Του Νίκου Τσούλια

      Κατά την – προφανώς υποκειμενική – γνώμη μου δεν πρέπει να προκύψει μια ίδια ΟΛΜΕ από το 18ο Συνέδριο με την αντίστοιχη του 17ου Συνεδρίου, η οποία όχι μόνο δεν πρόσφερε τίποτα στην υπόθεση της εκπαίδευσης και των εκπαιδευτικών σε συνθήκες σκληρής μνημονιακής και αντιεκπαιδευτικής πολιτικής αλλά παράλληλα έπληξε και την ιδέα και την αξία του συνδικαλισμού και της συλλογικότητας.

      Και αν δεν γίνει μια στοιχειώδης αυτοκριτική είτε στο συνέδριο είτε στις παραταξιακές λειτουργίες, πολύ φοβάμαι ότι θα διαμορφωθεί το γνωστό σκηνικό του τύπου «ευθύνονται οι άλλοι» – και αυτό θα το ισχυρίζονται όλες οι παρατάξεις του απερχόμενου Διοικητικού Συμβουλίου – και έτσι θα προχωρήσουμε στον ίδιο δρόμο, στο δρόμο του πουθενά! Πρόκειται για μια δυστοπική επινόηση της πραγματικότητας, για να δικαιολογηθούν τα αδικαιολόγητα.

      Και να γιατί. Αν όλες οι παρατάξεις ισχυρίζονται ότι δεν είμαστε στην πλειοψηφία και επομένως δεν έχουμε την ευθύνη της «διετίας της ντροπής», είναι προφανές ότι υπονομεύουν ευθέως τον πυρήνα του συνδικαλισμού. Γιατί πολύ απλά αποποιούνται το λόγο της συγκρότησης κάθε συλλογικότητας.

      Ποια ήταν η σύνθεση του απερχόμενου Δ.Σ.; 3 ΣΥΝΕΚ, 3 ΔΑΚΕ, 2 «Παρεμβάσεις», 2 «ΠΑΜΕ», 1 ΑΡΕΝ. Εδώ διαπιστώνονται δύο εν δυνάμει πλειοψηφίες με βάση τα γνωστά ίδια χαρακτηριστικά των παρατάξεων: μία αριστερής απόκλισης (όλες οι παρατάξεις πλην ΔΑΚΕ) και μια συναινετικής στην αριστερής χροιάς μνημονιακή κυβερνητική πολιτική (ΣΥΝΕΚ και ΔΑΚΕ).

      Όμως και εδώ υπάρχουν προβλήματα. Ας δούμε την πρώτη εκδοχή. Δεν υπήρξε ποτέ και δεν πρόκειται – πάντα κατά την εκτίμησή μου – να υπάρξει μια ενιαία αριστερή πλειοψηφία στην ΟΛΜΕ. Η μόνη δυνατότητα που υπήρξε μέχρι την εποχή του προκυβερνητικού ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ήταν η σύγκλιση μεταξύ ΣΥΝΕΚ και «Παρεμβάσεων» – κατέβαιναν και με κοινά ψηφοδέλτια σε αρκετές περιπτώσεις -, αλλά τώρα με δεδομένη την πλήρη και απόλυτη μετάλλαξη των ΣΥΝΕΚ σε μνημονιακή έκδοση δεν υπάρχει ούτε αυτή η εκδοχή.

      Τίθεται ως εκ τούτου και ένα απλό ερώτημα. Τι είναι τελικά η αριστερά; Υπάρχει μια αριστερά ή πολλές και αν υπάρχουν πολλές – και κάθε παράταξη είναι και άλλη αριστερά -, πώς αυτές ενοποιούνται ή έστω αναφέρονται σε μια αριστερή σύλληψη και διαμόρφωση της πραγματικότητας και σε μια αριστερή θεώρηση της ιστορίας;

      Τελικά διαπιστώθηκε με τον πιο εμφαντικό τρόπο αφενός ότι δεν υπάρχει κυβερνώσα αριστερά – αφού ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν διαφέρει απολύτως σε τίποτα από μια νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πρόταση – και αφετέρου ότι ο όρος αριστερά στο συνδικαλιστικό χώρο δεν έχει και καμιά πρακτική αξία.

      Η δεύτερη εκδοχή της πλειοψηφίας ΣΥΝΕΚ – ΔΑΚΕ ήταν τελικά μια πλειοψηφία μη ουσίας και περιεχομένου προτάσεων και θέσεων αλλά μια πλειοψηφία κοινής σκοπιμότητας. Και αυτό εξυπηρετούσε κυρίως τις ΣΥΝΕΚ που θεωρούσαν και θεωρούν «ιερό και όσιο» το ιστορικό σχήμα της αριστεροακροδεξιάς συγκυβέρνησης ΣΥ.ΡΙΖΑ. –ΑΝ.ΕΛ. και επομένως δεν έπρεπε και δεν πρέπει να θιγεί ούτε και με ένα απλό κείμενο κριτικής στη συνολική αντιεκπαιδευτική πολιτική του κ. Γαβρόγλου! Προφανώς και η ΔΑΚΕ δεν ήθελε κανενός είδους δράση για λόγους γνωστούς και ευνόητους. Και έτσι αυτό που τελικά συνέβη είναι ότι …δεν συνέβη τίποτα, αφού αυτού διευκόλυνε τους μικροπαραταξιακούς σχεδιασμούς ΣΥΝΕΚ και ΔΑΚΕ!

      Το κρίσιμο ερώτημα είναι το τι θα γίνει στη συνέχεια. Αν και δεν μπορεί κανένας προφανώς να είναι βέβαιος για τις εξελίξεις, μπορεί να δει κάποια αισιόδοξα στοιχεία αλλαγής της ανύπαρκτης ΟΛΜΕ της προηγούμενης διετίας. 1) Η επιστροφή της ΠΕΚ στο Δ.Σ. της ΟΛΜΕ μπορεί να προσφέρει τη δυνατότητα σύνθεσης με βάση εκείνα που ενώνουν και όχι εκείνα που χωρίζουν. Βέβαια δεν έχει σε καμιά περίπτωση την επιρροή των παλιών καιρών, αλλά καμιά φορά οι λύσεις δεν στηρίζονται στο μέγεθος των παραγόντων.

      2) Η σημαντική μείωση της επιρροής των ΣΥΝΕΚ και η αίσθηση ότι τα κυβερνητικά σχήματα αλλάζουν, μπορεί να τους οδηγήσει σε μια μετριοπαθή και κινηματική στάση και στην επανανακάλυψη του συνδικαλισμού. 3) Η γενική εκτίμηση ότι αν συνεχιστεί το σκηνικό της κενής διετίας 2015-2017, η αποτυχία και η ευθύνη δεν θα μπορούν να είναι διαχειρίσιμες και προφανώς θα συμπεριλάβουν και τα πρόσωπα.

      Άλλωστε ποια μπορεί να είναι η φιλοδοξία ενός εκπαιδευτικού – και μάλιστα συνδικαλιστικού στελέχους κορυφής – να εκλεγεί στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΟΛΜΕ αν το δημιουργούμενο τοπίο είναι τοπίο ερήμωσης;

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΘέματα 2017 – Λατινικά – Ημερήσιο Λύκειο
Επόμενο άρθροΕνημέρωση για το Μηχανογραφικό Δελτίο
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.