Του Νίκου Τσούλια
Έχουν γραφτεί και γράφονται άπειρα άρθρα και αναλύσεις γύρω από το μείζον πρόβλημα της χώρας μας, τη βαθιά και παρατεταμένη κρίση. Μετά τις πρώτες προσεγγίσεις που είχαν έντονο μικροκομματικό κλίμα και διάθεση οργής και θυμού είχαμε στη συνέχεια ψύχραιμες και κυρίως ορθολογικές θεωρήσεις, και αυτό συνιστά μια θετική εξέλιξη.
Είναι προφανές ότι ως λαός αιφνιδιαστήκαμε για το μέγεθος του προβλήματος, που έχει ήδη αποκτήσει χαρακτήρα εθνικού ζητήματος. Ο αιφνιδιασμός βέβαια δεν σημαίνει απλά και μόνο αδύναμο πολιτικό σύστημα ή «ανοργάνωτη πολιτεία» αλλά και ένα φοβερό έλλειμμα στον πολιτισμού και στην κουλτούρα μας που δεν μας επέτρεψε να έχουμε μια στοιχειώδη αυτογνωσία, μια σαφή συλλογική εικόνα για τις δυνατότητες και για τις αδυναμίες της κοινωνίας μας και της οικονομίας μας. Ως λαός και ως πολιτεία μετά τον εθνικό στόχο για την είσοδό μας στον στενό πυρήνα της ευρωζώνης δεν είχαμε καμιά στρατηγική, καμιά βασική πολιτική ιδέα!
Στο παρόν κείμενο θα «αγνοήσω» όλες τις βασικές πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές θεωρήσεις που ουσιαστικά ερμηνεύουν – εκ των υστέρων βέβαια – τη σημερινή δύσκολη κατάστασή μας και θα σταθώ σε μια πλευρά ήσσονος σημασίας, η οποία παρ’ όλα αυτά θα μπορούσε να αποτελέσει εργαλείο πρόληψης και έγκαιρης αντιμετώπισης της επερχόμενης κρίσης. Γιατί θεωρώ ότι η κρίση «δεν έπεσε από τον ουρανό», δεν ήλθε από το πουθενά, αλλά έχει συγκεκριμένες αιτίες που ήσαν κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν δρούσαν… Έτσι, για παράδειγμα, η αδιαφάνεια στο δημόσιο χρήμα, η φοροδιαφυγή, ο υπερδανεισμός, η τοκογλυφία των αγορών, η επιθετικότητα του χρηματιστηριακού κεφαλαίου κλπ κλπ ήταν απόλυτα γνωστά στοιχεία αλλά το πολιτικό μας σύστημα και κυρίως τα κυβερνητικά κόμματα απέφευγαν να τα αντιμετωπίσουν μέχρι που «μαύρισαν» τον ουρανό της κοινωνίας μας.
Ποια είναι η αιρετική προσέγγιση; Πρώτα μια διαπίστωση. Βλέπαμε σε κάθε έκφραση της κοινωνίας μας, σε κάθε οικονομική δραστηριότητα και ιδιαίτερα στις λειτουργίες του μεγάλου κεφαλαίου να συσσωρεύεται διαρκώς πλούτος. Τα υλικά αγαθά ακολουθούσαν μια μόνιμη εκθετική καμπύλη αύξησης. Εδώ αρχίζουν τα ερωτήματά μου. Πρώτον, θα μπορούσε να συνεχίζεται αυτό επ’ αόριστο; Δεύτερον, είχαμε προσδιορίσει ότι η έννοια και το περιεχόμενο της «προόδου» ταυτίζονται με τη διαρκή συσσώρευση πλούτου και με τον αυξανόμενο καταναλωτισμό; Τρίτον, αυτό ήταν το προσωπικό και το συλλογικό μας όραμα;
Αυτά τα σημεία έχουν μια συνεκτικότητα αλληλοσυσχέτισης και – κατά τη γνώμη μου – καταδεικνύουν μια παρακμιακή αντίληψη και πρακτική της ιστορίας και εμπεριέχουν ούτως ή άλλως την εφιαλτική εικόνα της κρίσης στη διαδρομή τους ανεξάρτητα από τη συμβολή των άλλων βασικών παραγόντων της κρίσης, που τελικά επιτάχυναν και διόγκωσαν το μέγεθος της κρίσης. Ισχυρίζομαι δηλαδή ότι δεν είχαμε και δεν έχουμε στοιχειώδη αυτογνωσία και δεν έχουμε κατανοήσει τα εργαλεία της δράσης της ιστορίας.
Στο έλλειμμα αυτογνωσίας και στην άγνοια του φαινομένου της διεθνοποίησης (και παγκοσμιοποίησης) της οικονομίας και της κουλτούρας θεωρώ ότι κρίθηκε ένα μέρος των συντελεστών και των αιτίων της κρίσης. Γινόταν και γίνεται ένας μεγάλος Μετασχηματισμός στον Κόσμο σ’ όλα τα πεδία έκφρασής του – παρόμοιος με εκείνον της πρώιμης Βιομηχανικής περιόδου – και εμείς είχαμε εργαλεία σκέψης του παρελθόντος, ξεπερασμένα και ανεπαρκή. Σε μια διεθνή σκηνή πολλαπλής ρευστότητας, υψηλής διακινδύνευσης και εκτεταμένης αβεβαιότητας, εμείς ως λαός και ως κοινωνία, ως έθνος και ως κράτος πορευόμαστε αμέριμνα και αφελώς θεωρώντας πως το μέλλον μας ήταν απλή προέκταση του καλού παρόντος μας, της συνεχούς και απρόσκοπτης υλικής ευημερίας μας…
Δυστυχώς λείπει ο ορθολογισμός και η ορθοκρισία, η ανησυχία και η αναζήτηση από την νοοτροπία μας. Ο υπερτροφισμός του λαϊκισμού και της δημαγωγίας αποτελεί την επιτομή μιας κοινωνίας που δεν μπορεί στοιχειωδώς να αξιολογήσει, να επιλέξει και τελικά να διαμορφώσει το δικό της μέλλον. Ζούσαμε μόνο για το παρόν, για το φενακισμένο παρόν. Αλλά ξέρουμε ότι το παρόν δε διαρκεί πολύ – αποικίζεται διαρκώς από το μέλλον και μάλιστα προϊόντος του χρόνου το μέλλον έρχεται όλο και πιο γρήγορα.
Η ζωή είναι μια δωρεά. Αλλά για να την κατακτήσουμε θέλουμε αγώνα – εκεί βρίσκεται και η ομορφιά της. Πρέπει να έχουμε άποψη για τη ζωή, να μπορούμε να ερμηνεύουμε την πραγματικότητα, να ξέρουμε τι κόσμο θέλουμε. Να νιώθουμε και να είμαστε οι δημιουργοί της ζωής μας. Να πλάθουμε τα δικά μας γεγονότα και να μην τρέχουμε πίσω από τα γεγονότα που φτιάχνουν οι άλλοι για εμάς διεκδικώντας απλά και μόνο το ρόλο του ερμηνευτή σε ό,τι μας αφορά.