Γράφει ο Χρήστος Κ. Τσαγγάλης καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και διευθυντής του τομέα Κλασικών Σπουδών
Ο τίτλος της σημερινής επιφυλλίδας, δανεισμένος από τον τίτλο ενός διάσημου βιβλίου του Martin L. West, The East Face of Helicon: West Asiatic Elements in Greek Poetry and Myth, αποσκοπεί στο να ανοίξει σε όσους μη ειδικούς ενδιαφέρονται για την ελληνική αρχαιότητα ένα παράθυρο σε έναν συναρπαστικό κόσμο που άσκησε καθοριστική επίδραση στη διαμόρφωση της ελληνικής ποίησης και μυθολογίας. Η προκλητικότητα του τίτλου μπορεί και να εγείρει ενστάσεις, που ίσως ερείδονται, συνήθως ανομολόγητα, στα ναρκισσιστικά αντανακλαστικά μιας ενδημικής ομφαλοσκοπίας. Προληπτικά πάντως και με διάθεση παιγνιώδη θέλω να επιστήσω την προσοχή τόσο στο επίθετο “ανατολική” όσο και στο τοπωνύμιο “Ελικώνας”: Το μεν πρώτο προϋποθέτει την οργανική ένταξη της αρχαίας Ελλάδας στην άλλη, δυτική πλευρά του Ελικώνα, το δε δεύτερο σιωπηρά υπαινίσσεται την κεντρική θέση της στη διαμόρφωση της λογοτεχνίας και του πολιτισμού της Δύσης.
Πριν από χρόνια με το βιβλίο του “The Orientalizing Revolution” ένας άλλος σημαντικός μελετητής της ελληνικής αρχαιότητας (και ειδικότερα θρησκείας), ο Walter Burkert, είχε επικεντρώσει την προσοχή του στην επίδραση της Ανατολής στον ελληνικό πολιτισμό της αρχαϊκής εποχής (750-650 π.Χ.). Με την “Ανατολική πλευρά του Ελικώνα” ο Martin L. West έδειξε ότι η σχέση αυτή με τους ανατολικούς λαούς αρχίζει πολύ πιο πριν, ότι χαρακτηρίζεται από μεγάλο εύρος και τέλος ότι αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής ποιητικής και μυθικής παράδοσης.
Η δημοσίευση του εν λόγω βιβλίου το 1997 στην Οξφόρδη δεν κόμιζε γλαύκα εις Αθήνας. Το δρόμο αυτό, που είχαν ακολουθήσει πριν από τον West σημαντικοί μελετητές της ελληνικής αρχαιότητας, είχε με το πέρασμα του χρόνου ενισχύσει η ολοένα αυξανόμενη μελέτη των ανατολικών πολιτισμών (Σουμερίων, Ακκάδων, Χετταίων, Αιγυπτίων, Σημιτών). Η συνθετική όμως παρουσίαση που πρόσφερε ο West αποτέλεσε την επίσημη αναγνώριση της επίδρασης που άσκησαν στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό η λογοτεχνία και ο πολιτισμός αρχαίων λαών που γεωγραφικά εντοπίζονταν στα ανατολικά της Ελλάδας. Οι κλασικοί φιλόλογοι είχαν πια στα χέρια τους, και μάλιστα από έναν ομότεχνό τους, μία σοβαρή μελέτη, στηριγμένη σε πληθώρα παράλληλων και παραδειγμάτων αλλά και συνοδευμένη από μία λελογισμένη αποτίμηση του τρόπου με τον οποίο αναπτύχθηκαν οι συγκεκριμένες σχέσεις ανάμεσα στον ελληνικό πολιτισμό και στους ανατολικούς συγγενείς του.
Το βιβλίο περιλαμβάνει δώδεκα κεφάλαια: Αιγαίο και Ανατολή, αρχαίες λογοτεχνίες της Δυτικής Ασίας, περί ουρανού και γης, ποιητική τέχνη, γλωσσικά θέματα, Ησίοδος, Ιλιάδα, Οδύσσεια, ηρωικοί μύθοι και θρύλοι, οι λυρικοί ποιητές, Αισχύλος, το ζήτημα της μετάδοσης. Ο κατάλογος αυτός φλερτάρει, κυρίως εξαιτίας της εγγενούς του παρατακτικότητας, με το διαβόητο φιλολογικό εγκυκλοπαιδισμό, ο οποίος εστιάζοντας στον ευρετηριασμό και στη λημματοποίηση συχνά χάνει τη μεγάλη εικόνα. Η αίσθηση αυτή είναι όμως παροδηγητική. Στο βιβλίο του West η σχολαστικότητα υποχωρεί στην παντελή έλλειψη επιτήδευσης και η πληρότητα αναδίδεται από την ωριμότητα της συνολικής αποτίμησης των στοιχείων, χωρίς να υποκλίνεται ούτε στον επιφανειακό εντυπωσιασμό ούτε όμως και στη θήρα της εκζήτησης.
Υπόρρητη θεωρητική παραδοχή για την επίδραση των ανατολικών πολιτισμών στον ελληνικό είναι η χρονική προτεραιότητά τους, καθώς έχουν όλοι τους να επιδείξουν σημαντικά επιτεύγματα πολύ πριν από τους Έλληνες. Εκπεφρασμένη και μετρήσιμη πρακτική ένδειξη της επίδρασης αυτής αποτελεί η εντυπωσιακή ομοιότητα ανάμεσα σε πλήθος στοιχείων που αφορούν τους ποιητικούς τρόπους, τη θρησκεία και τη μυθική παράδοση, τρόπους που δεν μπορούν να εξηγηθούν με βάση τυποποιήσεις και συμπτώσεις. Το γεωγραφικό άνυσμα που καλύπτει η θέση των λαών αυτών στο χάρτη, το εύρος των κοινών στοιχείων, το βάθος των σχέσεων και τέλος το επιχείρημα της σωρευτικής αποτίμησης καθιστούν την προσέγγιση του West εξαιρετικά πειστική. Βεβαίως η πλάνη της εξίσωσης post hoc, ergo propter hoc, η οποία εσφαλμένα ερμηνεύει με αιτιακή σχέση τα μέρη μιας χρονικής ακολουθίας, είναι γνωστή. Με απλά λόγια: Το ότι κάτι έπεται χρονικά κάποιου άλλου στοιχείου δεν σημαίνει απαραίτητα και σε καμία περίπτωση δεν αποδεικνύει ότι προήλθε από αυτό. Η χρονική προτεραιότητα αποτελεί ικανή, όχι αναγκαία, συνθήκη αιτιακής εξάρτησης. Αυτή όμως η επιχειρηματολογία, κάποτε συνοδευμένη και από την ένσταση που αφορά τα προβλήματα που ανακύπτουν αναφορικά με τον τρόπο μετάδοσης των στοιχείων αυτών στον ελληνικό πολιτισμό, αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά από τον West.
Ο συγγραφέας διαπιστώνει μία πιο οργανική, πρωτογενή, θα έλεγε κανείς, λειτουργία των υπό εξέταση στοιχείων στους ανατολικούς πολιτισμούς. Η μεταφορά τους στο ελληνικό πλαίσιο γίνεται μέσω τροποποιήσεων, προσαρμογών, επεκτάσεων και συγχωνεύσεων. Ο άλλος μεγάλος παραπόταμος που εκβάλλει στην ελληνική πολιτιστική θάλασσα είναι η ινδοευρωπαϊκή παράδοση, στη σχέση της οποίας με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό θα αναφερθώ στην επιφυλλίδα της επόμενης Κυριακής. Η διασπορά των υπό εξέταση στοιχείων σε διαφορετικούς πολιτισμούς της Ανατολής προσδίδει στη θεωρία του West ακόμη μεγαλύτερη ισχύ. Αν τα στοιχεία αυτά εντοπίζονταν σε έναν και μόνο πολιτισμό, τότε θα χρειαζόταν μία ιστορική εξήγηση μείζονος κλίμακας, όπως η κατάκτηση ή πληθυσμιακή συγχώνευση. Το παράδειγμα της σχέσης του ελληνικού με το ρωμαϊκό πολιτισμό είναι στην περίπτωση αυτή εξαιρετικά κατάλληλο. Η εκτεταμένη και βαθεία επίδραση της Ελλάδας στη Ρώμη πραγματοποιήθηκε μέσα από ένα γεγονός μεγάλης διάρκειας και ακόμη μεγαλύτερης ιστορικής βαρύτητας: την κατίσχυση των ρωμαϊκών όπλων σε όλο το γεωγραφικό εύρος που κάλυπτε ο ελληνόφωνος κόσμος. Αντιθέτως στην περίπτωση των ανατολικών πολιτισμών τα στοιχεία που μαρτυρούν επίδραση στον ελληνικό πολιτισμό δεν περιορίζονται σε μία χώρα ή λαό ή χρονική περίοδο, αλλά καλύπτουν ευρύ γεωγραφικό, πληθυσμιακό και χρονικό άνυσμα.
Το ίδιο συμβαίνει και με το ζήτημα της μετάδοσης. Ο West επανεξετάζει μάλλον παραμελημένα (ή επιμελώς υποβαθμισμένα) ζητήματα που άπτονται της προφορικής μετάδοσης της ποίησης στη Μεσοποταμία, στη Συρία και στην Παλαιστίνη, επιμένοντας στη δυναμική της μετάδοσης γνώσεων σε διεθνές επίπεδο. Η εικόνα που αναδύεται για τον αρχαίο κόσμο της δεύτερης και πρώτης χιλιετίας προ Χριστού είναι εντυπωσιακή: εμπορικά κέντρα στην Ανατολή, εποχιακοί εργάτες ή και μετανάστες, ελληνική επέκταση προς Ανατολάς, οι μεγάλοι χερσαίοι κόμβοι της Κρήτης και της Κύπρου, η ασσυριακή επέκταση προς τα δυτικά, οι μισθοφόροι και τέλος μετανάστες από την Ανατολή στην Ελλάδα. Το ιστορικό ψηφιδωτό, η συμπλήρωση του οποίου στηρίζεται σε στέρεα ιστορικά στοιχεία, που ο συγγραφέας συνδυάζει με αριστοτεχνική μαεστρία, υποστηρίζει πιθανά σενάρια για τη διάχυση των ανατολικών στοιχείων στον ελληνικό πολιτισμό. Το φαινόμενο αυτό δεν χαρακτηρίζεται από προβλέψιμη γραμμικότητα, που μάλλον υπεραπλουστεύει μία σύνθετη και μακροχρόνια διαδικασία. Η αφομοίωση των ανατολικών στοιχείων από τους Έλληνες υπήρξε δημιουργική, βαθιά και συχνά ιδιοφυής. Προϋποθέτει χρονικό βάθος, εκλεκτικές συγγένειες και τεθλασμένες διόδους επικοινωνίας με επιμέρους διακλαδώσεις.
Στην ιστορία, όπως και στη ζωή, δεν υπάρχει άμωμος σύλληψη. Η μεγάλη ποίηση, η μεγάλη λογοτεχνία, ο μεγάλος πολιτισμός διαμορφώνονται μέσα από τη κριτική επαφή με άλλους πολιτισμούς. Το μέγεθος των πνευματικών επιτευγμάτων εξαρτάται από το βαθμό αφομοίωσης άλλων πολιτιστικών στοιχείων, την εμπνευσμένη διαφοροποίηση από αυτά, τη δραματική ένταση της αξιοποίησής τους, το διερευνητικό βλέμμα και το σφριγηλό παλμό της αναδυόμενης νέας ζωής. Το μέτρο και η αξία ενός πολιτισμού είναι εν τέλει ο βαθμός αυτεπίγνωσής του και η διήκουσα επιρροή του στο παγκόσμιο οικοδόμημα. Ας μη λησμονούμε άλλωστε πως η Σφίγγα που τυραννούσε τη Θήβα συνιστά αναμφίλεκτα στοιχείο ανατολικής προέλευσης, αλλά η απάντηση του Οιδίποδα στο αίνιγμά της είναι εξόχως ελληνική: “Άνθρωπος”.
Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» που κυκλοφόρησε εκτάκτως το Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2016