του Νίκου Τσούλια
(ως προέδρου της ΟΛΜΕ)
“ΤΑ ΝΕΑ”, 13.7.2000
Όλο και περισσότερο η σχολική μας πραγματικότητα αλλά και η ευρύτερη μορφωτική κινητικότητα της κοινωνίας μας ενισχύουν την παρουσία και τη δυναμική τής λογοτεχνίας στις μαθησιακές και στοχαστικές αναζητήσεις μας.
Η λογοτεχνία είναι μια αντίληψη ζωής, ένας «τόπος» που κουβαλάει με τρόπο αυθεντικό και εναργή όλη την περιπέτεια της πολύπαθης ιστορικής μας διαδρομής. Δίνει μια άλλη διάσταση στη λειτουργία της γνώσης, όπου ο μαθητής θεωρείται ως ενεργό υποκείμενο και δεν είναι δέκτης μιας εγκιβωτισμένης γνώσης, στην οποία μάλιστα θα δοκιμαστεί μέσω της απομνημονευτικής του ικανότητας.
Καλλιεργεί πολλαπλά τη φαντασία του παιδιού, στοιχείο απαραίτητο για την προσωπική μαθησιακή ανέλιξή του. Ίσως η πιο θετική επιρροή της λογοτεχνίας στο σχολικό γίγνεσθαι είναι το ότι αναθεωρεί την κλασική αντίληψη της δόμησης της γνώσης, η οποία επιχειρεί κυρίως, μέσω της μετάδοσης εννοιών και μηνυμάτων, να διαπαιδαγωγήσει τους δέκτες της.
Η λογοτεχνία με την αυθεντικότητα και τη ζωντάνια του αφηγηματικού λόγου, με την πολλαπλότητα των σχηματικών παραστάσεων της μυθιστορηματικής ή μη υφής της, αλλά και με τις ποιητικές και συμβολικές εικόνες της, θεμελιώνει τη μόρφωση, όχι μέσω μιας ψυχαναγκαστικής αντίληψης, αλλά μέσω του δημιουργικού ταξιδιού της μάθησης στις ατελείωτες πτυχές του κόσμου.
«Στη λογοτεχνία ο μαθητής δεν προσπαθεί να κατακτήσει ένα γνωστικό αντικείμενο, παρακολουθεί την ίδια τη ζωή», και μάλιστα ενσωματώνει τον εαυτό του μέσα στα πρόσωπα του λογοτεχνικού κειμένου και έτσι η μάθηση είναι μια αβίαστη και απελευθερωτική διαδικασία.
Η περιπέτεια της λογοτεχνίας είναι ένα ισχυρό αντιστάθμισμα στην όποια χρησιμοθηρική σύλληψη της εκπαίδευσης, αλλά και στην τεχνοκρατική αντίληψη και πρακτική της κοινωνίας. Γιατί απευθύνεται κυρίως στο συναισθηματικό κόσμο και στον ψυχικό πλούτο του παιδιού.
Γιατί διευρύνει τους ορίζοντες της αμφισβήτησής του και της αναζήτησής του και ανοίγει μονοπάτια στον τρόπο σκέψης και έκφρασής του. Γιατί διεισδύει σε μια βαθύτερη πραγματικότητα που σφύζει από ζωή και ξεχειλίζει από τα ατελείωτα ερεθίσματα της τέχνης του λόγου.
Άσφαλτος δείκτης της ουσιαστικής σχέσης του μαθητή με τη λογοτεχνία είναι η διατήρηση των δεσμών τους και μετά τη σχολική ηλικία. Πόσοι άνθρωποι θα νιώσουν την ανάγκη να διαβάσουν ένα από τα «βασικά μαθήματα», όταν έχουν αποφοιτήσει από το σχολείο;
Η λογοτεχνία, αντίθετα, θα παραμείνει σχεδόν ο προνομιακός χώρος, όπου θα αναζητούμε την αυθεντικότητα των κοσμοειδώλων μας και θα καταλαγιάζουμε την εκρηκτικότητα των ατελείωτων ερωτημάτων, αυτών των ερωτημάτων που δονούν το «είναι» μας όταν συνδιαλεγόμαστε με τον εαυτό μας. Η μέθεξη του μαθητή με τους μεγάλους πνευματικούς ανθρώπους, η ψυχική ευφορία και ανάταση που κάθε φορά γνωρίζει όταν εντρυφεί στις παραστάσεις και στις έννοιες, η βαθιά αυτή επικοινωνία του με τον διαχρονικό στοχασμό είναι ο κοινός διανοητικός τόπος όπου όλοι μας ψηλαφούμε και (ανα)γνωρίζουμε την ανθρώπινη κατάστασή μας.
Γιατί πρόκειται για τα αναλλοίωτα πολιτιστικά μας γονίδια που κάνουν εκρηκτική αλλά και βαθιά ανθρώπινη την ιστορία μας. Ο πολυ-επίπεδος λόγος της λογοτεχνίας αναπαριστά με απόλυτο τρόπο την πραγματικότητα και διεισδύει ερευνητικά σε απάτητα μονοπάτια, ανατέμνοντας και αναπλάθοντας το «υπάρχειν».
Η διδασκαλία της λογοτεχνίας μέσα στο σχολείο είναι η μεγαλύτερή του πρόκληση. Απαιτεί αποκόλληση από την κλασική λειτουργία της ex cathedra αντίληψης. Απαιτεί έναν άλλο ρόλο του εκπαιδευτικού, πιο σύνθετο, πιο εμπνευσμένο, πιο δημιουργικό. Απαιτεί μια πολυφωνική εκπαιδευτική λειτουργία, που θα στοχεύει πράγματι στη μόρφωση και στην πολιτιστική αναβάθμιση του ανθρώπου. Απαιτεί πιο ισχυρά ερμηνευτικά σχήματα, που θα απεικονίζονται αυθεντικά στις προσωπικές βιωματικές παραστάσεις του παιδιού.
Στη λογοτεχνία δεν υπάρχει μια ορθή άποψη, δεν υπάρχουν οι δογματισμοί και οι στείροι διδακτισμοί, δεν υπάρχει εξεταστέα ύλη καταπώς την προσδιορίζουν οι κλασικοί κανόνες, δεν υπάρχει ο βαθμολογικός καταμερισμός.
Αντίθετα, προάγεται η παιδαγωγική προσέγγιση της κριτικής σκέψης, της δημιουργικής αναζήτησης, της πνευματικής επικοινωνίας, του στοχασμού.
Θεωρώ, ως εκ τούτου, ιδιαίτερα σημαντικό το γεγονός της όλο και μεγαλύτερης παρουσίας της λογοτεχνίας στα σχολεία, τα τελευταία χρόνια. Και αυτό δεν είναι μόνο μια σημαντική εκπαιδευτική εξέλιξη, αλλά και μια διαφωτιστική αναλαμπή για όλη την κοινωνία.