Του Δημήτρη Χρυσόπουλου, Φιλόλογου – Ιστορικού
Έπειτα από αρκετή καθυστέρηση ομολογουμένως, επιτέλους ανακοινώθηκε το τελικό κείμενο για τη νέα Γ’ Γενικού Λυκείου και το νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από τον υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Κωνσταντίνο Γαβρόγλου. Την ερχόμενη μάλιστα Δευτέρα το σχέδιο αναμένεται να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση, ενώ στη συνέχεια θα κατατεθεί Σχέδιο Νόμου μεμονωμένο ή θα ενταχθεί στο πολυνομοσχέδιο με τις συγχωνεύσεις των οκτώ ΤΕΙ (ακόμη δεν έχει αποφασιστεί) με στόχο να ψηφιστεί στην Ολομέλεια της Βουλής πριν τις γιορτές του Πάσχα.
Τα περισσότερα από όσα ανακοινώθηκαν ήταν μάλλον αναμενόμενα με βάση τα όσα είχαν δει το φως της δημοσιότητας από τον περασμένο Σεπτέμβριο κι έπειτα, ωστόσο δεν βλάπτει ποτέ μία προσπάθεια ψύχραιμης αποτίμησης. Θα επιχειρηθεί, λοιπόν, μία τέτοια μέσα από την πάντα φιλόξενη στήλη του «www.filologikos-istotopos.gr» με μία συνοπτική (και υποκειμενική πάντα) παρουσίαση των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων του νέου συστήματος.
Από τη θετική… σκοπιά
Με μια πρώτη ματιά, διαβάζοντας το σκεπτικό του υπουργείου, στα θετικά συγκαταλέγεται το γεγονός ότι ως μαθήματα προσανατολισμού το νέο σύστημα κρατάει μόνο αυτά που εξετάζονται. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι μαθητές έχουν τη δυνατότητα να ασχολούνται αποκλειστικά με τα μαθήματα των πανελλαδικών. Και να ασχολούνται φυσικά περισσότερες ώρες. Ως εκπαιδευτικός του ιδιωτικού τομέα γνωρίζω πολύ καλά ότι όλοι οι γονείς δεν έχουν τη δυνατότητα να προσφέρουν στα παιδιά τους το φροντιστήριο ή την κατ’ οίκον διδασκαλία, οπότε θεωρώ ιδιαίτερα σωστή την αύξηση των ωρών διδασκαλίας στα συγκεκριμένα μαθήματα.
Επιπρόσθετα στα θετικά μπορούμε να συμπεριλάβουμε την αύξηση της ύλης. «Σε μαθήματα προσανατολισμού στα οποία οι ώρες διδασκαλίας αυξάνονται σημαντικά υπάρχει και σχετική αύξηση της ύλης. Η αύξηση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι αναλογική. Στην ουσία λοιπόν, αν κάποιος συνυπολογίσει τη μείωση των αντικειμένων με την αύξηση της ύλης, ο τελικός φόρτος του μαθητή της Γ΄ Λυκείου μειώνεται και, το κυριότερο, εστιάζεται σε αυτά που πραγματικά απασχολούν τους μαθητές», αναφέρει χαρακτηριστικά το υπουργείο και ομολογώ ότι θα συμφωνήσω μ’ αυτό. Άλλωστε αποτελεί κοινό τόπο η άποψη ότι τα τελευταία χρόνια με τη μείωση της ύλης στα εξεταζόμενα μαθήματα, την κατάργηση της Λογοτεχνίας και το εξεταστικό σύστημα στο γυμνάσιο οι μαθητές στερούνται σημαντικών και βασικών γνώσεων. Αύξηση της ύλης από τη μία πλευρά σημαίνει περισσότερο διάβασμα, όμως από την άλλη σημαίνει και περισσότερες γνώσεις, οπότε σε μια τέτοια περίπτωση η ζυγαριά σίγουρα πρέπει να γείρει υπέρ της δεύτερης πλευράς…
Και τα… αρνητικά
Συνεχίζοντας αυτή την πρώτη προσέγγιση για το νέο σύστημα θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθώ και σε ορισμένα από τα ψεγάδια του…
Αρχικά θεωρώ, όπως έχω τονίσει και σε προηγούμενο άρθρο μου, απαράδεκτη την κατάργηση των Λατινικών από πανελληνίως εξεταζόμενο μάθημα και την αντικατάστασή του από την Κοινωνιολογία. Η επαφή με τα μεγάλα κλασικά κείμενα της Λατινικής αποτελεί μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για βαθύτερη κατανόηση του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, των μορφωτικών αξιών του και των βάσεων της σύγχρονης ευρωπαϊκής ταυτότητας. Το σωστό, λοιπόν, κατ’ εμέ, θα ήταν η ριζική αναμόρφωση του μαθήματος και η βελτίωση της μεθόδου διδασκαλίας και όχι φυσικά η κατάργηση του συγκεκριμένου μαθήματος.
Παράλληλα η «μεταρρύθμιση», έπρεπε να αρχίζει από τη βάση και όχι από την κορυφή. Η διάθεση να παραμείνουν τα δημοτικά σε χαώδη κατάσταση με μια προβληματική και τεράστια ύλη θα συνεχίσει να έχει ως αποτέλεσμα τα παιδιά να υστερούν στους βασικούς πυλώνες όταν πηγαίνουν στο γυμνάσιο και το λύκειο. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να βελτιωθεί η γενική παιδεία των νέων «με τελικό στόχο να μπορούν απρόσκοπτα να αποκτήσουν τα αναγκαία για τη ζωή τους εφόδια που η βαθμίδα αυτή έχει να τους προσφέρει». Είναι γνωστά όμως τα προβλήματα που υπάρχουν στην «υπόλοιπη» Δευτεροβάθμια αλλά και Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση; Έχει αρχίσει μία σοβαρή μελέτη για την επίλυσή τους;
Ίσως, λοιπόν, θα ήταν καλύτερο αντί να αλλάζουν συνέχεια τη διαδικασία των εξετάσεων (ενδοσχολικών – πανελληνίων) να δώσουν κίνητρο στους μαθητές για γνώση μέσω της ποιοτικής διδασκαλίας, συνεπικουρούμενης από τα τεχνολογικά μέσα και εκπαιδευτικά πρότζεκτ ώστε οι γνώσεις να γίνονται βίωμα και να κάνουν τον μαθητή να ενδιαφέρεται και να μην συμμετέχει σε μία ακόμη αγχωτική διαδικασία. Και φυσικά αυτό να ξεκινήσει από τα πρώτα κιόλας χρόνια της εκπαίδευσης!
Η Ελλάδα παράγει μη σκεπτόμενους νέους με σοβαρές αδυναμίες στη γλώσσα και τα μαθηματικά (τις δύο βάσεις κάθε μορφωμένου ανθρώπου). Είναι αναγκαίο, λοιπόν, να αλλάξει η εκπαίδευση από το Δημοτικό και να καθορίσει τους στόχους της στο τέλος της 12ετούς φοίτησης. Τα ΑΕΙ έχουν σκοπό να προσφέρουν τεχνικές γνώσεις ώστε ο απόφοιτος να απορροφηθεί από την αγορά εργασίας. Τα 12 χρόνια όμως πρέπει να έχουν σκοπό να παράξουν σκεπτόμενο και μορφωμένο πολίτη που θα μπορεί να καταλαβαίνει το τι γίνεται γύρω του και δεν θα παραμυθιάζεται από κανέναν!
Συμπερασματικά κάθε υπουργός νιώθει ότι πρέπει να αφήσει το αποτύπωμά του κάνοντας αλλαγή στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ. Όσοι αγαπάμε και δίνουμε αξία στην εκπαίδευση ξέρουμε όμως ότι όποιος αντιλαμβάνεται σε βάθος τα πραγματικά προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος, ασχολείται πρώτα με την εκπαίδευση στις μικρές τάξεις όπου οι μαθητές παίρνουν τις βάσεις και διαμορφώνονται για τα επόμενα χρόνια.
Υ.Γ.Η εξεταστέα ύλη της Γ’ Λυκείου του επόμενου σχολικού έτους, όπως είπε ο υπουργός Παιδείας θα ανακοινωθεί πριν τις 10 Απριλίου.
Υ.Γ. 2Για όποιον έχει τη διάθεση, ωραίο θα ήταν να ανατρέξει στο σύστημα που είχε προτείνει η συγκυβέρνηση Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ του 2013 – 2014. Θα παρατηρήσει αρκετές ομοιότητες…
Υ.Γ. 3 Θα επανέλθουμε στο κοντινό μέλλον στο θέμα με αναλυτικότερη και βαθύτερη προσέγγιση…