Του Νίκου Τσούλια
Είναι μια εικόνα δεκάδων χρόνων ή μάλλον μερικών αιώνων. Είναι μια αρχετυπική εικόνα, ένας ισχυρός συμβολισμός των εκπαιδευτικών συστημάτων όπου γης και όπου χρόνου. Ο δάσκαλος, ο καθηγητής διδάσκει στους μαθητές και στις μαθήτριές του μόνος του, κυρίαρχος και υπεύθυνος, παιδαγωγός και επιστήμονας.
Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε την απεικόνιση της σχολικής αίθουσας με διαφορετική θεώρηση. Η εν λόγω εικόνα – σύμβολο έχει πολλές θετικές ιδιαιτερότητες αλλά και μερικά σημεία προβληματισμού. Δηλώνει με τον πιο παραστατικό τρόπο την αυτονομία αλλά και την απόλυτη ευθύνη του εκπαιδευτικού για τη σωστή αγωγή παιδιών και νέων και για την επαρκή μεταβίβαση του πολιτισμικού φορτίου και της θεσμικής γνώσης στις επόμενες γενιές.
Είναι γνωστή η περιπέτεια που είχε ο έλληνας εκπαιδευτικός κατά τη διάρκεια της μακράς εφαρμογής του επιθεωρητισμού, ενός συστήματος χειραγώγησής του και εκφοβισμού του, όπου η παρουσία του επιθεωρητή δεν είχε καμιά σχέση με τις εκπαιδευτικές ανάγκες και προτεραιότητες αλλά διαμόρφωνε έναν ιστό διοικητικού και αυστηρά πειθαρχικού ελέγχου. Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση και τα ίδια τα παιδιά λειτουργούσαν με διαφορετικό τρόπο έξω από την πραγματική εικόνα της σχολικής λειτουργίας. Επρόκειτο τελικά για μια φενακισμένη εικόνα, για μια αλλοίωση του ουσιαστικού παιδαγωγικού ρόλου του εκπαιδευτικού και του σχολείου.
Ωστόσο και μακριά από όλα αυτά τα άκρως αρνητικά στοιχεία, θεωρώ ότι υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί να εμπλουτιστεί η «μοναξιά» του εκπαιδευτικού για συγκεκριμένους λόγους και υπό την απόλυτη προϋπόθεση της δικής του θέλησης και πρωτοβουλίας. Πρώτη περίπτωση γενικής εκδοχής, μπορεί να θεωρηθεί η παρακολούθηση του μαθήματος από έναν άλλο εκπαιδευτικό του ίδιου σχολείου, ο οποίος θα μπορεί να δώσει τις παρατηρήσεις του στον διδάσκοντα και να συζητήσουν σχετικά με την όλη διαδικασία της αίθουσας. Αυτή η παρακολούθηση μπορεί να είναι αμοιβαία, με εναλλασσόμενους τους ρόλους – διδάσκοντα και παρατηρητή – και να επεκτείνεται και σε εκπαιδευτικούς άλλης ειδικότητας. Πρόκειται για ενδιαφέρουσα εμπειρία που βοηθάει και τις δύο πλευρές στη βελτίωση της λειτουργίας τους. Έχει δε μεγαλύτερη αξία στην περίπτωση των νεοδιόριστων εκπαιδευτικών για την ενίσχυση της αυτοπεποίθησής τους και για την πιο γρήγορη πρόσκτηση εμπειρίας. Έχω προσωπική εμπειρία απ’ αυτό το σχήμα συνεργασίας και οφείλω να σημειώσω ότι τα στοιχεία του είναι πολύ ενεργά στη μνήμη μου, ίσως γιατί τροποποιούσε το στερεότυπο, ίσως – και το πιο βέβαιο – γιατί μου εμπλούτιζε τον κόσμο της διδασκαλίας. Θεωρώ ότι αν το σχήμα γενικευτεί αυτό της συνεργασίας και της ανταλλαγής ιδεών και προβληματισμών μεταξύ των εκπαιδευτικών, τότε θα υπάρχει μια πνοή δημιουργικής ανανέωσης της πολυσύνθετης ούτως ή άλλως διδακτικής πράξης.
Δεύτερη περίπτωση ειδικής εκδοχής μπορεί να θεωρηθεί η συνδιδασκαλία δύο εκπαιδευτικών όταν υπάρχουν μέσα στην αίθουσα μαθητές / μαθήτριες με κάποια μορφή αναπηρίας, όπου βέβαια ο ένας εκπαιδευτικός θα έχει εκπαιδευτεί στην ειδική αγωγή, στην ενταξιακή εκπαιδευτική πολιτική. Αυτή την πρόταση έχει υιοθετήσει εδώ και αρκετά χρόνια η Ειδική Παιδαγωγική, προκειμένου οι μαθητές με αναπηρία να φοιτούν στο σχολείο της γειτονιάς τους μαζί με όλα τα άλλα παιδιά, χωρίς να προσφεύγουν σε ειδικά σχολεία παρά μόνο σε πολύ οριακές περιπτώσεις. Τα αποτελέσματα από τη διπλή παρουσία εκπαιδευτικών είναι απολύτως θετικά σ’ όσες χώρες την εφαρμόζουν όχι με τον χαρακτηρισμό της πρωτοπορίας πλέον αλλά με βάση τα πολύχρονα επιστημονικά πορίσματα της Ειδικής Παιδαγωγικής, τις εδώ και χρόνια αποφάσεις της UNESCO, τις κανονιστικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τις σχετικές εκπαιδευτικές νομοθεσίες.
Δυστυχώς στη χώρα μας μια τέτοια εξέλιξη παραμένει πεισματικά μόνο ως ζητούμενο των γονέων παιδιών με αναπηρία και των παιδιών αυτών. Η πολιτεία μας νομοθετεί κατά καιρούς σχετικές προβλέψεις, αλλά ποτέ δεν έχει εισέλθει στο πεδίο της εφαρμοσμένης εκπαιδευτικής πολιτικής. Αλλά …δεν αρκεί μόνο αυτή η βάρβαρη στάση της πολιτείας. Έχουμε και την παθητική στάση και την αδιαφορία της ελληνικής κοινωνίας. Εμείς οι Έλληνες πιστοί στις προκαταλήψεις μας και στους ανορθολογισμούς μας εξακολουθούμε να «κλείνουμε τα μάτια» στην αδικία και στην αντιεκπαιδευτική και αντιπαιδαγωγική στάση μας και ανακαλύπτουμε το πρόβλημα και την ορθοκρισία όταν το πρόβλημα «κτυπάει την πόρτα» του σπιτιού μας.
Συμπερασματικά, φρονώ ότι ο εκπαιδευτικός οφείλει να είναι διαρκώς ανήσυχος, να διερευνά νέους εναλλακτικούς στην άσκηση του έργου του και να ανταλλάσσει την εμπειρία του με τους συνάδελφούς του, γιατί έτσι θα κατακτήσει μια κουλτούρα διαρκούς και συστηματικής βελτίωσής του και θα ανταποκρίνεται καλύτερα στο πολυσύνθετο εκπαιδευτικό του έργο. Το «μόνος στην τάξη» είναι μια εικόνα ευθύνης αλλά και οι εναλλακτικές / πρωτοβουλιακές και αναθεωρητικές της κρατούσας αντίληψης κινήσεις ανοίγουν τον κόσμο της συνεχούς δημιουργίας, δηλαδή της ίδιας της «πνοής» του σχολείου.