Του Νίκου Τσούλια

    Στη μακρά αυτή περίοδο η Ελλάδα από νεοσύστατο και ασταθές κράτος μετασχηματίζεται σε μια αναπτυγμένη χώρα. Η εξέλιξη όμως αυτή είναι ταραχώδης. Έχουμε εξωτερικούς πολέμους αλλά και εμφύλιους πολέμους και εθνικούς διχασμούς, εθνικές ήττες αλλά και επέκταση των εδαφών, οικονομικές κρίσεις και πτωχεύσεις, δικτατορίες και σκληρούς κομματικούς και πολιτικούς ανταγωνισμούς. «Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις» έχουμε την περίοδο 1821-2016», αναφέρει σε σχετικό βιβλίο του ο ιστορικός Γ. Δερτιλής. Και όσο δεν έχουμε βαθιά κατανοήσει και κυρίως διδαχτεί από την ιστορία μας, τόσο θα δοκιμαζόμαστε από το φοβερό έλλειμμα της συλλογικής και εθνικής αυτογνωσίας. Επιχειρώ μια πρόχειρη και αποσπασματική περιδιάβαση…

Ιστορικό πλαίσιο

    Το ξεκίνημα το νέου ελληνικού κράτους είχε τη σφραγίδα ξένων δυνάμεων και αυτό θα αποτελέσει στη συνέχεια ένα αγκάθι έντονων κομματικών συγκρούσεων. «Στις 25 Απριλίου / 7 Μαΐου 1832, οι τρεις μεγάλες δυνάμεις υπέγραψαν τη συνθήκη με την οποία καθορίζονταν τα σύνορα του συσταθέντος ελληνικού κράτους», όπου ορίζεται σαφώς ότι «η Ελλάς υπό την κυριαρχία του πρίγκιπος Όθωνος της Βαυαρίας και την εγγύησιν των τριών Αυλών θέλει αποτελεί κράτος μοναρχικόν ανεξάρτητον»[i]. Αυτή η εξέλιξη ήταν αντίθετος προς το πνεύμα του Αγώνα και της Επανάστασης του 1821, του Ρήγα, της Φιλικής Εταιρείας, των αγωνιστών και του νεοελληνικού διαφωτισμού.

    Η αντιπαλότητα μεταξύ των ανεξάρτητων πολιτικών και των οπαδών της μοναρχίας θα τελεσφορήσει υπέρ των πρώτων αφού «το 1862 ανατρέπεται ο θρόνος του Όθωνος και αναλαμβάνει Προσωρινή Επαναστατική κυβέρνηση»[ii]. Το 1866 – 1869 έχουμε την Κρητική εξέγερση αλλά το 1897 η Τουρκία κηρύττει τον πόλεμο στην Ελλάδα που καταλήγει με ήττα της χώρας μας. Ωστόσο η θέληση των Ελλήνων για εθνική ολοκλήρωση θα συνεχιστεί με αμείωτη ένταση την περίοδο 1909 – 1922 που δεσπόζει η πολιτική φυσιογνωμία του Βενιζέλου.

    Η Ελλάδα συμμετέχει στους πρώτους Βαλκανικούς πολέμους (1912-1913) και στη συνέχεια στον Πρώτο παγκόσμιο πόλεμο (1914-1919) μέσα από τους οποίους θα αυξήσει την κρατική της υπόσταση. Θα ακολουθήσει η Μικρασιατική εκστρατεία το 1919 που θα καταλήξει σε εθνική τραγωδία με τη Σμύρνη να παραδίδεται στις φλόγες το 1922. Ακολουθεί ο μεγάλος ξεριζωμός και «μέχρι τα τέλη του 1922 είχαν φτάσει στην Ελλάδα 900.000, ενώ με την απογραφή του 1928 κατεγράφησαν 1.222.000 πρόσφυγες»[iii]. Το 1935 έχουμε το αγγλοκίνητο πραξικόπημα που θα οδηγήσει στη δικτατορία του Μεταξά το 1936. Η συνέχεια είναι καταστροφική για την Ελλάδα. Αγωνίζεται ενάντια στο φασισμό των Ιταλών στον πόλεμο του 1940-1941 και στο ναζισμό των Γερμανών και θα βρεθεί υπό κατοχή στους Γερμανούς το 1941, αλλά αμέσως αναπτύσσεται δυναμικό κίνημα Εθνικής αντίστασης και τελικά το 1944 απελευθερώνεται η Αθήνα με την επικράτηση των Συμμαχικών δυνάμεων.

    Η απελευθέρωση ωστόσο δεν είναι λυτρωτική γιατί στη συνέχεια έχουμε εμφύλιο πόλεμο που τραυμάτισε την ελληνική κοινωνία για πολλά χρόνια και έφερε πίσω την ανάπτυξη και την πρόοδο της χώρας.

Πολιτικό πλαίσιο

    Το πολιτικό σκηνικό είναι σύνθετο, δεν έχει χαρακτηριστικά δημοκρατικά και επηρεάζεται από τις Μεγάλες δυνάμεις. «Το 1880 διαμορφώνεται δικομματισμός με δύο μεγάλες παρατάξεις του Τρικούπη και του Δεληγιάννη και ο Τρικούπης κάνει την πρώτη προσπάθεια για αστική αλλαγή»[iv]. Ακολουθεί κάποια περίοδος σταθερότητας 1871 -1909 αλλά έχουμε έναν εθνικό διχασμό με την αντίθεση των υποστηρικτών του βασιλιά Γεωργίου και Βενιζέλου. Ο Βενιζέλος θα γίνει ο δεύτερος αναμορφωτής μετά τον Τρικούπη και «αναλαμβάνει να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα κοινωνικής αλλαγής»[v].

Κοινωνικό πλαίσιο

    Το 1830 αρχίζει το «Σχέδιον Αθηνών» που συνιστούσε «τη διαφορά ανάμεσα στην τουρκική πόλη και στην ευρωπαϊκή, στόχος ο εξευρωπαϊσμός, αφού έχουμε και τα μεγάλα δεινά της ελληνικής πόλης που ήταν η σκόνη, η λειψυδρία, η έλλειψη αποχέτευσης»[vi]. Το γλωσσικό ζήτημα και η διαμάχη οπαδών της καθαρεύουσας και της δημοτικής θα αποτελέσει ένα ακόμα πεδίο εθνικού διχασμού. Αναπτύσσεται ισχυρό ρεύμα Δημοτικισμού 1880-1890 και εμβληματικό έργο είναι το «Το Ταξίδι» του Ψυχάρη.

    «Τη δεκαετία 1890 αναπτύσσονται οι σοσιαλιστικές ιδέες με επιρροές από αντίστοιχα ρεύματα στη Δυτική Ευρώπη. Εμφανίζεται οργανωμένο κίνημα και έχουμε άνοδο της εργατικής τάξης στις πρώτες βιομηχανικές και βιοτεχνικές μονάδες της χώρας»[vii]. Το εργατικό κίνημα θα αναπτυχθεί περαιτέρω στην περίοδο του μεσοπολέμου. Όμως η δεινή οικονομική κατάσταση της χώρας θα αναγκάσει ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού να βρει άλλους δρόμους και στα «τέλη του 19ου αιώνα άρχισε ένα σημαντικό ρεύμα μετανάστευσης προς τις ΗΠΑ, που συνεχίστηκε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1920»[viii].

Οικονομικό πλαίσιο

    Η καταστρεμμένη οικονομία από την τουρκοκρατία δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην ανάπτυξη της χώρας, ενώ «η δεκαετία του 1860 αναπτύσσονται τάσεις για αστική αλλαγή και τίθεται επί τάπητος το πρόβλημα της γης με τις πιέσεις που υπάρχουν και από την ανάπτυξη του εμπορίου»[ix]. Στο τέλος του 19ου αιώνα έχουμε οικονομική κρίση και χρεωκοπία που έμεινε στην ιστορία με τη χαρακτηριστική φράση του Τρικούπη «Κύριοι, δυστυχώς επτωχεύσαμεν»[x]. Ακολουθεί η αγροτική κρίση το 1910-1911 με κεντρικό ζήτημα διαμάχης τα τσιφλίκια. Το 1928 ο πρωθυπουργός Βενιζέλος θα επιχειρήσει τη δεύτερη αστική μετεξέλιξη «με επιλογή την αύξηση της παραγωγής με τη βοήθεια μεγάλων τεχνικών έργων στην ύπαιθρο και στην πόλη»[xi].

    Οι συνεχείς πόλεμοι, οι γεωστρατηγικές ανακατατάξεις και η πολιτική αστάθεια θα δοκιμάζουν σκληρά την ελληνική οικονομία. Μόλις στη δεκαετία του 1960 θα αρχίζει μια δυναμική ανάπτυξης και η οποία θα κορυφωθεί στη μεταπολιτευτική περίοδο με αποκορύφωμα την είσοδο της χώρας μας στην ευρωζώνη, στον πυρήνα των πιο αναπτυγμένων χωρών του Κόσμου (!) αφήνοντας πίσω της τα Βαλκάνια και όλη την Ανατολική Ευρώπη.

    Ωστόσο, η παραγωγική της βάση αποδιοργανώνεται από τον υψηλό οικονομικό ανταγωνισμό που έχει επιφέρει η παγκοσμιοποίηση και με παράλληλα με την έλλειψη ενός εθνικού σχεδίου στρατηγικής για την μετά την ΟΝΕ εποχή και με τον καταναλωτισμό και τον υπερδανεισμό οδηγούν τη χώρα μας στη σημερινή κρίση.

    Η γνώση της ιστορίας δεν είναι σχολική υπόθεση. Είναι στοιχείο αυτογνωσίας και παράγοντας διαμόρφωσης του μέλλοντος της χώρας. Όσο δεν κατανοούμε αυτή την απλή αλήθεια θα δοκιμαζόμαστε από την εναλλαγή των φωτεινών και σκοτεινών περιόδων και θα κατηγορούμε όλοι όλους με περισσή ευκολία και με διάχυτο ανορθολογισμό και λαϊκισμό, όπως «κακή ώρα» και σήμερα.


[i] Τ. Βουρνάς (1998), Ιστορία της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας, Αθήνα: Πατάκης, τ. Α, σ. 235

[ii] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π., σ. 415

[iii] Β. Παναγιωτόπουλος (επιμ.) (2003), Ιστορία του νέου Ελληνισμού, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, τ. ΣΤ, σ. 80

[iv] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π.,σ. 492, 498

[v] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π. τ. Β, σ. 16

[vi] Β. Παναγιωτόπουλος (επιμ.) (2003), ο.π., τ. Δ, σ. 144

[vii] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π., σ. 542

[viii] Β. Παναγιωτόπουλος (επιμ.) (2003), ο.π., σ. 365

[ix] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π., τ. Α, σ. 446

[x] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π., τ. Α, σ. 537

[xi] Τ. Βουρνάς (1998), ο.π., τ. Β, σ. 336

anthologio.wordpress.com

Προηγούμενο άρθροΤο επιτυχιόμετρο
Επόμενο άρθροΝεοελληνική Γλώσσα: Ασκήσεις στη χρήση των σημείων στίξης
Νίκος Τσούλιας
Κατάγεται από την Αυγή Αμαλιάδας και είναι εκπαιδευτικός. Έχει εκλεγεί πρόεδρος της ΟΛΜΕ τέσσερις φορές (1996 – 2003) και έχει εκπονήσει διδακτορική διατριβή στην Ειδική Αγωγή. Έχει εκδώσει δύο βιβλία εκπαιδευτικού περιεχομένου τα: “Σε πρώτο πρόσωπο” και «Παιδείας εγκώμιον». Έχει δημοσιεύσει δεκάδες άρθρα σε επιστημονικά και εκπαιδευτικά περιοδικά. Έχει συνεργαστεί επαγγελματικά με τις εφημερίδες «ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΗ» (1980 – 1986) και «ΕΞΟΡΜΗΣΗ» (1988 – 1996). Τα τελευταία χρόνια αρθρογραφεί στην εφημερίδα “ΤΟ ΑΡΘΡΟ” και στις εφημερίδες της ΗΛΕΙΑΣ: «ΠΡΩΙΝΗ», “ΑΥΓΗ” και “ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ”.

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.