Του Νίκου Τσούλια
Οι εκτεταμένες και βαθιές ανακατατάξεις στη διεθνή σκηνή λόγω των μεταβολών στην οικονομία, στον πολιτισμό και στην τεχνολογία και πρωτίστως το σκηνικό της παγκοσμιοποίησης – της νέας μεταβιομηχανικής εποχής / κυριαρχίας του καπιταλιστικού συστήματος – διαμορφώνουν νέα δεδομένα για όλα τα έθνη – κράτη. Όταν μάλιστα ένα κράτος, όπως η Τουρκία, είχαν και έχουν εθνική πολιτική περιφερειακής δύναμης, τότε το σχετικό θέμα παίρνει ευρύτερες διαστάσεις.
Το πώς κινείται και πώς συμπεριφέρεται η Τουρκία ενδιαφέρει ιδιαίτερα τη χώρα μας, όχι μόνο λόγω της γειτονίας με τη γενική εκδοχή της αλλά κυρίως λόγω των διμερών προβλημάτων που υπάρχουν εδώ και πολλές δεκαετίες προκαλούμενα από την επιθετική κρατική διάθεση και πρακτική της Τουρκίας. Και δεν πρόκειται για ιστορικές διαφορές, αλλά για διαφορές ζωτικού χαρακτήρα που αγγίζουν το παρόν και το μέλλον της χώρας μας. Αιτία των προβλημάτων είναι η αναθεωρητική και επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, η οποία δεν αποδέχεται κατ’ ουσία το σημερινό στάτους στην περιοχή μας και δεν σέβεται του κανόνες του διεθνούς δικαίου. Έτσι, σήμερα κατέχει παράνομα εδώ και σαράντα χρόνια ένα μέρος της Κύπρου παραβιάζοντας κάθε έννοια διεθνούς νομιμότητας, σε πλήρη αντίθεση με τα επανειλημμένα ψηφίσματα του Ο.Η.Ε. Παράλληλα προχωράει σε προκλητικές ενέργειες στο Αιγαίο παραβιάζοντας συχνά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και στον εναέριο χώρο και στην υφαλοκρηπίδα των νησιών μας. Το τελευταίο διάστημα θέτει σε αμφισβήτηση τα δικαιώματα οικονομικής εκμετάλλευσης της υποθαλάσσιας περιοχής εκ μέρους της Κύπρου στο νότιο μέρος του νησιού.
Η Τουρκία έχει ως σταθερό άξονα της πολιτικής της να δημιουργεί διαρκώς νέα προβλήματα, όλο και περισσότερες απαιτήσεις και διεκδικήσεις από τις γειτονικές της χώρες. Ως εκ τούτου είναι σταθερός παράγοντας αστάθειας στην ανατολική Μεσόγειο και σε καμιά περίπτωση η χώρα μας δεν μπορεί παρά να σχεδιάζει την εθνική στρατηγική της λαμβάνοντας υπόψη της αυτή την παράμετρο. Και όσο περισσότερα εσωτερικά προβλήματα έχει τόσο περισσότερο επεκτατική εμφανίζεται η εν λόγω χώρα και ιδιαίτερα από σήμερα και εφεξής που με την πρόσφατη βαθιά διχοτομική κρίση της θα είναι μόνιμα βαριά τραυματοσμένη. Ο Π. Κανδύλης έχει μια διεισδυτική ανάλυση περί του θέματός μας. Ας δούμε μια μικρή σχετική αναφορά.
«Θα ήταν μεγάλο λάθος να θεωρήσει κανείς τις εσωτερικές αντιφάσεις και διαμάχες, που σημαδεύουν βαθιά το τουρκικό έθνος, ως παράγοντα με αναγκαστικά αρνητική επίδραση πάνω στο γεωπολιτικό του δυναμικό. Ο Machiavelli, που ασφαλώς κάτι γνώριζε από πολιτική, υπογράμμιζε ότι την αδιάκοπη επέκταση της Ρώμης προς τα έξω την προκαλούσαν οι συνεχείς διενέξεις μεταξύ πληβείων και πατρικίων στο εσωτερικό, ακριβώς δηλαδή ό,τι θα μπορούσε να θεωρηθεί η αγιάτρευτη πληγή της πόλης. Ώστε οι εσωτερικές τριβές και αντιφάσεις σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις θέτουν σε κίνηση μια χειμαρρώδη επεκτατική ορμή. Αν αυτό γίνει πράγματι, τότε ό,τι στα προκατειλημμένα μάτια των «εκσυγχρονισμένων» και «πολιτισμένων» «δημοκρατών» εμφανίζεται ως «υπανάπτυξη» και άρνηση της «κοινωνίας των πολιτών», μεταβάλλεται σε ιδεώδες μίγμα για την άσκηση επιθετικής εξωτερικής πολιτικής με όλα τα μέσα. Μάζες μισοχορτασμένων ή μισοπεινασμένων, ικανών να φανατισθούν και να πεθάνουν, ζυμωμένων ακόμα με τις πατριαρχικές αξίες – μάζες τέτοιες, καθοδηγούμενες από ξεσκολισμένες, μακροπρόθεσμα και ψυχρά σκεπτόμενες διπλωματικές και στρατιωτικές ελίτ, αποτελούν όργανο επέκτασης πολύ προσφυέστερο από ένα πλαδαρό κοινωνικό σώμα αιωρούμενο γύρω από τον μέσο όρο μιας γενικής ευημερίας, όπου ύψιστη αποστολή της πολιτικής ηγεσίας είναι ακριβώς να εγγυάται τη διατήρηση αυτού του μέσου όρου και αυτής της πλαδαρότητας. Σε σχέση με τη σημερινή Τουρκία, είναι πρακτικά αδιάφορο σε ποιο χωνευτήρι θα συντηχθούν οι αντιφάσεις, σε ποια κοίτη θα μπουν και με ποια πρόσημα θα προβάλουν, αν δηλαδή θα πάρουν μάλλον ισλαμική, μάλλον στρατιωτικο-κεμαλική ή μάλλον οικονομικο-πολιτική («δυτική») χροιά. Μπροστά στην επεκτατική εκδίπλωση του γεωπολιτικού δυναμικού όλα αυτά είναι επιφανειακά και συμβεβηκότα, πολύ περισσότερο γιατί, όποια ελίτ κι αν πάρει στα χέρια της μακροπρόθεσμα τα ηνία, για να προσελκύσει κατά το δυνατόν ευρύτερες μάζες θα καταφύγει σ’ έναν ελαστικό ιδεολογικό εκλεκτισμό».
Με τον Ερντογάν η Τουρκία επιχειρεί να διαμορφώσει ένα σκηνικό μεγάλης δύναμης και ουσιαστικά προσπαθεί να επαναφέρει στοιχεία της παλιάς δόξας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ακόμα και η δημιουργία του σύγχρονου επιβλητικού προεδρικού μεγάρου παραπέμπει σε αισθητικές περασμένων μεγαλείων και μέσω αυτού του συμβολισμού επιχειρείται να διαμορφώσει στον τουρκικό λαό μια συλλογική αντίληψη ισχυρής χώρας. Η όλη προσπάθεια είναι μια καρικατούρα της πολιτικής, μια παρακμιακή αντι-πολιτισμική εκδοχή της σύγχρονης ιστορίας, μια αδιέξοδη και ατελέσφορη κρατική επιλογή. Η μοναδική δύναμη της Τουρκίας είναι το πολυπληθές του στρατού της και τίποτα άλλο. Και προσπαθεί με αυτό το στοιχείο να εκβιάσει τις εξελίξεις με έναν αλαζονικό και μεσαιωνικό τρόπο. Έτσι, ο Ερντογάν για να δημιουργήσει εικόνα εθνικού μεγαλείο στους Τούρκους επινοεί και τα πιο γελοία σημειολογικά στοιχεία. Η ανακάλυψη της Αμερικής δεν έγινε από τον Κολόμβο αλλά από τους Τούρκους… Ο Μπετόβεν δεν είναι και καμιά κορυφαία μορφή στη μουσική, αφού υπάρχουν τόσοι και τόσοι σπουδαίοι μουσουλμάνοι μουσικοί… Η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου δεν είναι σωστή… κλπ
Και απ’ αυτά τα επιμέρους δείγματα καταλαβαίνει κάποιος πόση ανοησία και ποια ανορθολογικά στοιχεία επινοούνται για να δημιουργηθεί μια εικόνα αυταρέσκειας προκειμένου να χειραγωγηθούν οι λαϊκές μάζες μακριά από κάθε κριτική διάθεση και κουλτούρα αμφισβήτησης απέναντι στην εξουσία, μακριά από κάθε έννοια δημοκρατικότητας και εκσυγχρονιστικής πορείας.