Του Νίκου Τσούλια
Ναι, είναι γνωστό ότι διαβάζουμε για τον εαυτό μας. Για να κάνουμε καλύτερη και πιο όμορφη τη ζωή μας, για να δημιουργήσουμε το μέλλον μας καταπώς εμείς το θέλουμε, για να νιώσουμε την ηδονή και την ευχαρίστηση που μόνο το διάβασμα μπορεί να μας προσφέρει, για να καλλιεργήσουμε το πνεύμα μας και το συναισθηματικό μας κόσμο, για να ερμηνεύσουμε τον κόσμο και την πραγματικότητα, για να ικανοποιήσουμε την ακόρεστη δυναμική της φαντασίας μας, για να πλάσουμε την ονειροπλασία μας με ανάμικτο ζυμάρι…
Ατέλειωτοι οι λόγοι για να διαβάζουμε για τον εαυτό μας. Αλλά εμείς οι βιβλιοφάγοι δεν είμαστε αναχωρητές. Μπορεί να φαινόμαστε μοναχικοί και περίκλειστοι όταν διαβάζουμε, αλλά δεν ζούμε έξω από την κοινωνία. Διψάμε για ουσιαστική ανθρώπινη επικοινωνία, για βαθιά επαφή με τους άλλους ανθρώπους, για ανίχνευση της ανθρώπινης φύσης. Το διάβασμά μας είναι ψυχική και νοητική «συνάντηση» με τα μεγάλα πνεύματα της διανόησης και της λογοτεχνίας, του στοχασμού και της τέχνης.
Διαβάζουμε και για τους άλλους ανθρώπους, για όλους τους άλλους ανθρώπους. Γι’ αυτούς που δεν έχουν βιβλία, γιατί είναι φτωχοί και ζουν σε μέρη που η μόνη τους έγνοια είναι η επιβίωση, γι’ αυτούς που δεν έχουν γνωρίσει το διάβασμα – και τη μοναδική απόλαυσή του – είτε με δική τους ευθύνη είτε με ευθύνη του «περιβάλλοντός των», γι’ αυτούς που συνάντησαν το διάβασμα μόνο στο σχολείο και εκεί δεν έγινε η ιερή μυσταγωγία της γνώσης και της μάθησης και θεωρούν το διάβασμα υπόθεση των παιδιών και του σχολείου.
Διαβάζουμε για τους ανθρώπους που έζησαν εδώ και αιώνες πολλούς ή σε πρόσφατους, για τους ανθρώπους που θα ζήσουν στο μέλλον και στον αιώνα τον άπαντα. Γι’ αυτούς που η σκέψη τους ταξιδεύει στου χρόνου το διάβα και συνδιαλέγεται με κάθε κοινωνία ανθρώπων για τα μεγάλα υπαρξιακά προβλήματα, για τα μείζονα επιστημονικά και φιλοσοφικά ζητήματα˙ γιατί το κάλεσμά τους είναι διαχρονικό και είναι αυτό που αγγίζει την ουσία του πνεύματος.
Διαβάζουμε και για τους άλλους βιβλιοφάγους, γιατί αποτελούμε μια ενιαία και αδιαίρετη κοινότητα και μια συνεκτική μικροκοινωνία με δεσμούς συναισθηματικούς και ψυχικούς, γιατί συναντιόμαστε στις ατέλειωτες βιβλιοχώρες και γευόμαστε μια πολύ ξεχωριστή επικοινωνία μέσα από το ψυχανέμισμά μας και από τις φαντασιώσεις μας.
Διαβάζουμε για τον κόσμο του μέλλοντος, για τα παιδιά, για να ρίξουμε σπόρους στο πιο πρόσφορο έδαφος της αγάπης για συνεχή μάθηση, για να γευθούν ζωντανές εικόνες του διαβάσματος, για να βιώσουν το διάβασμα ως κρατούσα εικόνα της ζωής, για να συνειδητοποιήσουν ότι είναι ο κόσμος των Γραμμάτων που διευρύνει τους ορίζοντες στη σκέψη μας, που ανοίγει δρόμους στη δημιουργικότητά μας.
«Διαβάζουμε» και για εκείνους τους ανθρώπους που έχουν αδικηθεί από τη ζωή. Ας δούμε την ομορφιά της αλληλεγγύης που έχει αναπτύξει ένα Δίκτυο, το «Διαβάζω για τους Άλλους», το εθελοντικό και μη κερδοσκοπικό Δίκτυο που στόχο έχει να διαβάζει λογοτεχνία σε ανθρώπους που δεν μπορούν να το κάνουν μόνοι τους. «Αυτοί είναι άνθρωποι με προβλήματα όρασης, μη βλέποντες, άνθρωποι τετραπληγικοί που αδυνατούν να κρατήσουν βιβλίο στα χέρια τους, ηλικιωμένοι σε γηροκομεία, παιδάκια σε ιδρύματα ή αναλφάβητοι φυλακισμένοι». Με μότο «Για να ακούνε με τα μάτια μας και να διαβάζουν με τη φωνή μας» και με την πεποίθηση ότι η πρόσβαση στην λογοτεχνία πρέπει να είναι δυνατή σε όλους, οι εθελοντές του «Διαβάζω για τους Άλλους» αναπτύσσουν δράσεις ζωντανών αναγνώσεων σε όλο και περισσότερα ιδρύματα. Παράλληλα, οι εθελοντές του Δικτύου διαβάζουν και ηχογραφούν παραμύθια και βιβλία λογοτεχνίας, προκειμένου να εμπλουτιστεί η Ακουστική Βιβλιοθήκη των Τυφλών.
Διαβάζουμε για όλους τους ανθρώπους, όπου γης και όπου χρόνου, για το αυθεντικό είδωλο, για το πνευματικό πορτρέτο του ανθρώπου. Γιατί γνωρίζουμε πολύ καλά και αισθανόμαστε με τον πιο απόλυτο τρόπο ότι ο άνθρωπος των βιβλίων αγωνιά για ένα ελπιδοφόρο μέλλον, επιζητεί τη συνεργασία και τη φιλία και την καλλιέργεια ουσιαστικών δεσμών σε κάθε κοινωνία. Ο βίος μας δεν είναι η «φυσική» ζωή μας, γιατί ο άνθρωπος δεν είναι απλή βιολογική ύπαρξη.
Πολύ σοφά ο Σαραμάγκου θα προσδιορίσει αλλιώς την πραγματική ζωή μας σε σχέση με τη γραφή και με το αξεχώριστο ταίρι της, το διάβασμα. «Οι ζωές δεν αρχίζουν με τη γέννηση των ανθρώπων, αν ήταν έτσι, κάθε μέρα θα ‘ταν μια μέρα κερδισμένη, οι ζωές ξεκινούν αργότερα, μερικές φορές μάλιστα πολύ αργότερα, για να μην πούμε και για εκείνες που μόλις αρχίσουν έχουν κιόλας τελειώσει, γι’ αυτό και κάποιος φώναξε “Αχ, ποιος θα γράψει για την ιστορία αυτού που θα μπορούσε να ‘χε γίνει”».