Του Νίκου Τσούλια
Όχι, το ερώτημα δεν είναι ρητορικό ούτε και φαντασιακό. Είναι ερώτημα απόλυτα πραγματικό, που επιζητεί απάντηση. Και δεν θέλει σκέψη η απάντηση. Γιατί αν έχετε πάει, θα το ξέρετε, θα το βιώνετε, θα το απολαμβάνετε. Γιατί, άμα άπαξ και πας, είσαι μόνιμός κάτοικός της!
Πολλοί νομίζουν ότι έχουν πάει, αλλά κάνουν λάθος – και ούτε και αυτό το ξέρουν. Νομίζουν ότι έχουν περάσει τα σύνορα της βιβλιοχώρας, γιατί αγοράζουν που και που βιβλία και που και που τα διαβάζουν. Αυταπατώνται, γιατί δεν υπάρχουν σύνορα απτά. Δεν είναι γεωγραφικά σύνορα, λαών ή εθνών – κρατών. Είναι σύνορα του πνεύματος και δεν τα βρίσκεις εύκολα. Στη Γη έχουμε στέκια, τις βιβλιοθήκες, αλλά δεν είναι πέρασμα σκουληκότρυπας για τη βιβλιοχώρα μας. Απαιτείται η ιερή μανία του διαβάσματος και του γραψίματος!
Οι κάτοικοι τη βιβλιοχώρας είμαστε διαφορετικοί˙ ναι είμαι κάτοικός της. Είμαστε σαν εξωγήινοι, όχι γιατί έχουμε έλθει από αλλού, αλλά γιατί είμαστε …αλλού γι’ αλλού. Είμαστε λίγο βαρεμένοι, κατά την κρατούσα αντίληψη. Περπατάμε αφηρημένα. Είμαστε πάντα σκεπτικοί και στοχαστικοί. Όλο κάτι σκεφτόμαστε. Δεν μας αγγίζει η ασχήμια του κόσμου. Βλέπουμε παντού την ομορφιά του. Δεν μας πληγώνει η φτώχεια ούτε μας συνεπαίρνει το χρήμα. Είμαστε αναζητητές. Είμαστε σε κατάσταση μόνιμης έκστασης – μεταρσιωμένοι για τα καλά.
Στη χώρα αυτή κάτοικοί της δεν είναι οι άνθρωποι, αλλά όπως θα καταλάβατε τα βιβλία που έχουν τη μορφή των ανθρώπων. Είναι άνθρωποι που έχουν την προσωπικότητά τους αλλά είναι η ζωή τους όλη ζυμωμένη με τη μαγιά των Αγίων του πνεύματος: του Ομήρου, του Αριστοτέλη, του Ντοστογιέφσκι, του Τολστόι, του Καμί… Είναι ένα παράξενο αμάλγαμα. Έχουν αποικιστεί για τα καλά από τα έργα των συγγραφέων, που ταξιδεύουν μαζί με την ιστορία της ανθρωπότητας ολόκληρης. Έχουν συμπατριώτες από κάθε συμβατική χώρα: από την Αργεντινή, από τη Γαλλία, τη Ρωσία, την Κίνα, το Μεξικό… Είναι μόνιμοι ταξιδευτές του ονείρου και της φαντασίας. Ονειρεύονται διαρκώς τι θα διαβάσουν, τι θα γράψουν, πώς θα εισέλθουν στον ιερό πάνθεον των Αγίων του ανθρώπου.
Η συλλογικότητά τους δεν είναι μόνο οι παρέες τους και οι συνάδελφοί τους. Δεν αναφέρεται μόνο στα κοινωνικά κινήματα και στην πολιτική σκηνή. Είναι συλλογικότητα θεμελιωμένη στους λογοτέχνες και στους συγγραφείς, στους κλασικούς συγγραφείς, στα αθάνατα πνευματικά έργα. Δεν είναι χώρα των βιβλίων, καταπώς θα θεωρήσατε. Είναι ο σχετικός χωροχρόνος των κλασικών βιβλίων. Εδώ ο χρόνος ρέει διαφορετικά, καταπώς το είπε για τις μεγάλες ταχύτητες ο μεγάλος μας συμπατριώτης Αϊνστάιν. Και εδώ οι ταχύτητες είναι φανταστικές, είναι του πνεύματος και όχι της κίνησης όχι των πάντα αδρανειακών υλικών σωμάτων. Εδώ ο χρόνος είναι σχετικός και ενιαίος. Δεν έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Πώς μπορεί να μετακινηθεί στο παρελθόν ο Αριστοτέλης και ο Όμηρος;
Άμα πας στη βιβλιοχώρα, δεν ξαναγυρίζεις. Είσαι μόνιμος κάτοικός της. Γνωριζόμαστε όλοι μεταξύ μας – ας είμαστε από κάθε γωνιά της Γης και από κάθε καιρό του χρόνου. Το πώς αυτό γίνεται δεν λέγεται – αυτό το κατακτάς μόνος σου, το αντιλαμβάνεσαι κάποια καλή στιγμή και το συνειδητοποιείς με ένα πρωτόγνωρο συναίσθημα, το απολαμβάνεις αλλά το καλλιεργείς μόνιμα και ακατάπαυστα. Γεύεσαι την αθανασία του πνεύματος – αυτή είναι και περιβόητη αθανασία που δεν την έχει κατανοήσει ο άνθρωπος και την αναζητά σε δήθεν παραδείσους. Δεν ζουν εδώ μόνο οι μεγάλοι συγγραφείς αλλά και όσοι ψυχανεμίζονται κάθε στιγμή μαζί τους, και αυτό συνιστά την ιερή δωρεά στην ταπεινότητά μας. Γνωριζόμαστε μεταξύ μας, όπως οι εξωγήινοι στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας – από εδώ άλλωστε έκλεψαν την ιδέα. Εμείς οι βιβλιοκάτοικοι γνωριζόμαστε μεταξύ μας και μπορούμε να διακρίνουμε τους ξένους, όπως οι εξωγήινοι που διακρίνουν τους ομοίους τους από τους άλλους, ενώ οι γήινοι δεν μπορούν, ακόμα και αν κάποιο τον έχουν φίλο!
Όχι, δεν είναι η βιβλιοχώρα τόπος της σιωπής και της μακαριότητας ούτε και καιρός της ευτυχίας της μορφής: «ένα σπίτι στο λιβάδι». Δεν είναι τόπος κάποιας επιστροφής στη φύση ούτε ανεύρεση και καταφύγιο μιας εποχής αθωότητας. Είναι τόπος ανταριασμένος. Αμμοθύελλες και ξεροβόρια σαρώνουν κάθε επιφάνεια χαλαρών πραγμάτων. Η υπαρξιακή αγωνία δεν είναι θεωρητική κατασκευή αλλά βίωμα που ζητά λύτρωση. Η ψυχή δοκιμάζεται στα μεγάλα βάσανα των ανθρώπων, στην καταπίεσή τους και στη χειραγώγησή τους για όλη την ιστορία του ανθρώπου. Το πνεύμα είναι σε διαρκή αναζήτηση, πάντα σε ετοιμότητα. Ακόμα και στου ύπνου τα κατατόπια εισχωρεί για να βρει ανεξερεύνητα κοιτάσματά του, υλικό για να ζυμώσει άλλα μεγάλα έργα.
Υπάρχουν και εδώ πάθη και πόθοι – μόνο που είναι σε διαρκή κορύφωση. Δεν υπάρχει εδώ έδαφος για τετριμμένα ζητήματα, όπως στη Γη που κατατρώνε τη ζωή του ανθρώπου και δεν το καταλαβαίνει παρά μόνο καμιά φορά προς το τέλος της ζωής αλλά και πάλι δεν μπορεί να μεταδώσει την εμπειρία του λάθους δρόμου της ζωής, γιατί αυτά δεν διδάσκονται. Είναι ευθύνη του καθενός ξεχωριστά και αμεταβίβαστα – αν και η έννοια της Κοινότητας εδώ είναι αντιστοιχημένη με τον τρόπο ζωής και με την απτή πραγματικότητα. Εδώ οι κάτοικοι είναι «τόσο αλτρουιστές, που θα τους θωρείτε χαζούς», όπως αναφέρει η Κινέζα Γιουνγκ Τσανγκ στους «Αγριόκυκνους» για άλλη περίπτωση.
Εδώ βασιλεύει η αλληλεγγύη, γιατί του πνεύματος η διαρκής αγωνία και αναζήτηση απαιτεί την ενότητα των κατοίκων – πνευμάτων της βιβλιοχώρας. Γιατί μόνο έτσι μπορεί το πνεύμα να παραμένει αθάνατο και τα έργα του να είναι κλασικά, όπως τα αντιλαμβάνονται μόνο κάποιοι ψαγμένοι γήινοι!