Σε τρία διαφορετικά χωρία της Εκάβης γίνεται αναφορά στην αιτία που κρατά τους Αχαιούς καθηλωμένους στη Θράκη, ένα είδος ενδιάμεσου σταθμού μεταξύ Τρωάδας και Ελλάδας. Στις δύο από τις τρεις αυτές περιπτώσεις γίνεται ρητή νύξηστους ανέμους που για κάποιο λόγο σταμάτησαν να φυσούν. Και μόνο το χρονικό σημείο στο οποίο τοποθετούνται οι αναφορές αυτές (η πρώτη στην αρχή της παράστασης, στ. 35-9· η δεύτερη λίγο μετά τη μέση, στ. 898-901· και η τρίτη στο κλείσιμο, στ. 1289-91) δείχνουν πόσο στρατηγικής σημασίας είναι η λεπτομέρεια αυτή για την κατανόηση του έργου.
Η διερμήνευση του μοτίβου των ανέμων συνδέεται με ό,τι ο Αμερικανός μελετητής Charles Segal αποκάλεσε «το πρόβλημα των θεών» στην τραγωδία αυτή, δηλαδή κατά πόσον υπάρχει θεϊκή βουλή και οικονομία στην εξέλιξη των πραγμάτων ή, αντίθετα, αν οι θεοί λάμπουν διά της απουσίας τους και τα γεγονότα εκτυλίσσονται με αποκλειστική κινητήρια δύναμη τα πάθη και τις φιλοδοξίες των ανθρώπων (εκτενής περίληψη της εργασίας του Segal δίδεταιεδώ).
Η πρώτη αναφορά στην ακινησία του ελληνικού στόλου γίνεται από τον νεκρό Πολύδωρο, στον πρόλογο. Οι Αχαιοί, λέει, «με τα καράβια τους δεμένα παραμένουν άπραγοι (ἥσυχοι) σε τούτες τις ακτές της Θράκης» για τρίτη κιόλας μέρα (τριταῖον φέγγος, 32). Το αιτιολογικό γάρ στην αμέσως επόμενη πρόταση δίνει την εντύπωση ότι υπάρχει διασύνδεση ανάμεσα στην ακινησία των πλοίων και στην εμφάνιση του ειδώλου του Αχιλλέα: ὁ Πηλέως γὰρ παῖς ὑπὲρ τύμβου φανεὶς / κατέσχ᾿ Ἀχιλλεὺς πᾶν στράτευμ᾿ Ἑλληνικόν / πρὸς οἶκον εὐθύνοντας ἐναλίαν πλάτην (37-9). Έχει ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι ο Πολύδωρος δεν αναφέρεται εδώ ρητά στο φύσημα των ανέμων. Το γεγονός της καθήλωσης του στόλου το συνδέει με την επιφάνεια του Αχιλλέα: ο Αχιλλέας εμφανίστηκε και σταμάτησε, με την εμφάνισή του, τον πλουν των Αχαιών. Η ευθεία διασύνδεση της ακινησίας του στόλου με την ανυπαρξία ούριων ανέμων γίνεται αργότερα από τον Αγαμέμνονα: καὶ γὰρ εἰ μὲν ἦν στρατῷ / πλοῦς, οὐκ ἂν εἶχον τήνδε σοι δοῦναι χάριν· / νῦν δ᾿, οὐ γὰρ ἵησ᾿ οὐρίους πνοὰς θεός, / μένειν ἀνάγκη πλοῦν ὁρῶντας ἡσύχους (898-901). Ο Αγαμέμνων εδώ εξηγεί στην Εκάβη ότι λόγω της συνεχιζόμενης άπνοιας είναι σε θέση να της παράσχει έστω αυτή την παθητική βοήθεια που μπορεί στην προσπάθειά της να εκδικηθεί τη δολοφονία του γιου της. Είναι και πάλι ενδιαφέρον ότι ο Αγαμέμνων με τη σειρά του συνδέει την άπνοια με τη δράση κάποιου θεού, όχι με την επιφάνεια του Αχιλλέα ή με το φρικτό του αίτημα.
Ολόκληρο το άρθρο στη σελίδα antonispetrides.wordpress.com