Του Νίκου Τσούλια
Μπορεί κάποιοι να ισχυρίζονται ότι το σχολείο χάνει τον παραδοσιακό κοινωνικό του ρόλο γιατί αναπτύσσονται όλο και πιο ταχείες και πιο γοητευτικές πηγές γνώσης. Μπορεί επίσης να ισχυρίζονται ότι ο ρόλος του εκπαιδευτικού εξασθενεί γιατί η κοινωνία σήμερα επιζητεί μια εργαλειακού τύπου γνώση προκειμένου οι νέοι να βρίσκουν ευκολότερα εργασία σε συνθήκες άμβλυνσης της εργασιακής απασχόλησης.
Αλλά αυτές οι θεωρήσεις έχουν μικρό ορίζοντα, αναλύουν μόνο την τρέχουσα συγκυρία και μάλιστα με επιφανειακό τρόπο. Δεν αγγίζουν καν την ουσία των πραγμάτων ούτε τους βασικούς παράγοντες που διαμορφώνουν το μέλλον των σύγχρονων κοινωνιών. Δεν εμβαθύνουν στο γεγονός ότι η τρέχουσα ζήτηση της εργαλειακής γνώσης και της πληροφορίας δεν μπορεί να υποκαταστήσει το ρόλο της βασικής γενικής παιδείας.
Το σχολείο και ο εκπαιδευτικός δεν νιώθουν καμιά απειλή για το ρόλο τους και για τις προοπτικές τους. Το αντίθετο, διαπιστώνουν ότι σε μια περίοδο – όπου θεωρητικά τουλάχιστον διακηρύσσεται ως εποχή των κοινωνιών της γνώσης – η κοινωνική σημασία τους γίνεται όλο και μεγαλύτερη. Μετά τον ενθουσιασμό που προκάλεσαν οι Νέες τεχνολογίες ότι δήθεν μπορούν να υποκαταστήσουν τους βασικούς θεσμούς της εκπαίδευσης – μέσα από το άυλο σχολείο και τον άυλο εκπαιδευτικό και την εξ αποστάσεως εκπαίδευση -, μετά τα πανηγύρια που στήθηκαν ότι το διαδίκτυο προσφέρει κάθε γνώση στην άκρη των δακτύλων των ανθρώπων και επομένως δεν απαιτείται η βάσανος της εκμάθησης του σχολείου, ήλθε η ίδια η πραγματικότητα να αποκαταστήσει την ουσία των πραγμάτων.
Σήμερα το σχολείο και ο εκπαιδευτικός έχουν να αντιμετωπίσουν και να προετοιμάσουν τους νέους για μεγαλύτερες προκλήσεις του αυριανού κόσμου, για περισσότερες κοινωνικές αβεβαιότητες. Τώρα απαιτείται ένα ακόμα πιο ουσιαστικό περιεχόμενο της παιδείας και της μόρφωσης, ένα πιο αποτελεσματικό σύστημα αγωγής και διαπαιδαγώγησης. Το σχολείο δεν ταυτίστηκε ποτέ με τη μεταβίβαση και μόνο της γνώσης και μάλιστα της εργαλειακής γνώσης. Το σχολείο ήταν και είναι ο κυρίαρχος φορέας πολιτισμού και κουλτούρας, είναι αναντικατάστατος φορέας μετάδοσης της πνευματικής κληρονομιάς ανθρώπων και λαών, είναι μοναδικός φορέας των ουμανιστικών αξιών και μάλιστα σε μια περίοδο έωλης και κοντόφθαλμης χρησιμοθηρικής σύλληψης της «επιφανειακής πραγματικότητας».
Το σχολείο έχει βαρύ και πολύτιμο φορτίο, έχει αυξημένες ευθύνες, επιζητεί να δημιουργήσει τη συνολική «εικόνα ζωής» των νέων. Κάθε σχολείο πρέπει:
1. Να βοηθά κάθε άτομο να επιτύχει στόχους. Τα παιδιά μεγαλώνουν σε έναν μεταβαλλόμενο και κατακερματισμένο κόσμο, στον οποίο οι οικογενειακές σχέσεις επαναπροσδιορίζονται, οι πάλαι ποτέ σταθερές αξίες αμφισβητούνται και η μακρόχρονη παραμονή στην ίδια θέση εργασίας είναι μάλλον απίθανη.
2. Να θεμελιώνει μια ευρεία και όχι μια περιορισμένη βάση γνώσεων. Η ακαδημαϊκή νοημοσύνη ουσιαστικά δεν προετοιμάζει καθόλου για τις αντιξοότητες – ή τις ευκαιρίες – που φέρνουν σκαμπανεβάσματα της ζωής. Η κατανόηση των προσωπικών συναισθημάτων, η ικανότητα να διαχειρίζεται και να κινητοποιεί κανείς τον εαυτό του και να αντιμετωπίζει τις σχέσεις του, αποτελούν σημαντικούς συνοδοιπόρους της γνώσης.
3. Να αποτελεί μέρος της και όχι να είναι στο περιθώριο της κοινωνίας. Τα σχολεία βρίσκονται στο κρίσιμο σημείο τομής μεταξύ του παρελθόντος και του μέλλοντος, επιφορτισμένα με τη ευθύνη τόσο της διατήρησης του πολιτισμού όσο και με την ευθύνη της ανανέωσής του»[i].
Ο εκπαιδευτικός καλείται να διαμορφώσει τα πρωτόλεια «αρχιμήδεια σημεία» στη ζωή των μαθητών / μαθητριών σε ένα κόσμο γεμάτο αντιφάσεις και αβεβαιότητες, σε μια κοινωνία χωρίς οράματα και σταθερές αξίες. Να πώς προσδιορίζει μια Διεθνής Επιτροπή για την Εκπαίδευση το «πλαίσιό της» για τον εκπαιδευτικό του «σήμερα» και του «αύριο». «Σύμφωνα με το όραμά μας, ο εκπαιδευτικός του 21ου αιώνα θα αποτελεί μια εξουσία, αλλά και έναν ενθουσιώδη οπαδό των γνώσεων, των ιδεών, των δεξιοτήτων, της κατανόησης και των αξιών που πρέπει να παρουσιάζονται στους μαθητές… Ο εκπαιδευτικός θα είναι πρόθυμος να κινητοποιήσει και να ενθαρρύνει τον κάθε μαθητή ξεχωριστά, σταθμίζοντας την πρόοδο και τις μαθησιακές τους ανάγκες, με την ευρύτερη έννοια, ακόμα και αυτές αφορούν πεδία εκτός της επίσημης εκπαίδευσης. Ο εκπαιδευτικός θα είναι από την αρχή ένας εκπαιδευτής, όχι μόνο στο «αντικείμενο» που διδάσκει, αλλά και θα στοχεύει στη διεύρυνση των διανοητικών, διερευνητικών, κριτικών, δημιουργικών δυνατοτήτων που έχουν οι μαθητές του, ενώ θα τους ενθαρρύνει να αμφισβητούν τις ευρύτερες προσωπικές και κοινωνικές αξίες»[ii].
Το σχολείο και ο εκπαιδευτικός βρίσκονται στο μεταίχμιο βαθιών και εκτεταμένων κοινωνικών, οικονομικών, πολιτικών και πολιτισμικών μετασχηματισμών και οφείλουν όχι μόνο να ερμηνεύουν σε βάθος τις μεταβολές και τις διεργασίες, αλλά και να προετοιμάζουν τους νέους γι’ αυτές και κυρίως να παίζουν δημιουργικό και διαμορφωτικό ρόλο!
[i] Day Chr. (2003), Η εξέλιξη των εκπαιδευτικών, Αθήνα: Τυπωθήτω, σ. 420- 423
[ii] Day Chr. (2003), Η εξέλιξη των εκπαιδευτικών, Αθήνα: Τυπωθήτω, σ. 437