητά τους τα στοιχεία αυτά καθίστανται συστατικά στοιχεία της ψυχοσύνθεσής τους, της κοσμοθεωρίας τους, της ιδεολογίας τους.
Οφείλει λοιπόν η πολιτεία να δει τη «μεγάλη εικόνα» του εκπαιδευτικού προβλήματος στη συγκυρία της σημερινής πανδημίας. Να ανοίξει όλα τα ζητήματα που αφορούν την αγωγή, την παιδεία, τη μόρφωση, τη διαπαιδαγώγηση. Αλλά όταν η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας όλο το καλοκαίρι δεν έκανε απολύτως τίποτα για το ασφαλές (και μόνο) άνοιγμα των σχολείων παρά μόνο την εξασφάλιση μάσκας (και αυτό με πρωθυπουργική απόφαση – λες και ήταν μείζον εθνικό θέμα και όχι στοιχειώδης υποχρέωση του ΥΠΑΙΘ), τότε ναι δεν μπορείς να περιμένεις τίποτα περισσότερο.
Ωστόσο, οι εκπαιδευτικοί πέραν των επισημάνσεών τους για τις παραλείψεις της πολιτείας και των απαραίτητων διεκδικήσεών τους για να υλοποιηθούν όλα τα μέτρα προστασίας σχολείων και πανεπιστημίων, έχουν ύψιστο παιδαγωγικό καθήκον. Το καθήκον που απορρέει από την καταστατική σύσταση του σχολείου και από την ιερότητα της παιδαγωγικής σχέσης και πράξης «εκπαιδευτικού – μαθητών» και το οποίο είναι «πέραν» του παραδοσιακού τρόπου λειτουργίας των σχολείων.
Εκτός των μαθημάτων και της κλασικής διδασκαλίας, καλούνται να δώσουν ξεχωριστό βάρος στην ορθολογική ερμηνεία της πανδημίας – μακριά από τους σκοταδισμούς κλπ -, να εξειδικεύουν και να τονίζουν ξανά και ξανά την σωστή εφαρμογή των επιστημονικών μέτρων προστασίας στο σχολείο και εκτός αυτού, να προάγουν την κριτική σκέψη και τον ορθολογισμό, να καλλιεργούν την πνευματικότητα και το συναίσθημα των μαθητών. Προφανώς όλα αυτά (και όχι μόνο αυτά) συμπεριλαμβάνονται στην κλασική ευθύνη των εκπαιδευτικών – μόνο που τώρα καθίστανται ακόμα πιο κρίσιμα και αναγκαία.
Ο κόσμος αλλάζει. Και δεν αλλάζει πάντα προς την κατεύθυνση που θέλει ο άνθρωπος. Αλλά σε κάθε περίπτωση ο αγώνας της ζωής είναι αυτός που τελικά δίνει και το νόημά της. Και το σχολείο έχει λόγο και ρόλο γι’ αυτόν τον αγώνα, γιατί είναι λόγος των Γραμμάτων και της παιδείας, είναι ρόλος διαφωτιστικός και ουμανιστικός!